«Λάδι στη φωτιά» της αντιπαράθεσης του με το δικηγορικό σώμα ρίχνει το Συμβούλιο της Επικρατείας
Η επίμαχη απόφαση του ΣτΕ που προκάλεσε την αντίδραση των δικηγόρων αναφέρει ότι δεν νομιμοποιείται ο ΔΣΑ να προσφύγει στο ΣτΕ κατά ατομικών διοικητικών πράξεων, που αφορούν συγκεκριμένα φυσικά πρόσωπα,
Ο πρόεδρος του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου Μιχαήλ Πικραμμενος απέστειλε επιστολή προς τον πρόεδρο των της Ολομέλειας των δικηγορικών συλλόγων Ελλάδος Δημ.Βερβεσό, που εκφράζει την αντίθεση του με την απόφαση των δικηγόρων για άποψη από τις δίκες στο Συμβούλιο της Επικρατείας έως τις 31/12/2024.
Είχε προηγηθεί η απόφαση της πλειοψηφίας του ΣτΕ να απορρίψει την αίτηση ακύρωσης του Δικηγορικού Συλλόγου για το διορισμό των μελών της ΑΔΑΕ και του ΕΣΡ με το σκεπτικό ότι το δικηγορικό σώμα δεν έχει έννομο συμφέρον.
Η επιστολή Πικραμένου
Στην επιστολή του ο κ. Πικραμένος αναφέρει μεν ότι «το δικαίωμα άσκησης κριτικής στις δικαστικές αποφάσεις είναι αυτονόητο, ιδίως όταν προέρχεται από θεσμικό όργανο των συλλειτουργών της δικαιοσύνης, όπως είναι η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων, όπως αυτονόητο είναι επίσης το δικαίωμα του ως άνω οργάνου να αποφασίζει τον τρόπο δράσης για τη διεκδίκηση των αιτημάτων του».
Στη συνέχεια σημειώνει ότι το ΣτΕ «έχει εκκινήσει μια μεγάλη προσπάθεια, διατηρώντας την ποιότητα των αποφάσεών του, να περιορίσει την εκκρεμότητα και να αντιμετωπίσει το πρόβλημα καθυστέρησης», τονίζοντας ότι «ότι οι δικηγόροι ως συλλειτουργοί της δικαιοσύνης, που έχουν ευθύνη απέναντι στους διαδίκους, στους πολίτες και το κοινωνικό σύνολο, πρέπει να είναι αρωγοί στη μεγάλη προσπάθεια για επίκαιρη επίλυση των διαφορών».
«Στο πλαίσιο αυτό είναι ευκταίο να μην προκρίνονται αντιδράσεις, όπως η αποχή, ιδίως από υποθέσεις μείζονος σπουδαιότητας. Αποχή η οποία όχι μόνο δεν νοείται σε ένα Κράτος Δικαίου να συνδέεται με την αιτιολόγηση μιας δικανικής κρίσης (που βεβαίως υπόκειται ακόμα και σε δριμεία κριτική), αλλά, το κυριότερο, συντελεί στην αναποτελεσματικότητα απονομής της δικαιοσύνης, με εξαιρετικά δυσμενείς συνέπειες για τους διαδίκους και ευρύτερα για την κοινωνική ειρήνη και ευρυθμία» καταλήγει.
Η επίμαχη απόφαση του ΣτΕ που προκάλεσε την αντίδραση των δικηγόρων αναφέρει ότι δεν νομιμοποιείται ο ΔΣΑ να προσφύγει στο ΣτΕ κατά ατομικών διοικητικών πράξεων, που αφορούν συγκεκριμένα φυσικά πρόσωπα, όπως είναι η επιλογή «τρίτων προσώπων σε δημόσια θέση, καθόσον, υπό τις περιστάσεις αυτές, η αίτηση θα προσελάμβανε τον χαρακτήρα λαϊκής αγωγής».
Η αναφορά αυτή στις αποφάσεις του ΣτΕ περί «λαϊκής αγωγής» προκάλεσε την καθολική πανελλαδική αντίδραση του δικηγορικού κόσμου, με την συντονιστική επιτροπή της Ολομέλειας των προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, να προτείνει:
- την αποχή των μελών τους από δίκες ενώπιον της Ολομέλειας του ΣτΕ μέχρι 31.12.2024,
- Τη διερεύνηση δυνατότητας προσφυγής ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και
- Την ανάδειξη του ζητήματος στο Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Δικηγορικών Συλλόγων (CCBE).
Η συντονιστική επιτροπή των δικηγόρων αναφέρει ότι η άποψη της πλειοψηφίας της Ολομέλειας του ΣτΕ περί «λαϊκής αγωγής», που δεν έχει θεσμοθετηθεί από το Σύνταγμα και την οικεία νομοθεσία αποτελεί οπισθοδρόμηση στην ιστορία του ίδιου του Δικαστηρίου και παραβιάζει ρητή διάταξη νόμου", αφού έως τώρα οι δικηγορικού σύλλογοι θεωρείται πως έχουν δικαίωμα προσφυγής για νομικά ζητήματα γενικότερου δημοσίου συμφέροντος.