Νέα κρούσματα και νεκροί από κορονοϊό στην Ελλάδα Δευτέρα 21/3
Σε 23.529 ανέρχονται τα νέα κρούσματα κορονοϊού στη χώρα το τελευταίο 24ωρο, σύμφωνα με την ενημέρωση του ΕΟΔΥ. Κατά το ίδιο διάστημα, κατεγράφησαν 58 θάνατοι, με τον αριθμό των νεκρών από την εμφάνιση της πανδημίας να φτάνει τους 17.237.
Παράλληλα, σε 337 ανέρχονται οι διασωληνωμένοι ασθενείς στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας.
Σύμφωνα με την επιδημιολογική έκθεση του ΕΟΔΥ:
Τα νέα εργαστηριακά επιβεβαιωμένα κρούσματα της νόσου που καταγράφηκαν τις τελευταίες 24 ώρες είναι 23.529 , εκ των οποίων 32 εντοπίστηκαν κατόπιν ελέγχων στις πύλες εισόδου της χώρας. Ο συνολικός αριθμός των κρουσμάτων ανέρχεται σε 2.812.182 (ημερήσια μεταβολή +0.8%), εκ των οποίων 49.3% άνδρες. Με βάση τα επιβεβαιωμένα κρούσματα των τελευταίων 7 ημερών, 165 θεωρούνται σχετιζόμενα με ταξίδι από το εξωτερικό και 1.579 είναι σχετιζόμενα με ήδη γνωστό κρούσμα.
Οι νέοι θάνατοι ασθενών με COVID-19 είναι 58, ενώ από την έναρξη της επιδημίας έχουν καταγραφεί συνολικά 26.995 θάνατοι. Το 95.2% είχε υποκείμενο νόσημα ή/και ηλικία 70 ετών και άνω.
Ο αριθμός των ασθενών που νοσηλεύονται διασωληνωμένοι είναι 337 (63.5% άνδρες). Η διάμεση ηλικία τους είναι 69 έτη. To 90.5% έχει υποκείμενο νόσημα ή/και ηλικία 70 ετών και άνω. Μεταξύ των ασθενών που νοσηλεύονται διασωληνωμένοι, 212 (62.91%) είναι ανεμβολίαστοι ή μερικώς εμβολιασμένοι και 125 (37.09%) είναι πλήρως εμβολιασμένοι. Από την αρχή της πανδημίας έχουν εξέλθει από τις ΜΕΘ 4.401 ασθενείς.
Οι εισαγωγές νέων ασθενών Covid-19 στα νοσοκομεία της επικράτειας είναι 303 (ημερήσια μεταβολή -12.43%). Ο μέσος όρος εισαγωγών του επταημέρου είναι 337 ασθενείς.Η διάμεση ηλικία των κρουσμάτων είναι 35 έτη (εύρος 0.2 έως 112 έτη), ενώ η διάμεση ηλικία των θανόντων είναι 79 έτη (εύρος 0.2 έως 106 έτη).
Πόσο αποτελεσματική είναι η τέταρτη δόση
Οι ενισχυτικές δόσεις εμβολίων έναντι του κορονοϊού χρησιμοποιήθηκαν ως μέσο προστασίας έναντι των νεότερων στελεχών, όπως έγινε με το στέλεχος Ομικρον.
Στα πλαίσια αυτά διενεργήθηκε μία μελέτη μη τυχαιοποιημένη που μελέτησε την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα μίας 4ης ενισχυτικής δόσης ενός mRNA εμβολίου είτε της εταιρείας Pfizer είτε της εταιρείας Moderna τέσσερις μήνες μετά την τρίτη δόση σε λειτουργούς υγείας, εκ των οποίων οι 154 έλαβαν τέταρτη δόση με Pfizer και 120 με Moderna.
Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Πάνος Μαλανδράκης, Γιάννης Ντάνασης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τη σχετική δημοσίευση στο διεθνές έγκριτο περιοδικό NEJM.
Περισσότερα αντισώματα μετά την 4η δόση
Μετά την 4η δόση και τα δύο mRNA εμβόλια επάγουν υψηλό τίτλο αντισωμάτων, τόσο IgG όσο και εξουδετερωτικά, συνολικά σε τίτλο 9 έως και 10 φορές υψηλότερο σε σχέση με αυτόν που είχε επιτευχθεί με την τρίτη δόση, χωρίς σημαντική διαφορά ανάμεσα στα εμβόλια των δύο εταιρειών. Ο τίτλος των αντισωμάτων με την πάροδο του χρόνου φαίνεται να φθίνει. Και τα δύο εμβόλια αύξησαν το τίτλο των αντισωμάτων τόσο έναντι του στελέχους όμικρον όσο και έναντι άλλων στελεχών, παρόμοια με την αύξηση που είχε επιφέρει η τρίτη δόση, χωρίς ανεπιθύμητες ενέργειες πλην ήπιων τοπικών αντιδράσεων.
Τι έδειξε το ποσοστό όσων νόσησαν
Όσο αφορά το ποσοστό αυτών που νόσησαν: νόσησε το 25% στην ομάδα ελέγχου (τρείς δόσεις εμβολίου), το 18,3% μετά την τέταρτη δόση Pfizer και το 20,7% μετά την τέταρτη δόση Moderna. Η αποτελεσματικότητα έναντι οποιουδήποτε στελέχους SARS-CoV-2 για το εμβόλιο της Pfizer ήταν 30% και 11% για της Moderna, χωρίς το αποτέλεσμα αυτό να είναι στατιστικά σημαντικό, ωστόσο οι περισσότεροι ανέφεραν ήπια συμπτώματα. Η προστασία έναντι στη συμπτωματική νόσο ήταν 43% για τη Pfizer και 31% για τη Moderna μετά την τέταρτη δόση στην ομάδα των ασθενών που μελετήθηκε, ενώ το μέγιστο ποσοστό αποτελεσματικότητας μέσα στα όρια αξιοπιστίας της συγκεκριμένης μελέτης ήταν το 65%.
Με βάση τα αποτελέσματα αυτά, μία 4η δόση είναι ασφαλής και συμβάλλει στην αποκατάσταση του τίτλου των αντισωμάτων σε υψηλά επίπεδα, αλλά η αποτελεσματικότητα έναντι στη συμπτωματική νόσο δεν ήταν υψηλή, ενώ όσοι νόσησαν είχαν σχετικά υψηλά ιικά φορτία, άρα ήταν και μεταδοτικοί. Συνεπώς, μία τέταρτη δόση φάνηκε να έχει ένα οριακό όφελος μη στατιστικά σημαντικό σε αυτό το πληθυσμό, που δεν συμπεριέλαβε γηραιότερους και ευάλωτους πληθυσμούς.