ΛΟΑΤΚΙ+ του ΣΥΡΙΖΑ: Η οργή του κόσμου για τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου, δεν κατευνάζεται με την απόφαση για την ενοχή των Δημόπουλου και Χορταριά
Και προσθέτουν με αφορμή την δικαστική απόφαση για την υπόθεση του Ζακ Κωστόπουλου:
«Κι αν πρέπει κάτι να θυμόμαστε πάντα, είναι το κεντρικό σύνθημα που βροντοφώναξε το τεράστιο πλήθος κόσμου στους δρόμους της Αθήνας: «Οργή και θλίψη η Ζackie θα μας λείψει». Κόσμος που συγκεντρώθηκε χθες το βράδυ, για να διαμαρτυρηθεί στον απόηχο της απόφασης του δικαστηρίου για τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου.
Η δικαιολογημένη οργή του κόσμου, δεν κατευνάζεται με την απόφαση για την ενοχή των Δημόπουλου και Χορταριά. Του κοσμηματοπώλη και του μεσίτη, που ξεκίνησαν τη φονική επίθεση, που τριάμισι χρόνια σπιλώνουν το θύμα, που παρέμειναν αμετανόητοι μέχρι και την τελευταία στιγμή. Πόσο μάλλον όταν η έδρα απορρίπτει το αίτημα της οικογένειας και της Πολιτικής Αγωγής για μετατροπή της κατηγορίας σε ανθρωποκτονία από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο. Η ίδια έδρα που δεν κάνει ούτε μια αναφορά στην πιθανότητα ύπαρξης ρατσιστικού κινήτρου από τον κοσμηματοπώλη και τον μεσίτη.
Αντίθετα, η οργή του κόσμου φούντωσε όταν άκουσε ότι το δικαστήριο αθώωσε τους τέσσερις αστυνομικούς κατά πλειοψηφία. Τέσσερα μέλη δεν είδαν καμία αξιόποινη πράξη στον τρόπο που οι αστυνομικοί συνέλαβαν τον Ζακ Κωστόπουλο, ενώ τρία -η πρόεδρος της έδρας και δύο ένορκοι- έκριναν ότι ευθύνονται ποινικά και θα έπρεπε να καταδικαστούν για το αδίκημα της επικίνδυνης σωματικής βλάβης.
Παράλληλα, είδαμε, δυστυχώς, το τέρας της αστυνομικής βίας να βρυχάται για άλλη μια φορά στους χώρους του δικαστηρίου και έξω από αυτό. Μετά την ανακοίνωση της αθώωσης και των τεσσάρων αστυνομικών από την έδρα, ακούστηκε μια κραυγή του Νίκου, του αδερφού του Ζακ, και ο πόνος του πάγωσε για δευτερόλεπτα τον χρόνο και αυτή η στιγμή θα έχει πάντα κάτι απ` την κομμένη ανάσα μας. Αυτή η στιγμή όπου ανάμεσα σε εξευτελιστικά χειροκροτήματα από την πλευρά των αστυνομικών, ο γ.γ. του Σωματείου Ειδικών Φρουρών, Στράτος Μαυροειδάκος, φώναξε «ζήτω». Ο ίδιος, κοιτάζοντας προκλητικά τη μητέρα του δολοφονημένου Παύλου Φύσσα, η οποία βρισκόταν εκεί για ακόμη μια φορά δίπλα στην οικογένεια του Ζακ, την απείλησε λέγοντας της: «Θα τα πούμε έξω». Η δικηγόρος μάλιστα των αστυνομικών, Εβίτα Βαρελά, ζητούσε να γίνει μήνυση στη Μάγδα Φύσσα. Μάλιστα, όταν ο αδελφός του Ζακ, η Μάγδα Φύσσα η δικηγόρος της οικογένειας του Ζακ Άννυ Παπαρούσου και άλλοι αλληλέγγυοι πολίτες, επιχείρησαν να βγουν από την αίθουσα, άνδρες των ΜΑΤ έσπρωξαν με τις ασπίδες τους τις δύο γυναίκες. Η προκλητική στάση των αστυνομικών έκανε την Μάγδα Φύσσα να ξεσπάσει λέγοντας: «Πόσο ξεφτίλες. Ντροπή σας. Από φονιάδες μέχρι ξεφτιλισμένοι. Πόσο ξεφτίλες γίνεστε για 600 ευρώ ρε».
Τα θλιβερά αυτά γεγονότα συνδέονται και με την ανοχή που επέδειξε η ελληνική δικαιοσύνη στην αστυνομική βία. Ουσιαστικά, με την απόφασή της την επιβράβευσε και την απενοχοποίησε. Ταυτόχρονα, απέτυχε να αξιοποιήσει την πλούσια νομολογία του ΕΔΑΔ αναφορικά με την κατάχρηση της αστυνομικής βίας. Ενέγραψε, έτσι, ακόμη μια υπόθεση στον μακρύ κατάλογο τέτοιων υποθέσεων ελληνικού ενδιαφέροντος που διαχρονικά το απασχολούν.
Η αθώωση των αστυνομικών, επίσης, έβγαλε για ακόμα μια φορά στην επιφάνεια όλες τις παθογένειες και τις αγκυλώσεις της ελληνικής Πολιτείας, αποδεικνύοντας δυστυχώς ότι το πολιτικό και δικαστικό σύστημα της χώρας, δεν θέλει να διαταράξει τους συστημικούς τρόπους καταστολής, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις κοινωνικές ομάδες που βιώνουν διακρίσεις. Μια άγρια δολοφονία μέρα μεσημέρι στο κέντρο της Αθήνας, δεν κρίθηκε τελικά ως αυτό που ήταν (και όλες-οι-α είδαμε). Γιατί οι αστυνομικοί είναι πάντα αθώοι για τα δικαστήρια, γιατί στην Ελληνική Δημοκρατία δεν έχουν όλες οι ζωές την ίδια αξία, ούτε οι πράξεις τους, ως δράστες, την ίδια απαξία. Ενώ θα έπρεπε η ηθική τουλάχιστον, απαξία της πράξης του δράστη -κρατικού λειτουργού να είναι μεγαλύτερη, γιατί η πράξη του έχει διπλό θύμα: και το φυσικό πρόσωπο που εν προκειμένω δολοφονήθηκε αλλά και την κοινωνία που έχει κληθεί να προστατέψει και της οποίας την εμπιστοσύνη προδίδει.
Η δολοφονία του Ζαχαρία μέρα μεσημέρι στο κέντρο της Αθήνας δεν έγινε γιατί ο κοσμηματοπώλης και ο μεσίτης είχαν διαφορές μαζί του. Αν έτρεχε να κρυφτεί στο κοσμηματοπωλείο ένας κύριος με κοστούμι και γραβάτα οι δράστες μπορεί να τον κέρναγαν και καφέ να συνέλθει. Η ανθρωποκτονία αυτή συνιστά την επιτομή του ρατσιστικού εγκλήματος, γιατί οι δράστες δεν είχαν πρόβλημα με τον Ζακ ως άτομο. Είχαν πρόβλημα με όλες τις ιδιότητες που ενσάρκωνε ο Κωστόπουλος στα δικά τους μάτια.
Σηματοδοτείται έτσι ολοφάνερα καταρχήν η ανάγκη εκπαίδευσης των υπαλλήλων του κρατικού μηχανισμού, ώστε να πάψει να είναι, κατασταλτικός, εκφοβιστικός, και απαξιωτικός για μερίδα πολιτών και να γίνει αυτό που οφείλει να είναι: Ένας μηχανισμός που λειτουργεί υπέρ του πολίτη με ενσυναίσθηση και δίπλα του και όχι απέναντι του.
Για να έχει άλλωστε ουσιαστική εφαρμογή η νομοθεσία περί ίσης μεταχείρισης που νοηματοδοτεί και παραπέρα διεκδικήσεις της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας (ίση πρόσβαση στην υγεία, εργασία, εκπαίδευση, γάμο, τεκνοθεσία, υποβοηθούμενη αναπαραγωγή κ.ο.κ.) απαραίτητη προϋπόθεση είναι να μπορούν τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα να κυκλοφορούν εκεί έξω περήφανα, ασφαλή και ακέραια.
Και τέλος, έστω και κατόπιν εορτής, επιβάλλεται η παρέμβαση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ώστε να επανεξεταστεί η αθωότητα των 4 αστυνομικών και να υπάρξει ουσιαστική εφαρμογή απόδοσης δικαιοσύνης. Άλλωστε, πέραν του γεγονότος ότι υπάρχει το αυτοτελές δικαίωμα του εισαγγελέα να ασκήσει οποιοδήποτε ένδικο μέσο επιθυμεί, αν θεωρήσει ότι αυτή η απόφαση αντίκειται προς το κοινό περί δικαίου αίσθημα και την εφαρμογή του νόμου, η αρνητική/διαφορετική ψήφος της Προέδρου επί της αθωωτικής απόφασης των αστυνομικών ανοίγει την πόρτα, ώστε να ασκηθεί έφεση και εφαρμογή του νόμου στο 100%.»