Madame Claude Netflix: Η ταινία για Ωνάση, Κένεντι και ροζ ιστορίες
Madame Claude: Η ομώνυμη ταινία κυκλοφόρησε έξι χρόνια μετά τον θάνατό της, από τη δημοφιλή πλατφόρμα με πολλά και όχι τόσο κολακευτικά σχόλια στο Διαδίκτυο.
Η ταινία, που είναι η πρώτη γαλλική παραγωγή του Netflix, περιγράφει τη ζωή της Φερνάντ Γκριντέ (Fernande Grudet), όπως ήταν το πραγματικό όνομα της γνωστής Madame Claude, η οποία ξεκίνησε από τη μικρή κωμόπολη Ανζέρ της Γαλλίας και κατέκτησε την υψηλή κοινωνία του Παρισιού.
Υπήρξε η μεγαλύτερη προαγωγός της Γαλλίας καθώς έφτασε να διευθύνει ολόκληρο δίκτυο από οίκους ανοχής πολυτελείας τις δεκαετίες του 1960 και 1970. Στο πελατολόγιό της, σύμφωνα με την ίδια, υπήρχαν πολιτικοί, καλλιτέχνες όπως ο Marlon Brando, επιχειρηματίες όπως ο Αριστοτέλης Ωνάσης και ο βασικός μέτοχος της Fiat Gianni Agnelli, ακόμα και ο Σάχης του Ιράν. Σύμφωνα μάλιστα με τον αστικό μύθο, σε μια επίσκεψή του στη Γαλλία το 1961, ο John F. Kennedy είχε χρησιμοποιήσει τις υπηρεσίες της Madama Claude, ζητώντας συγκεκριμένα μια κοπέλα που να είναι "σωσίας της συζύγου του, Jackie, αλλά στο πιο απελευθερωμένο".
Ποια ήταν η Madame Claude
Η Madame Claude γεννήθηκε στις 6 Ιουλίου του 1923 και καταγόταν από μια μικροαστική οικογένεια. Ο πατέρας της ήταν ιδιοκτήτης ενός μικρού καφέ, ο οποίος πέθανε από καρκίνο, όταν εκείνη ήταν έφηβη, ενώ η μητέρα της ήταν πλανόδια πωλήτρια, που στάλθηκε στο Άουσβιτς επειδή ήταν εβραία. Πήρε τη βασική της εκπαίδευση από καλόγριες και ξεκίνησε να εργάζεται, πουλώντας αντίτυπα της Βίβλου.
Έμεινε έγκυος σε πολύ μικρή σε ηλικία, μετά τη γέννα άφησε το μωρό στη μητέρα της και εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, για να ζήσει τη "μεγάλη ζωή". Ξεκίνησε να εργάζεται ως πόρνη και θέλοντας να μπει στου κύκλους της υψηλής κοινωνίας, άλλαξε το όνομά της σε Μadame Claude, λέγοντας ότι ήταν γόνος πλούσιας οικογένειας και ότι ο πατέρας της ήταν δήμαρχος της Ανζέρ που σκοτώθηκε στον πόλεμο, αλλά και ότι η ίδια είχε σώσει τη ζωή της ανιψιάς του στρατηγού de Gaulle!
Ο πρώτος της οίκος ανοχής ήταν στην rue de Boulainvilliers, στο πιο πλούσιο διαμέρισμα του Παρισιού. Η ίδια απεχθανόταν τα πάντα γύρω από το σεξ, καθώς πίστευε πως οι άνθρωποι και ειδικά οι γυναίκες, μετά τα σαράντα δεν πρέπει να συνευρίσκονται ερωτικά και εάν το έκαναν δεν θα έπρεπε να το κάνουν γυμνοί.
Το πορνείο της
H διάσημη προαγωγός ήταν πολύ αυστηρή με τα «κορίτσια» της τα οποία μάλιστα αποκαλούσε «κύκνους»! Οι προδιαγραφές ήταν πολύ αυστηρές, έπρεπε οι υποψήφιες να ήταν γυμνασμένες, έξυπνες, γύρω στο 1,65, μελαχρινές και αρεστές στην ελίτ κοινωνία. Από τα είκοσι κορίτσια που περνούσαν καθημερινά από κάστινγκ, μόνο μία κατάφερνε τελικά να γίνει μέλος της περιβόητης ομάδας.
Το πελατολόγιό της αποτελούνταν από προέδρους, υπουργούς, διπλωμάτες, γαλαζοαίματους, ανώτερα στελέχη τραπεζικά στελέχη, κινηματογραφικούς αστέρες, διάσημους μουσικούς και δικτάτορες. Μεταξύ άλλων, ο Marlon Brando, ο Pablo Picasso, ο Αριστοτέλης Ωνάσης, ο βασικός μέτοχος της Fiat Gianni Agnelli και ο Σάχης του Ιράν.
Η επίσκεψη κυμαίνονταν από 10 έως 15 χιλιάδες γαλλικά φράγκα –περίπου 1.500 – 2.000 ευρώ– και για κάθε ένα από τα ραντεβού των κοριτσιών, η Madame Claude έπαιρνε προμήθεια 30%, ακόμα και σε περίπτωση που εκείνες επέστρεφαν χτυπημένες από τους πελάτες τους. Υπάρχει ακόμα η υπόνοια πως η ίδια συνεργαζόταν μέχρι και με τη CIA ως διαπραγματευτής, όντας κοντά στον Καντάφι, παρέχοντας γυναίκες για τους διπλωμάτες του. Γεγονός που εξηγεί, εν πολλοίς, την ασυλία που απολάμβανε από τις αρχές ο διαβόητος οίκος ανοχής.
Το τέλος της ζωής της
Οι εποχές όμως άλλαξαν και το ίδιο και η αντιμετώπιση του αγοραίου έρωτα από τη γαλλική κοινωνία. Ο πρόεδρος της Γαλλίας ο Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν άρχισε να κυνηγά την πορνεία και πέτυχε την καταδίκη της Madame Claude για διαφυγόντα κέρδη, πράγμα που την εξανάγκασε να πάει στο Λος Αντζελες να αλλάξει το όνομά της σε Claude Tolmatcheff και να παντρευτεί έναν ομοφυλόφιλο μπάρμαν για να πάρει την αμερικανική υπηκοότητα. Όταν επέστρεψε στη Γαλλία στα μέσα της δεκαετίας του ’80, συνελήφθη για τα οικονομικά αδικήματα που εκκρεμούσαν.
Είχε χάσει πλέον όλες τις επαφές της και πέθανε μόνη και απαξιωμένη, σε ένα νοσοκομείο της Ν. Γαλλίας, στις 19 Δεκεμβρίου 2015, σε ηλικία 92 ετών. Στην κηδεία της παραβρέθηκαν μόλις έξι άνθρωποι, από τους οποίους οι τέσσερις ήταν οι κομμωτές της, χωρίς ποτέ κανείς να μάθει στ’ αλήθεια ποια ήταν.
Οι κακές κριτικές και εάν αξίζει να δείτε την ταινία στο Netflix
Το Netflix αποφάσισε να κάνει μια ταινία με θέμα τη ζωή της, η οποία βγήκε τον Απρίλιο του 2021, με σκηνοθέτιδα τη Sylvie Verheyde και πρωταγωνίστρια την Karole Rocher.
H σκηνοθέτιδα είχε μια ιδιαίτερη γνώση του αντικειμένου, καθώς η γιαγιά και μια ξαδέρφη της υπήρξαν πόρνες, ενώ έχει σκηνοθετήστε και την ταινία Sex Doll το 2016 με παρόμοιο θέμα. Το αντικείμενο προς συζήτηση όμως, είναι πως η συγκεκριμένη ταινία παρουσιάζει μια ωραιοποιήμενη εκδοχή της πραγματικότητας. Τα κορίτσια κάνουν πολύ πρόθυμα αυτή τη δουλειά, οι πελάτες είναι ευγενικοί, οι νταβατζήδες και φέρονται όμορφα ενώ η βία αγγίζεται εντελώς επιδερμικά.
Όπως θεωρούν πολλοί, η ταινία είναι μια «αγιογραφία» της Madame Claude, μίας γυναίκας που ήταν μπλεγμένη σε πολλά και σοβαρά σκάνδαλα της εποχής και αντιμετώπιζε τις γυναίκες που δούλευαν για αυτήν, ως αντικείμενα. Παρά την πολύ ενδιαφέρουσα παρουσία της πρωταγωνίστριας Karole Rocher και της συμπρωταγωνίστριάς της Garance Marillier, οι δύο ηθοποιοί δεν καταφέρνουν να απογειώσουν αυτή τη βιογραφική ταινία, η οποία στρέφεται σε πολλά θέματα ταυτόχρονα και δεν επικεντρώνεται, όπως θα έπρεπε στον χαρακτήρα της Μαντάμ Κλοντ.
https://www.youtube.com/watch?v=OfWDTj5uLXQ
Η Madame Claude όμως, ήταν η έμπνευση και άλλων έργων όπως του «Τhe French Woman» που σκηνοθέτησε το 1977 ο Just Jaeckin. Εκεί, την ηρωίδα είχε ενσαρκώσει η Francoise Fabian, ενώ τη μουσική είχε γράψει ο Serge Gainsbourg.