Μικρό και επιτελικό σχήμα #not
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε αναρωτηθεί, με αφορμή την δολοφονία Λαμπράκη «ποιος κυβερνά αυτόν τόπο;», ενώ ο εκλεγμένος διάδοχός του στην πρωθυπουργία Γεώργιος Παπανδρέου είχε δηλώσει «ο Βασιλεύς βασιλεύει και ο λαός κυβερνά».
Μετά από περίπου 55 χρόνια περίπου μετά, η αστική δημοκρατία έχει εδραιωθεί, η διάκριση εξουσιών έχει εμπεδωθεί, οι θεσμοί δεν κινδυνεύουν.
Το ερώτημα όμως παραμένει επίκαιρο: “ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο: μία αποκεντρωμένη δημόσια διοίκηση ή η εκάστοτε συγκεντρωτική κυβέρνηση;”. Ο λαός εξακολουθεί να κυβερνά, μέσω του εκάστοτε κομματικού συστήματος. Ο Βασιλεύς αντικαταστάθηκε με τον εκάστοτε ένοικο του Μεγάρου.
Πάγια μεταπολιτευτική προεκλογική υπόσχεση αποτελούσε ο σχηματισμός ενός μικρού και ευέλικτου κυβερνητικού σχήματος. Από την πρώτη (εκλεγμένη) κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή των 19 Υπουργών και 16 Υφυπουργών, φτάσαμε σοτυς 20 Υπουργούς, 8 Αναπληρωτές και 15 Υφυπουργούς του Ανδρέα Παπανδρέου (1989, τελευταία κυβέρνηση). Από τους 36, στους 44 (περιλαμβανομένων των Πρωθυπουργών), για να φτάσουμε στην πρόσφατα ανασχηματισθείσα κυβέρνηση των 19 υπουργών, 6 Αναπληρωτών και 32 υφυπουργών, σύνολο 59 συμπεριλαμβανομένων του Πρωθυπουργού και του Αντιπροέδρου.
Ένα κρίσιμο ερώτημα τίθεται από την αύξηση των μελών του Υπουργικού Συμβουλίου: γιατί οι αρμοδιότητες πολλών εξ αυτών δεν περνάνε σε επιτελικούς Γενικούς ή/και Ειδικούς Γραμματείς ή/και Διευθυντές της δημόσιας διοίκησης αλλά διατηρούνται σε επίπεδο εκτελεστικής εξουσίας;
Αναφέρομαι σε κάποια ενδεικτικά παραδείγματα:
1. Σε καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν υπάρχει ανεξάρτητο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης. Εμείς έχουμε αρμόδιο υπουργό, με δύο υφυπουργούς.
2. Σε καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν υπάρχει ο θεσμός του Υπουργού Αναπληρωτή, θεσμός ο οποίος δεν έχει πολιτικό νόημα. Εμείς έχουμε 6.
Γιατί οι αρμοδιότητες δεν μεταφέρονται στην δημόσια διοίκηση, με την παράλληλη κατάργηση των θέσεων (υφ)υπουργών; Με ότι αυτό σημαίνει για την κατάργηση θέσεων μετακλητών, ή την μείωση των λειτουργικών κόστων των υπουργείων.
Η καθιέρωση επί θητεία Γενικών ή/και Ειδικών Γραμματέων ή/και Διευθυντών, οι οποίοι θα προέρχονται από την δημόσια διοίκηση και θα έχουν αρμοδιότητες εφαρμογής πολιτικών, ενέχει τα ακόλουθα πλεονεκτήματα:
1. Eξασφαλίζεται ο μακροπρόθεσμος σχεδιασμός και υλοποίηση πολιτικών από τους επιτελικούς των Υπουργείων. Επιτελικοί, οι οποίοι εκ των ένδον γνωρίζουν τις απαιτήσεις, τις προκλήσεις και τις ατέλειες του τομέα τους.
2. Περιορίζεται η εμπλοκή των (υφ)υπουργών σε καθαρά επιτελικό ρόλο. Παραμένουν πολιτικά υπόλογοι για τις πολιτικές που σχεδιάζονται και υλοποιούνται, σε συμφωνία με τους τεχνοκράτες και επιτελικούς των τομέων ευθύνης τους.
Ελέγχουν, ως εκπρόσωποι των πολιτών, ότι η πολιτική εφαρμόζεται βάσει των κείμενων διατάξεων.
Επανέρχομαι πάλι με δύο παραδείγματα:
1. Γιατί χρειαζόμαστε υφυπουργό (πολιτικό προϊστάμενο) για την ένταξη των προσφύγων/ μεταναστών, όταν υπάρχει και σχετική Γενική Γραμματεία στο αρμόδιο υπουργείο?
2. Γιατί χρειαζόμαστε Υπουργείο Δημόσιας Τάξης, με τριμελή πολιτική ηγεσία, όταν θα μπορούσε η διοίκηση της Αστυνομία, υπόλογη είτε στο Υπουργείο Εσωτερικών ή αυτό της Δικαιοσύνης.
Μόνιμη επωδός; Υπάρχουν εσωκομματικές ισορροπίες που πρέπει να ληφθούν υπόψη.
Αναφέρω ενδεικτικά μερικές καλές πρακτικές από την ΕΕ: Στην Ολλανδία έχουν 4κομματική κυβέρνηση με σύνολο 22 μέλη. Η Ισπανία διαθέτει δικομματική κυβέρνηση μειοψηφίας 18 μελών. Τέλος, η Φιλανδία 19μελή κυβέρνηση συνασπισμού 5 κομμάτων. Με υπουργεία των οποίων το όνομα δεν αλλάζει κατά το δοκούν, με αρμοδιότητες, οι οποίες δεν μεταφέρονται ανάλογα με το κύρος του κάθε πρωτοκλασάτου στελέχους.
Εκεί δεν έχουν εσωκομματικές ισορροπίες; Οι εσωκομματικές ισορροπίες κατά τον σχηματισμό μίας πολυκομματικής κυβέρνησης είναι σαφώς ισχυρότερες από αυτές μίας μονοκομματικής.
Τι μας χωρίζει από τις δυτικοευρωπαϊκές χώρες; Η δημόσια διοίκηση, το κράτος, λειτουργεί ανεξάρτητα από την εκάστοτε κυβέρνηση. Η δημόσια διοίκηση έχει πλήρεις αρμοδιότητες στην πρόταση και υλοποίηση πολιτικών, σε συμφωνία και συνεργασία με τον εκάστοτε πολιτικό προϊστάμενο. Ρόλος του υπουργικού συμβουλίου είναι η επίβλεψη της εύρυθμης λειτουργίας των κρατικών δομών. Εντός του νομικού πλαισίου, στο όριο του κράτους δικαίου και των αρμοδιοτήτων του, προς όφελος του πολίτη. Η δημόσια διοίκηση λειτουργεί χωρίς άνωθεν παρεμβάσεις, δίνει μόνο αναφορά πεπραγμένων στους εκπροσώπους του λαού. Προετοιμάζει Σχέδια Δράσης πολιτικής, για την υλοποίηση των οποίων διαθέτει τόσο την τεχνογνωσία όσο και τα μέσα να εφαρμόσει.
Στην Ευρώπη, έχουν λύσει αντίστοιχα θέματα ρόλων και σχέσεων κυβέρνησης- κράτους, οι ρόλοι και οι αρμοδιότητες είναι διακριτοί και παγίως συμφωνημένοι.
Στην Ελλάδα βρισκόμαστε ακόμα στον 19ο αιώνα, δε μπορούμε να ξεφύγουμε από τον πατερναλιστικό ρόλο της κυβέρνησης. Εκλέγουμε την κυβέρνηση όχι για να κυβερνά, αλλά για να διορίζει, να καθοδηγεί την δημόσια διοίκηση, ανάλογα με τις δημοσκοπήσεις. Χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το πολιτικό κόστος.
Στην Ευρώπη του 21ου αιώνα, η δημόσια διοίκηση «κυβερνά». Στην Ελλάδα κυβερνά το πολιτικό κόστος.
Αν θέλουμε να προχωρήσουμε σε μεταρρύθμιση του Κράτους, πρώτη προτεραιότητα είναι αυτό να καταστεί επιτελικό. Με σταθερές και ολιγάριθμες δομές, είτε σε κυβερνητικό είτε σε πολιτειακό επίπεδο. Κατάτμηση των αρμοδιοτήτων του είτε στην αυτοδιοίκηση, περιφερειακή ή δημοτική, είτε στην καθ’ύλην αρμόδιες υπηρεσίες. Οι οποίες θα αναδειχθούν στον στρατηγικό βραχίωνα λειτουργίας του κράτους.
Προτεραιότητα δεν είναι οι διορισμοί πολιτικού προσωπικού και κομματικών στρατιών. Προτεραιότητα είναι η δημιουργία ενός ορθολογικού κράτους της κοινής λογικής.
Προτεραιτότητα είναι η δημόσια διοίκηση να «κυβερνά». Όχι ανεξέλεγκτα, βάσει ενός σύγχρονου θεσμικού και πολιτειακού πλαισίου. Στρατηγικά και με τεχνογνωσία.
Μακρυά από το φόβητρο των πρόωρων εκλογών, του κομματικού κόστους και της επανεκλογής.