Le Figaro: Η Frontex δεν μπορεί να βρει νέο διευθυντή στη θέση του παραιτηθέντος Λεγκερί
Στην αδυναμία εξεύρεσης νέου διευθυντή της Frontex στη θέση του παραιτηθέντος Φαμπρίς Λεγκερί, αναφέρεται η εφημερίδα Figaro, σημειώνοντας πως στις αρχές της εβδομάδας συζητήθηκε το ενδεχόμενο ενός έστω προσωρινού αντικαταστάτη, χωρίς ωστόσο αυτό να καταστεί εφικτό.
Κατά τη γαλλική εφημερίδα, «είναι βέβαιο ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να χρησιμοποιήσει τη φαντασία της για να επιλύσει αυτό το πρόβλημα διαδοχής, το οποίο θα έπρεπε να είχε επιλυθεί πάραυτα».
Σημειώνεται επίσης ότι, σύμφωνα με στοιχεία του οργανισμού, η μεταναστευτική πίεση στις πύλες της ΕΕ εντείνεται, καθώς η θερινή περίοδος διευκολύνει το έργο των λαθραίων διακινητών ανθρώπων, με αποτέλεσμα η ΕΕ να αντιμετωπίζει επίπεδα μεταναστευτικών ροών παρόμοια με εκείνα πριν από την υγειονομική κρίση και μερικές φορές ακόμη υψηλότερα.
Από την 1η Ιανουαρίου έως τις 30 Απριλίου, η αύξηση των παράνομων ροών στην ΕΕ είναι στο 69% σε σύγκριση με πέρυσι, ενώ, χωρίς καν να ληφθεί υπόψη η κατάσταση στην Ουκρανία, οι αφίξεις το ίδιο διάστημα παράνομων μεταναστών από τα Βαλκάνια αυξήθηκαν κατά 130% και εκείνων από την Ανατολική Μεσόγειο κατά 183%, αναφέρεται στο δημοσίευμα.
Η παραίτηση Λεγκερί
Υπενθυμίζεται ότι ο επικεφαλής της Frontex, Φαμπρίτσε Λεγκέρι παραιτήθηκε μετά τη δημοσιοποίηση των αρχικών πορισμάτων από μακροχρόνια έρευνα της OLAF σχετικά με παραπτώματα στον οργανισμό.
Ο εποπτικός φορέας ερευνούσε καταγγελίες για παρενόχληση και ανάρμοστη συμπεριφορά ορισμένων αξιωματούχων της Frontex, συμπεριλαμβανομένου και ενός που βρισκόταν σε ανώτερο επίπεδο και ζήτησε να εγκαταλείψει την υπηρεσία τους τελευταίους μήνες. Η έρευνα περιελάμβανε επίσης και καταγγελίες για απωθήσεις (push backs ) παράνομες δηλαδή επιχειρήσεις που αποσκοπούν στο να εμποδίσουν τους μετανάστες να φτάσουν στις ακτές της ΕΕ.
Η OLAF και η Frontex επιβεβαιώνουν την έρευνα αλλά δεν παρείχαν περισσότερες λεπτομέρειες.
«Η OLAF μπορεί να επιβεβαιώσει ότι έχει ξεκινήσει έρευνα σχετικά με τον FRONTEX», ανέφερε το γραφείο Τύπου της υπηρεσίας καταπολέμησης της απάτης σε μήνυμα , τονίζοντας ότι «το γεγονός ότι η OLAF διεξάγει έρευνα δεν σημαίνει ότι τα εμπλεκόμενα πρόσωπα/οντότητες έχουν διαπράξει παρατυπία/απάτη»
Σε δήλωσή της, η Frontex ανέφερε ότι «συνεργάζεται πλήρως με την OLAF», προσθέτοντας ότι «οι επισκέψεις της OLAF σε οργανισμούς, θεσμικά όργανα και οντότητες της ΕΕ αποτελούν συνήθη πρακτική χρηστής διακυβέρνησης» και ότι «είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι τέτοιες επισκέψεις δεν συνεπάγονται απαραίτητα αθέμιτες πρακτικές».
Τον Οκτώβριο, αρκετά μέσα ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένου του γερμανικού Der Spiegel, δημοσίευσαν εκθέσεις σχετικά με τη συμμετοχή της Frontex σε επιχειρήσεις απώθησης στα ελληνοτουρκικά θαλάσσια σύνορα, υποστηρίζοντας ότι πρόσφυγες και μετανάστες εξαναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα ύδατα της ΕΕ. Τέτοιες απωθήσεις παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο και η OLAF διερευνά εάν έχουν παραβιαστεί εσωτερικές διαδικασίες του Frontex, σύμφωνα με έναν από τους αξιωματούχους.
Καταγγελίες για pushbacks
Οι καταγγελίες για τα pushbacks, οδήγησαν επίσης την Επίτροπο Εσωτερικών Υποθέσεων Ylva Johansson να ζητήσει επείγουσα, έκτακτη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Frontex με τον Διαμεσολαβητή της ΕΕ για να ξεκινήσει αντίστοιχη έρευνα.
Τον περασμένο μήνα, ο εκτελεστικός διευθυντής της Frontex Φαμπρίτσε Λεγκέρι μιλώντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αρνήθηκε ότι ο οργανισμός συμμετείχε σε απωθήσεις, λέγοντας ότι «δεν έχουμε βρει αποδείξεις» ότι το προσωπικό της Frontex συμμετείχε σε παράνομες δραστηριότητες.
Κάτι που όμως δεν κατάφερε να πείσει όλους τους βουλευτές του Ευρωκοινοβουλίου, με τη Σοσιαλιστική Ομάδα να τον καλεί να παραιτηθεί και τους Πράσινους να ζητούν από το Κοινοβούλιο να ξεκινήσει έρευνα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της δημοσιογραφικής έρευνας καταδεικνύεται ότι στη βάση δεδομένων της Frontex έχει καταγράφει εμπλοκή της υπηρεσίας σε 222 επιχειρήσεις του Λιμενικού από τον Μάρτιο του 2020 έως τον Σεπτέμβριο του 2021, απελαύνοντας με συνοπτικές διαδικασίες 987 πρόσφυγες, ενώ τα στοιχεία υποδεικνύουν ότι ο αριθμός μπορεί να ξεπερνάει τους 8.300 ανθρώπους.