Κύκλωμα λαθραίων τσιγάρων: Τα αδέρφια από το Καζακστάν, οι «καουμπόηδες» και οι «ελέφαντες»

Μία πληροφορία που έφτασε στην ΕΛ.ΑΣ. περίπου στα μέσα Φεβρουαρίου του 2024 αποτέλεσε την αφορμή για να ξεκινήσει η έρευνα που οδήγησε στην εξάρθρωση του μεγάλου κυκλώματος διακίνησης λαθραίων τσιγάρων και πλήθος άλλων εγκληματικών πράξεων (εκβιασμοί, ξυλοδαρμοί, εκρήξεις ακόμη και δολοφονίες).
Δύο αδέρφια, ηλικίας 44 και 49 ετών αντίστοιχα και με καταγωγή από το Καζακστάν, φαίνεται πως ήταν αυτοί που έστησαν το κύκλωμα διακίνησης λαθραίων τσιγάρων, το οποίο γρήγορα επεκτάθηκε και σε άλλες έκνομες δραστηριότητες.
Πολύ γρήγορα βρέθηκαν κάτω από την ομπρέλα του «Εντίκ» και του «Αντόν», δύο 50χρονων Γεωργιανών Vor V Zakone, οι οποίοι ανέλαβαν δράση προκειμένου η συγκεκριμένη εγκληματική ομάδα να κυριαρχήσει στο λαθρεμπόριο καπνικών προϊόντων στη χώρα μας.
Παράλληλα, φρόντισαν για την ενσωμάτωση του λεγόμενου εκτελεστικού βραχίονα της οργάνωσης, που προέβαινε σε σκληρές εγκληματικές ενέργειες, ενώ χαρακτηριστικό τους εύρους της δράσης είναι πως η δικογραφία που σχηματίστηκε περιλαμβάνει πάνω από 150 εμπλεκόμενους (σ.σ. οι περισσότεροι με οικογενειακές ή φιλικές σχέσεις μεταξύ τους, προκειμένου να διασφαλίζονται τα στεγανά ενός τόσο μεγάλου κυκλώματος).
Μέτρα αντιπαρακολούθησης
Η εγκληματική ομάδα είχε φροντίσει να «καλύψει» επιμελώς τους χώρους στους οποίους γίνονταν η παραγωγή και η τυποποίηση των λαθραίων καπνικών προϊόντων, χρησιμοποιώντας δύο εργοστάσια στον Μίστρο Ευβοίας και στον Ελαιώνα Βοιωτίας.
Μάλιστα, λάμβαναν ιδιαίτερα μέτρα αντιπαρακολούθησης, επιλέγοντας ημέρες που υπάρχει η συνήθης κυκλοφορία στο οδικό δίκτυο και περί ώρας 05:30 τα ξημερώματα όπου συνήθως γίνονται οι νόμιμες διακινήσεις εμπορευμάτων.
Συνήθιζαν επίσης να χρησιμοποιούν συνοδευτικά οχήματα ως προπομπό κάποιου μεγάλο φορτίου λαθραίων τσιγάρων, ενώ υπήρχαν και σταθερά σημεία παρατήρησης. Απέφευγαν δε τις τηλεφωνικές συνομιλίες πριν και κατά τη διάρκεια των επίμαχων διαδικασιών, φροντίζοντας δε σε πολλές περιπτώσεις να μην έχουν καν κινητά τηλέφωνα μαζί τους.
Οι επικοινωνίες των μελών του κυκλώματος γίνονταν σχεδόν στην ολότητα τους με διαδικτυακές εφαρμογές, οι οποίες επιτρέπουν στους χρήστες να ανταλλάσσουν γραπτά μηνύματα και να πραγματοποιούν κλήσεις (σ.σ. φωνητικές ή με βίντεο).
Τηλέφωνα που ανήκαν σε «αχυρανθρώπους»
Μάλιστα, πολλές τηλεφωνικές συνδέσεις ανήκαν σε «αχυρανθρώπους», ενώ άλλαζαν συνεχώς και τα «επιχειρησιακά» οχήματα για τον αποπροσανατολισμό των διωκτικών Αρχών. Ένα άλλο μέτρο που εφάρμοζαν τα μέλη της εγκληματικής ομάδας, ήταν η χρήση δικής τους διαλέκτου: «καουμπόης», «άλογο», «μπλε», «σκούπα», «ελέφαντας», «λουλούδια», ήταν μερικές μόνο από τις ονομασίες για τις μάρκες των τσιγάρων που αναπαρήγαγαν λαθραία.
Υπήρχε τέτοια οργάνωση, ώστε φρόντιζαν στο εσωτερικό των «επιχειρησιακών» οχημάτων να μην αφήνονται δακτυλικά αποτυπώματα από τους οδηγούς, που αναλάμβαναν και το καθάρισμα συγκεκριμένων επιφανειών ή την τοποθέτηση υφασμάτων π.χ. σε σημεία όπως ο λεβιές ταχυτήτων.
Τον Οκτώβριο του 2024, κάποια μέλη της εγκληματικής ομάδας που διέμεναν στη δυτική Αττική, φαίνεται να αντιλήφθηκαν «ύποπτες» κινήσεις και συγκεκριμένα συμβατικά οχήματα της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος, ενημερώνοντας το ένα το άλλο με φράσεις όπως «πες του όταν τον δεις, αυτές τις μέρες τίποτα, να αράξει σπίτι. Εντάξει;».