Νέος Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας ο ιερομόναχος Χριστόφορος
Η ανακοίνωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου για την αγιοκατάταξη του Χριστόφορου Παναγιωτόπουλου (Παπουλάκου).
Αγιοποιήθηκε ο ιερομόναχος Χριστόφορος Παπουλάκος όπως αποφάσισε η Ιερά Σύνοδος στη συνεδρίαση που πραγματοποίησε.
Η μνήμη του νέου αγίου της Ορθόδοξης Εκκλησίας θα γιορτάζεται στις 18 Ιανουαρίου.
Η ανακοίνωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου:
Συνεχιζομένων τῶν ἐργασιῶν τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου, αὕτη ἀπεφάσισεν ὁμοφώνως ὅπως γένηται δεκτή ἡ εἰσήγησις τῆς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος περί κατατάξεως εἰς τό ἁγιολόγιον τῆς Ἐκκλησίας τοῦ μακαριστοῦ ἱερομονάχου Χριστοφόρου Παναγιωτοπούλου τοῦ ἐπιλεγομένου Παπουλάκου, τῆς μνήμης αὐτοῦ ἑορταζομένης κατ᾿ ἔτος τήν 18ην Ἰανουαρίου.
Ἐξ ἄλλου, σήμερον, Παρασκευήν 30ήν τ.μ. Αὐγούστου, ἐγένετο τό Μικρόν καί τό Μέγα Μήνυμα τῆς ἐκλογῆς ὡς Ἐπισκόπου Ἀρίστης τοῦ Πρωτοσυγκέλλου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Αὐστρίας Θεοφ. κ. Μαξίμου (Rudko).
Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας.
Ο βίος του νέου Αγίου της Εκκλησίας
Ο Χριστοφόρος Παναγιωτόπουλος, γνωστός ως Παπουλάκος γεννήθηκε το 1770 στο χωριό Άρμπουνας της Επαρχίας Καλαβρύτων του Νομού Αχαΐας. Αρχικά εργαζόταν ως κρεοπώλης. Ήταν τελείως αγράμματος, όταν πήρε την απόφαση να ακολουθήσει τον μοναχικό βίο. Αρχικά μόνασε στην Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου, ενώ αργότερα ασκήτεψε σε καλύβι κοντά στο χωριό του. Έμεινε στην απομόνωση για περίπου 20 χρόνια κατά τη διάρκεια των οποίων έμαθε γραφή και ανάγνωση. Σε ηλικία 80 ετών πήρε την απόφαση να κηρύξει.
Η φήμη του διαδόθηκε γρήγορα, αφού είχε τον δικό του μοναδικό τρόπο να συνεπαίρνει το κοινό. Κυρίως κήρυττε εναντίον της μοιχείας και της κλοπής, και υπέρ της προσευχής. Μέσα από τα κηρύγματα του καυτηρίαζε την πολιτική της Βαυαρικής διακυβέρνησης στην χώρα και την συγκατάβαση σε αυτήν της Συνόδου της Εκκλησίας. Παραπέμφθηκε ενώπιον του Επισκόπου Καλαβρύτων, ο οποίος τον επέπληξε και του ζήτησε να περιορίσει τα κηρύγματα του.
Έξι μήνες αργότερα ο Παπουλάκος ξεκίνησε περιοδεία στην νότια Πελοπόννησο συγκεντρώνοντας χιλιάδες κόσμο στο πέρασμα του. Ύστερα από πιέσεις, ο βασιλιάς Όθων υπέγραψε διάταγμα για τον περιορισμό του Παπουλάκου σε μοναστήρι. Ο Παπουλάκος κατέφυγε στην Μάνη για να σωθεί. Η αντίδραση της κυβέρνησης ήταν να στείλει άμεσα τον Στρατηγό Γενναίο Κολοκοτρώνη με επιτελείο αξιωματικών για να οργανώσει τη σύλληψή του. Ο στρατός έφτασε τη νύχτα, αλλά το πρωί βρέθηκε περικυκλωμένος από 2.000 Μανιάτες. Ακολούθησε εξέγερση των Μανιατών, ενώ σε πολλές περιπτώσεις ο στρατός έδινε μάχη σώμα με σώμα με τους υποστηρικτές του Παπουλάκου.
Τελικά στις 21 Ιουνίου 1852 συνελήφθη από τον στρατό, ύστερα από προδοσία, και μεταφέρθηκε στις φυλακές του Ρίου όπου έμεινε δύο χρόνια στην απομόνωση. Επρόκειτο να δικαστεί από το κακουργιοδικείο Αθηνών ως στασιαστής, αλλά τα γεγονότα του Κριμαϊκού πολέμου υποχρέωσαν τον Όθωνα να του δώσει αμνηστία. Το 1854 εξορίστηκε στη Μονή Παναχράντου της Άνδρου, όπου απεβίωσε στις 18 Ιανουαρίου 1861 σε ηλικία 91 ετών και ετάφη εκεί. Κατά τη διάρκεια της παραμονή του στο μοναστήρι, δεχόταν πλήθος επισκεπτών. Η σκέψη του επηρεάστηκε πολύ από τον πνευματικό του δάσκαλο Κοσμά Φλαμιάτο, των οποίων η δράση υπήρξε παράλληλη και η διδασκαλία παρόμοια.
Ο Παπουλάκος, ο οποίος απέκτησε πλήθος οπαδών, ακόμη και φανατικών, κήρυττε την πίστη στις παραδοσιακές χριστιανικές ορθόδοξες αξίες, την ανυπακοή στους Βαυαρούς και τις πρακτικές τους (όπως η εισαγωγή γαλλικών και γερμανικών κρατικών θεσμών στην ελληνική πραγματικότητα), κατήγγειλε την απόσχιση της Εκκλησίας της Ελλάδος από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, και καυτηρίαζε τις δυτικές επιρροές και την ανενόχλητη δραστηριότητα ξένων ιεραποστόλων στην Ελλάδα. Έτσι, βρέθηκε αντιμέτωπος με την επίσημη κρατική εξουσία καθώς και με διανοούμενους όπως ο κληρικός Θεόκλητος Φαρμακίδης.