Μάριος Παπαγεωργίου: Τα στοιχεία που καίνε τους συλληφθέντες - Στον Ανακριτή γιος του "εγκεφάλου"
Ραγδαίες είναι οι εξελίξεις στην πολύκροτη υπόθεση αρπαγής και δολοφονίας του Μάριου Παπαγεωργίου, έστω και έπειτα από 11 ολόκληρα από τον Αύγουστο του 2012, όταν τελέστηκε το ειδεχθές έγκλημα.
Μετά την πάροδο όλων αυτών των ετών, εκδόθηκαν τα πρώτα εντάλματα σύλληψης και συνελήφθησαν δύο άντρες 53 και 54 χρόνων για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συναυτουργία και αρπαγή κατά συναυτουργία. Εντωμεταξύ, οικειοθελώς παρουσιάστηκε σήμερα στον αρμόδιο Ανακριτή και ένας από τους γιους του φερόμενου «εγκεφάλου» και εν ενεργεία αστυνομικός, και έλαβε κλήση για απολογία.
Την Παρασκευή θα απολογηθούν οι δύο πρώτοι συλληφθέντες και αναμένονται ακόμη τουλάχιστον τρία εντάλματα για τους συνολικά οκτώ εμπλεκομένους με την υπόθεση.
Το 2012 ο «εγκέφαλος» είχε συστήσει δύο εγκληματικές ομάδες, την πρώτη που αποπειράθηκε να κάνει την απαγωγή του Μάριου για λύτρα και στο τέλος τον σκότωσε, και τη δεύτερη που εξαιτίας της αποτυχίας της πρώτης ανέλαβε να απαγάγει την μητέρα του Βαρβάρα. Τότε, η Αστυνομία είχε καταφέρει να εξαρθρώσει μόνο την δεύτερη ομάδα και από βιασύνη έχασε πολύτιμα στοιχεία που οδηγούσαν στα ίχνη και της πρώτης.
Την ύπαρξή της αναγνώρισε, όμως, το δικαστήριο με την απόφασή του με την καταδίκη του «εγκεφάλου» και των υπολοίπων εμπλεκομένων και οδήγησε την υπόθεση σε νέα έρευνα. Η δημοσιογράφος Αγγελική Νικολούλη και ο γενετιστής Γιώργος Φιτσιάλος ανακάλυψαν το αίμα του αδικοχαμένου Μάριου στο πορτ μπαγκάζ του αυτοκινήτου του και στον πυροσβεστήρα, που πιθανόν χρησιμοποιήθηκε για να τον χτυπήσουν.
Ο Καναδός ερευνητής που όρισε η οικογένεια αποκωδικοποίησε όλες εκείνες της τηλεφωνικές συνομιλίες, τις οποίες είχε αγνοήσει η ΕΛ.ΑΣ, και παρέδωσε έκθεση που άνοιγε τον δρόμο για τις νέες συλλήψεις. Έκτοτε, πέρασαν χρόνια και η δικογραφία άλλαξε πολλά απρόθυμα χέρια, μέχρι που έφτασε στα χέρια του σημερινού Ανακριτή της υπόθεσης.
Ο τελευταίος Ανακριτής, που ανέλαβε την υπόθεση του Μάριου Παπαγεωργίου, αποδείχτηκε πολύ δραστήριος εν αντιθέσει με τους προκατόχους του και έτσι πριν από ένα εξάμηνο, ζήτησε από το Τμήμα Εγκλημάτων κατά Ζωής να γίνουν μια σειρά από στοχευμένες έρευνες.
Οι έρευνες και τα στοιχεία που οδήγησαν σε συλλήψεις
Ζητήθηκε να ελεγχθεί ο χώρος της παλιάς βάσης του ΝΑΤΟ στον Κιθαιρώνα, που ανέφερε στην έκθεσή του ο Καναδός ερευνητής ως πιθανός πρώτος και προσωρινός χώρος απόθεσης της σορού του Μάριου μετά τη δολοφονία του. Κλιμάκιο αστυνομικών της Ασφάλειας και της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών εξέτασε το παράπηγμα που τους υποδείχθηκε, χωρίς ωστόσο να ανακαλύψουν κρίσιμες αποδείξεις από τυχόν γενετικά υλικά, κάτι που μπορεί να εξηγηθεί και από την πάροδο 10 ετών μέχρι την έρευνα στο σημείο.
Ο Ανακριτής ζήτησε επίσης από το Ανθρωποκτονιών να γίνει μια σειρά από απομαγνητοφωνήσεις των συνομιλιών των εμπλεκομένων στην υπόθεση, με αποτελέσματα όμοια με αυτά του Καναδού ερευνητή, όπου εικάζεται πως όντως τα Βίλια ενδεχομένως να έπαιξαν κάποιο σημαντικό ρόλο στην υπόθεση, με άγνωστη όμως ακόμα την τελική τοποθεσία απόθεσης και εξαφάνισης της σορού του Μάριου.
Ακόμη, ελέγχθηκε η BMW που δανείστηκαν τα μέλη του κυκλώματος της πρώτης ομάδας και χρησιμοποίησαν στην απαγωγή και δολοφονία του Μάριου, στο οποίο σύμφωνα με την έκθεση του Καναδού ερευνητή, από την πάλη δημιουργήθηκαν κάποιες φθορές στην ταπετσαρία και το πήγαν για επισκευή.
Σε αυτό το όχημα οι ερευνητές των Εγκληματολογικών Ερευνών κυριολεκτικά ξήλωσαν τις ταπετσαρίες και το έλεγξαν σπιθαμή προς σπιθαμή και πάλι όμως πιθανόν λόγω της παρέλευσης όλων αυτών των ετών δεν βρέθηκε το παραμικρό.
Ουσιαστικά από τις πρόσθετες έρευνες που ζητήθηκαν και έγιναν, ο ένας από τους συλληφθέντες, ο 54χρονος Μ.Κ. και ιδιοκτήτης του κόκκινου FIAT DOBLO «καίγεται» από τις ενέργειές του.
Πρόκειται για το όχημα που αναφέρουν στις συνομιλίες τους τα μέλη της συμμορίας, πως με αυτό πήγαν κάρβουνα στην περιοχή της Παλαιάς Εθνικής Οδού Αθηνών-Θηβών. Όπως εικάζεται με αυτό το όχημα μετέφεραν την σορό του Μάριου στην τελική περιοχή απόθεσης και εξαφάνισής του.
Ο ίδιος φαίνεται ότι αντιλήφθηκε πως οι Αρχές έφταναν στα ίχνη του και φρόντισε στις αρχές του 2021 να κάψει το φορτηγάκι του στην οδό Ηρακλειδών, στα Πετράλωνα. Οι αστυνομικοί εντόπισαν όμως μάρτυρες που αναγνωρίζουν το συγκεκριμένο πρόσωπο ως τον εμπρηστή του οχήματος.
Στην έκθεση του ο Καναδός ερευνητής, καταλήγει πως στις 28 Αυγούστου 2012, στις 11 το πρωί, πραγματοποιήθηκε η τελική συνάντηση του «εγκέφαλου» και των δύο συλληφθέντων, για τις τελευταίες συνεννοήσεις πριν την εξαφάνιση της σορού του άτυχου Μάριου Παπαγεωργίου.
Έπειτα από αυτήν τη συνάντηση, οι δυο κατηγορούμενοι έφυγαν με το κόκκινο φορτηγάκι και μερικές σακούλες με κάρβουνο. Αργότερα και ενώπιον των δικαστικών Αρχών, θα επικαλεστούν πως τα κάρβουνα ήθελαν να τα πουλήσουν σε ταβέρνες στην Παλαιά Εθνική οδό Αθηνών-Θηβών, ισχυρισμός που δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ.
Ένα ακόμη σημείο που οι ισχυρισμοί τους καταρρίπτονται είναι η αναφορά τους στις μεταξύ τους συνομιλίες πως είχαν οδηγήσει έως και 400 χλμ. εκείνη την ημέρα, απόσταση δηλαδή πολλαπλάσια εκείνης που ισχυρίστηκαν στις δικαιολογίες τους.
Στο ταξίδι της επιστροφής, μισή ώρα πια μετά τις 9 το βράδυ, ο "εγκέφαλος" κάλεσε τον 53χρονο, ενώ ο συνεργός του οδηγούσε το φορτηγάκι του εκείνη την στιγμή:
"Εγκέφαλος": "Το φτιάξατε; Κάνατε τη δουλειά;"
Γ.Κ. (53χρονος): "Τελείωσε, τελείωσε, τελείωσε".
Την επόμενη ημέρα το πρωί, ο ίδιος λέει στον "εγκέφαλο" που τον κάλεσε για να βρεθούν, ότι είναι πεθαμένοι στην κούραση και δεν μπορεί να τον συναντήσει:
Γ.Κ. (53χρονος): "Όχι. Ίσως το βράδυ. Δεν φαντάζεσαι πόσο απαίσια ήταν η μυρωδιά από τα καμένα".
Οι δύο συλληφθέντες που φέρονται ως επιβαίνοντες στο κόκκινο φορτηγάκι εκείνη την ημέρα φαίνεται πως συμμετείχαν και στο ραντεβού της Νέας Περάμου, όπου έγινε η αρπαγή και δολοφονία του Μάριου Παπαγεωργίου.
Ο 54χρονος που έκαψε το φορτηγάκι για να μην αφήσει στοιχεία πίσω του, είναι ο πιο «σκληρός» από τους δύο, αφού ακόμα και όταν συνελήφθη έξω από την εργασία του με το σχετικό ένταλμα που είχε εκδοθεί σε βάρος του από τον Ανακριτή, αρνήθηκε να δώσει το παραμικρό στοιχείο στους αστυνομικούς, ακόμη και το τηλέφωνό ή τη διεύθυνση κατοικίας του.