Νάσος Ηλιόπουλος: Εικόνες σαν αυτές με την έξωση της Ιωάννας Κολοβού δεν είδαμε ούτε στις πιο σκληρές στιγμές της χρεοκοπίας
«Εικόνες σαν αυτές που είδαμε με την έξωση της κ. Κολοβού τη Δευτέρα, δεν είχαμε δει ούτε το 2010-14, στις πιο σκληρές στιγμές της ελληνικής χρεοκοπίας. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έφερε έναν πτωχευτικό νόμο που ούτε το ΔΝΤ δεν είχε τολμήσει να προτείνει», δήλωσε ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Νάσος Ηλιόπουλος, μιλώντας χθες βράδυ στον τηλεοπτικό σταθμό «ΑΡΤ TV».
Είπε ότι «από το 2019 μέχρι σήμερα το χρέος στα ασφαλιστικά ταμεία έχει αυξηθεί 8 δισ. και άλλα 8 δισ. το χρέος στην εφορία, αυξάνεται ξανά η φτώχεια στη χώρα μας, ενώ πλέον βλέπουμε σπασμένες πόρτες και συνταξιούχους να χάνουν το σπίτι τους για 15.000 χρέος στην τράπεζα, την ίδια στιγμή που τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου χρωστούν πάνω από 12 εκατ. ευρώ».
Κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι δουλεύει για τα συμφέροντα των λίγων και ισχυρών, σχολίασε ότι «αν είσαι πάροχος ενέργειας, έχεις κάθε λόγο να είσαι ευχαριστημένος γιατί έχεις πάρει 7 δισ. επιδοτήσεις τη στιγμή που έχεις 166% κερδοφορία, αν έχεις ένα μεγάλο ιδιωτικό κολέγιο είσαι πολύ χαρούμενος γιατί η κυβέρνηση σου στέλνει πελατεία κόβοντας παιδιά από το δημόσιο πανεπιστήμιο».
Στο ίδιο πνεύμα είπε ότι «αν έχεις ιδιωτική κλινική, είσαι επίσης χαρούμενος γιατί η κυβέρνηση φρόντισε να περάσεις όλη την πανδημία χωρίς καμία εμπλοκή με την covid και να έχεις θησαυρίσει, αν έχεις μια ιδιωτική ασφαλιστική εταιρεία είσαι χαρούμενος με την ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης».
Τόνισε ότι «υπάρχει ένα μέρος της κοινωνίας που αυτές τις δύσκολες μέρες έχει κερδοφορία. Όμως δεν είναι η πλειοψηφία».
Σχετικά με την υπόθεση των παρακολουθήσεων είπε μεταξύ άλλων ότι η κυβέρνηση δεν έχει απαντήσει γιατί έγιναν οι παρακολουθήσεις Ανδρουλάκη-Κουκάκη, «αναφέρεται γενικά σε λόγους εθνικού συμφέροντος και κρύβεται πίσω από το απόρρητο». «Δεν γίνεται να πάμε σε εκλογές και ο κ. Μητσοτάκης να μην έχει δώσει απαντήσεις», υπογράμμισε.
Σημείωσε ότι «το κυριακάτικο "Βήμα" αναφέρει, με αρχικά, τα ονοματεπώνυμα των αστυνομικών που αποσπάστηκαν στην ΕΥΠ για να κάνουν χρήση του Predator» και πως «φαίνεται ότι το Predator είναι… κρατική υπηρεσία».
«Το συγκεκριμένο δημοσίευμα δεν το διέψευσε ούτε η αστυνομία, ούτε ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, ούτε ο κ. Πιερρακάκης -γιατί αυτά γίνονται στο ΚΕΤΥΑΚ με το οποίο συνδέεται το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης», τόνισε, προσθέτοντας ότι «σύμφωνα δε με το ρεπορτάζ του insidestory, το δημόσιο αγόρασε το Predator έναντι 7 εκατ. ευρώ».
«Είναι φανερό ότι υπάρχει ένα κοινό παρακρατικό κέντρο που συντόνιζε ΕΥΠ και Predator. Και στην περίπτωση του κ. Ανδρουλάκη αλλά και στην περίπτωση Κουκάκη, η ΕΥΠ και το Predator βρίσκονταν σε έναν παράξενο συγχρονισμό, ενώ και ο κ. Σπίρτζης δέχτηκε μήνυμα μολυσμένο με το Predator την ίδια μέρα που κατέθεσε ερώτηση για την ΕΥΠ», δήλωσε.
Σχολίασε ότι «οποιοσδήποτε έπεφτε θύμα ληστείας θα πήγαινε στην αστυνομία» και ότι «δεν γίνεται ο κ. Μητσοτάκης να υπονοεί ότι ο ίδιος και η κυβέρνησή του είναι θύματα των παρακολουθήσεων και να μην έχει κάνει ήδη "φύλλο και φτερό" την Intellexa, την εταιρεία που εμπορεύεται το Predator στην Ελλάδα». Πρόσθεσε ότι «μία από τις πρώτες κινήσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη, όταν ανέλαβε, ήταν να πάρει υπό την εποπτεία του την ΕΥΠ.
Επίσης άλλαξε το νόμο για να βάλει δικό του διοικητή στην ΕΥΠ, κατήργησε την δυνατότητα της ΑΔΑΕ να ενημερώνει τον πολίτη για την άρση του απορρήτου του».
Συμπλήρωσε ότι «έλεγχοι στην Intellexa και στην Krikel δεν έχουν γίνει, μάλιστα οι τραπεζικοί λογαριασμοί των δύο εταιρειών έφτασαν στη Βουλή αφού είχε ολοκληρωθεί η εξεταστική» και πως «οι κύριοι Λαβράνος και Μπίτζιος δεν εμφανίστηκαν ποτέ».
«Όλα αυτά», σημείωσε, «είναι τόσο πολλές ενδείξεις ενοχής που μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν είναι αθώος σε αυτήν την υπόθεση, δεν ξέρουμε κανέναν αθώο να κρύβεται».
Υπογράμμισε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα συνεχίζει να ζητά κοινοβουλευτικές απαντήσεις, σημειώνοντας ότι «μέχρι στιγμής ο Αλέξης Τσίπρας έχει καταθέσει τέσσερις ερωτήσεις στον κ. Μητσοτάκη και εκείνος δεν έρχεται στη Βουλή να απαντήσει».