Μάκης Βορίδης: Προτεραιότητα της δεύτερης τετραετίας, η αύξηση του εισοδήματος των Ελλήνων
«Οι πολίτες ξέρουν ότι οι μόνοι που υλοποιούν ένα συγκεκριμένο, συνεκτικό σχέδιο για το έθνος είναι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας».
«Δουλεύουμε για την υλοποίηση του κυβερνητικού προγράμματος και με βάση αυτό θα κριθούμε», επισημαίνει ο υπουργός Επικρατείας Μάκης Βορίδης , στη συνέντευξή του στη Realnews. Ενώ, σε άλλο σημείο, διαμηνύει πως «όσοι προσπαθούν να παρουσιάσουν ότι η κυβέρνηση έχει απολέσει την εμπιστοσύνη των πολιτών, διαβάζουν λάθος τη συμπεριφορά του εκλογικού σώματος». Εν όψει της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, εξ άλλου, υπογραμμίζει ότι η αύξηση του εισοδήματος είναι η προτεραιότητα της δεύτερης τετραετίας.
Ερωτηθείς, συγκεκριμένα, για τις προτεραιότητες του επόμενου διαστήματος, αλλά και το στίγμα της παρέμβασης του πρωθυπουργού στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, ο υπουργός Επικρατείας σημειώνει πως «η Νέα Δημοκρατία εκλέχθηκε για την υλοποίηση ενός συγκεκριμένου κυβερνητικού προγράμματος. Το πρόγραμμα αυτό θα υλοποιηθεί σε βάθος τετραετίας και θα το αποτιμήσουν οι πολίτες στο σύνολο του πολιτικού κύκλου. Έχει σημασία να γίνει αντιληπτό και να επισημαίνεται ότι το κυβερνητικό πρόγραμμα αυτό έχει συγκεκριμένες ιδεολογικές και πολιτικές αρχές οι οποίες εφαρμόζονται. Δεν είναι απλώς ένα άθροισμα διαχειριστικών πράξεων. Επίσης πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι το πρόγραμμα αυτό υλοποιείται μέσα σε ένα συγκεκριμένο διεθνές πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον».
Και, στο δια ταύτα, «προτεραιότητα λοιπόν βασική της δεύτερης τετραετίας μας, είπαμε ότι είναι η αύξηση του εισοδήματος των Ελλήνων πολιτών. Το γεγονός ότι 5 χρόνια πριν η ανεργία ήταν στο 18% και τώρα είναι περίπου 9,6%, σημαίνει αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος και δημιουργία εκατοντάδων χιλιάδων νέων θέσεων εργασίας. Δεν έγιναν τυχαία. Δημιουργήθηκαν γιατί προσελκύουμε επενδύσεις, γιατί αξιοποιούμε τα χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης, του ΕΣΠΑ και του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. Οι επενδύσεις δεν προσελκύονται από μόνες τους. Έρχονται γιατί εμπιστευόμαστε την ιδιωτική οικονομία, γιατί μειώνουμε τους φορολογικούς συντελεστές, γιατί μειώνουμε το κόστος των ασφαλιστικών εισφορών, γιατί απλοποιούμε και επιταχύνουμε τις αδειοδοτήσεις».
Όλα αυτά, σύμφωνα με τον Μ. Βορίδη, είναι «πολύ πρακτικές συνέπειες μιας μεγάλης ιδεολογικής μάχης που κερδήθηκε: της μάχης της ελευθερίας απέναντι στις σοσιαλιστικές και κολλεκτιβιστικές οικονομικές αντιλήψεις. Άρα προφανώς αυτή η οικονομική ανάπτυξη επέτρεψε την αύξηση του κατώτατου μισθού αλλά και την αύξηση των μισθών στον ιδιωτικό τομέα. Η αποτελεσματική εκτέλεση του προϋπολογισμού και η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων είναι που επέτρεψε να δοθούν αυξήσεις στους δημοσίους υπαλλήλους και στους συνταξιούχους. Και είναι μια βαθιά ιδεολογική, και όχι απλά τεχνική επιλογή, η διατήρηση των πειθαρχημένων δημόσιων οικονομικών. Άρα η κυβέρνηση θα συνεχίσει να κάνει τη δουλειά της σε όλους τους τομείς δημόσιας πολιτικής και να αγωνίζεται σε όλα τα μέτωπα», επισημαίνει στην απάντησή του.
Ενώ στο ερώτημα αν η βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών αποτελεί στρατηγική επιδίωξη της κυβέρνησης για τη δεύτερη τετραετία, δεν κρύβει ότι «η βελτίωση της καθημερινότητας προφανώς και αποτελεί στόχο της κυβέρνησης», αλλά, σπεύδει να διευκρινίσει, ότι «αυτού του τύπου η στοχοθεσία, αν απομονωθεί, αποχρωματίζει και αποϊδεολογικοποιεί τη συζήτηση. Σε τελευταία ανάλυση, όλοι οι πολιτικοί, όλες οι κυβερνήσεις, όλα τα πολιτικά συστήματα ανταγωνίζονται γιατί υπόσχονται και ευαγγελίζονται μια καλύτερη καθημερινότητα: ποιος δεν θέλει καλύτερα σχολεία, καλύτερα νοσοκομεία, καλύτερους δρόμους; καλύτερη αστυνόμευση, καλύτερα πανεπιστήμια, καλύτερους μισθούς; Προφανώς λοιπόν η μεγάλη πολιτική συζήτηση δεν είναι αυτοί οι στόχοι, που τους διακηρύσσουν άπαντες, αλλά με ποιες πολιτικές μπορεί να επιτευχθούν όσο το δυνατόν περισσότερα για όσο το δυνατόν περισσότερους;».
Συμπερασματικώς, «ο στόχος μας είναι η υλοποίηση του κυβερνητικού μας προγράμματος, όσων δεσμευθήκαμε ότι θα κάνουμε, και μέσω αυτού η βελτίωση της καθημερινότητας. Άρα, με αυτήν την έννοια προφανώς πάντα ενδιαφέρει η βελτίωση των συνθηκών ζωής των πολιτών, αλλά όχι με την έννοια του ότι υποσχεθήκαμε τον επίγειο παράδεισο, αλλά με την έννοια ότι δεσμευθήκαμε για την επίτευξη συγκεκριμένων προγραμματικών στόχων. Είπαμε για παράδειγμα ότι μέχρι το τέλος της τετραετίας θα πετύχουμε ο μέσος μισθός να έχει ανέβει στα 1.500 ευρώ και θα κριθούμε σε σχέση με αυτόν το στόχο στο τέλος της τετραετίας. Είπαμε για παράδειγμα ότι θα μειώσουμε τις ασφαλιστικές εισφορές στις επιχειρήσεις. Άρα δουλεύουμε για την υλοποίηση του κυβερνητικού προγράμματος και με βάση αυτό θα κριθούμε».
Σε ερώτημα για τις πηγές κοινωνικής δυσαρέσκειας, εν πρώτοις υπενθυμίζει ότι, ως κυβέρνηση, «έχουμε αναλύσει τις αιτίες του εκλογικού αποτελέσματος των ευρωεκλογών. Και έχουμε δημόσια συζητήσει για αυτές. Ο ανασχηματισμός του Ιουνίου ήταν μία πρώτη πολιτική απάντηση σε αυτές». Και, εν συνεχεία, παραθέτει την εκτίμησή του ότι «οι εξαγγελίες στη ΔΕΘ θα περιλαμβάνουν και απαντήσεις σε επίπεδο συγκεκριμένων πολιτικών για τα ζητήματα αυτά. Από την άλλη, όσοι προσπαθούν να παρουσιάσουν ότι η κυβέρνηση έχει απολέσει την εμπιστοσύνη των πολιτών, διαβάζουν λάθος τη συμπεριφορά του εκλογικού σώματος: Αντιθέτως, σήμερα περισσότερο από ποτέ, περισσότερο από κάθε άλλη πολιτική στιγμή, οι πολίτες έχουν στρέψει στην κυβέρνηση τις ελπίδες τους».
Όπως, άλλωστε, υπογραμμίζει ο Μ. Βορίδης, «ακόμα και στις τελευταίες, δύσκολες για εμάς, ευρωεκλογές, οι πολίτες έβγαλαν τη Νέα Δημοκρατία πρώτη με 14 μονάδες από το δεύτερο κόμμα. Οι πολίτες δεν αλλάζουν την επιλογή τους: ξέρουν ότι οι μόνοι που υλοποιούν ένα συγκεκριμένο, συνεκτικό σχέδιο για το έθνος είναι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Και γι' αυτό πιέζουν, για αυτό γινόμαστε δέκτες των αιτημάτων τους, γιατί είμαστε το μόνο κέντρο που μπορεί πραγματικά να επιλύσει τα θέματα τους».
Ενώ στο ερώτημα, Κέντρο ή Δεξιά; απαντά ως εξής: «Λυμένο θέμα: κεντρώα ιδεολογία δεν υπάρχει. Το κέντρο είναι πολιτική και εκλογική συμπεριφορά, είναι οι μετακινούμενοι ψηφοφόροι, αυτοί που δεν είναι αγκιστρωμένοι ιδεολογικά, αυτοί που κάθε φορά αναζητούν το κόμμα που θα ψηφίσουν σε αντίθεση με άλλους, που, λόγω των ιδεολογικών τους πεποιθήσεων, δεν μετακινούν την ψήφο τους».
Αυτό όμως που «σήμερα ενώνει στη Νέα Δημοκρατία ανθρώπους με διαφορετικές πολιτικές καταγωγές, με διαφορετικές πολιτικές διαδρομές, είναι ακριβώς ένα συνεκτικό ιδεολογικά κυβερνητικό πρόγραμμα, που αποτυπώνει μία συμφωνία σε μεγάλες στρατηγικές επιλογές: Ευρωπαϊκή Ένωση, ΝΑΤΟ, υπεράσπιση της εθνικής κυριαρχίας, ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων της χώρας, περιοριστική μεταναστευτική πολιτική, ελεύθερη οικονομία, προσέλκυση επενδύσεων, μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης, επιβολή του νόμου και της τάξης, αυστηρή ποινική νομοθεσία, ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και στήριξη των πιο αδύναμων συμπολιτών μας. Όλα αυτά εγώ, ως Δεξιός, τα λέω Δεξιά, αλλά χαίρομαι που με όλα αυτά αισθάνονται άνετα και τα υποστηρίζουν άνθρωποι που προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ ή και αριστερότερα και τα ονομάζουν Κέντρο. Δεν με πειράζει, ίσα-ίσα, με χαροποιεί το ευρύχωρο της παράταξης. Και αυτή είναι η σύνθεση που έχει οδηγήσει σε συνεχείς εκλογικές νίκες και την οποία πιστώνεται προσωπικά ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Άρα δεν χρειάζεται να στρίψουμε προς τα κάπου, χρειάζεται να υλοποιήσουμε με συνέπεια το κυβερνητικό μας πρόγραμμα».
Στο τελευταίο ερώτημα, αν η κυβέρνηση προτίθεται να μειώσει τον πήχη για την αυτοδυναμία ή να αυξήσει το όριο εισόδου στη Βουλή, ο Μ. Βορίδης αναφέρει πως είναι «ζήτημα που δεν έχει απασχολήσει και σε κάθε περίπτωση είναι μία εντελώς άκαιρη συζήτηση».