Ήταν η 8η Φεβρουαρίου 1980 όταν σίγησε για πάντα η φωνή του Αρχάγγελου της Κρήτης, Νίκου Ξυλούρη, βυθίζοντας στο πένθος το χωριό του – τα Ανώγεια – μα και ολόκληρη την Ελλάδα.
«1980 παίζουμε στο Αρμί και έρχεται η Αγάπη Ξυλούρη του Μενελη και μας λέει ότι πέθανε ο Ψαρονίκος. Αρχίσαμε όλοι και κλαίγαμε όπως όταν χάνεις ένα πολύ δικό σου άνθρωπο. Ένιωθες ότι κάτι βαρύ είχε σκεπάσει τον ουρανό των Ανωγείων...», θυμάται ξημερώματα σήμερα σε μια ανάρτησή του ο συγχωριανός του Βασίλης Σμπώκος, που παιδί τότε μάθαινε το κακό μαντάτο.
Μα ούτε και ο δημοφιλής συνθέτης Λίνος Κόκοτος τον ξεχνά και γράφει ξημερώνοντας η μέρα της επετείου του φευγιού του Ψαρονίκου.
«Πάνε 44 χρόνια που έφυγες. Μα η φωνή σου αντηχεί στις κορφές του Ψηλορείτη, σε όλη την Ελλάδα, και στις καρδιές μας ΑΘΑΝΑΤΟΣ !!!!!!!!!!!!!»
«44 χρόνια χωρίς τον Αρχάγγελο.Είναι όμως πάντα μαζί μας.», γράφει στην επίσημη σελίδα του στα Social Media ο αδελφός του Ψαραντώνης.
Τα παιδικά χρόνια στα Ανώγεια
Ο Νίκος Ξυλούρης ή Ψαρονίκος όπως ήταν πιο γνωστός στον τόπο του γεννήθηκε στις 7 Ιουλίου 1936 μα στα πέντε του χρόνια ξεριζώθηκε όταν οι Γερμανοί έκαψαν το χωριό και κατέστρεψαν όλα τα σπίτια.
Ο Ξυλούρης έδειξε από νωρίς την κλίση του στη μουσική και ζητούσε επίμονα από τον πατέρα του να του αγοράσει μια λύρα. Όπως ο ίδιος διηγείται κάποια στιγμή άκουσε το αίτημά του ένας από τους θρυλικούς λυράρηδες των Ανωγείων, ο Δραμουντάνης και είπε στον πατέρα του: «Πάρε του μωρέ του κοπελιού μια λύρα και θα μου θυμηθείς κάποτε». Λίγα χρόνια αργότερα ξεκινά να παίζει σε γάμους και πανηγύρια για τα προς το ζην.
Δειλά καλλιτεχνικά βήματα
Τα πρώτα χρόνια ήταν ιδιαίτερα δύσκολα. Η μανία για την ευρωπαϊκή μουσική επηρεάζει και την Κρήτη και ο Ξυλούρης αναγκάζεται να παίζει και τέτοια κομμάτια στη λύρα, ωστόσο φροντίζει να εμπλουτίζει το πρόγραμμά του και με πολλά κρητικά κομμάτια, που ολοένα κερδίζουν έδαφος.
Η γνωριμία με την Ουρανία
Σε μια γιορτή αντικρίζει για πρώτη φορά τη μετέπειτα σύντροφο της ζωής του Ουρανία Μελαμπινάκη, που για χάρη της τραγουδάει σχεδόν κάθε βράδυ στη γειτονιά της μαντινάδες. «Ψηλώνανε τη λάμπα για να βλέπουν και να γράφουν τις μαντινάδες που έλεγε για μένα», θα αποκαλύψει αρκετά χρόνια αργότερα η ίδια.
Ωστόσο το γεγονός πως υπήρχε τεράστια διαφορά μεταξύ των δύο οικογενειών αναγκάζει το ζευγάρι να κλεφτεί και ο Ξυλούρης να πάει την Ουρανία στους γονείς του στα Ανώγεια, όπου παντρεύονται ανήμερα του Αγίου Κωνσταντίνου το 1958.
Την ίδια χρονιά ο Ξυλούρης ηχογραφεί τον πρώτο του δίσκο με τίτλο «Μια μαυροφόρα που περνά».
Η κάθοδος στην Αθήνα
Θα χρειαστεί όμως να περάσουν 11 χρόνια για να έρθει ο Ξυλούρης στην Αθήνα και να εμφανιστεί για πρώτη φορά στο κοινό. Αυτό γίνεται στο κρητικό κέντρο «Κονάκι». Η επιτυχία είναι τέτοια που τον κάνει να εγκατασταθεί μόνιμα στην Αθήνα με την οικογένειά του, που εν τω μεταξύ έχει και άλλα δύο μέλη, τον Γιώργη και τη Ρηνιώ.
Ένα βράδυ γνωρίζεται με τον Ερρίκο Θαλασσινό, γίνονται φίλοι και ο σκηνοθέτης τον γνωρίζει στον Γιάννη Μαρκόπουλο, με τον οποίο ηχογραφούν – ως πρώτη συνεργασία – την ενότητα τραγουδιών «Το Χρονικό».
Ωστόσο για την ανάδειξη του Ξυλούρη υπάρχει και η εκδοχή πως ο θρυλικός διευθυντής της Columbia, Τάκης Λαμπρόπουλος, ήταν εκείνος που τον ηχογράφησε σε ένα γαμήλιο γλέντι, τον ηχογράφησε και στη συνέχεια έδωσε την κασέτα στον Σταύρο Ξαρχάκο, με τον οποίο επίσης μεγαλούργησε ο Νίκος Ξυλούρης.
Αγνός μαχητής της Δημοκρατίας
Την περίοδο της χούντας ο Ξυλούρης – βαθιά δημοκράτης και από την ίδια του την οικογένεια δηλωμένος Βενιζελικός – γίνεται το σύμβολο του αντιδικτατορικού αγώνα.
Θα μείνει στην ιστορία του Ψαρονίκου μέσα στο υπό κατάληψη Πολυτεχνείο να χαιρετά τους εξεγερμένους φοιτητές, οι οποίοι λίγο αργότερα θα τον σηκώσουν στα χέρια τους και μαζί θα τραγουδήσουν «Πότε θα κάνει ξαστερία».
Η αποθέωση από το κοινό
Ακολουθούν εκτός από τον Μαρκόπουλο, συνεργασίες με τον Χρήστο Λεοντή και τον Χριστόδουλο Χάλαρη, ενώ ο Ξυλούρης θα παίξει και στην θρυλική παράσταση «Το μεγάλο μας τσίρκο», μαζί με την Καρέζη, τον Καζάκο και άλλα μεγάλα ονόματα της εποχής.
Το φευγιό
Το 1979 ένας πολύ περίεργος βήχας σε συνδυασμό με αλλοιώσεις στη φωνή του, όπως αναφέρει σε ένα ντοκιμαντέρ ο αδελφός του, τον οδηγούν στις εξετάσεις και τη σκληρή διάγνωση του καρκίνου.
Άμεσα πηγαίνει στο Memorial της Νέας Υόρκης, όπου υποβάλλεται σε χειρουργική επέμβαση, ωστόσο στις 8 Φεβρουαρίου ξεκινά το ταξίδι για την αιωνιότητα σε ηλικία μόλις 43 ετών.