Κρούσματα σήμερα 4/1: Η ανακοίνωση του ΕΟΔΥ – Τι θα γίνει με το άνοιγμα των σχολείων
Σε εξέλιξη είναι η κρίσιμη συνεδρίαση της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Υγείας, με τη συμμετοχή της υπουργού Παιδείας, Νίκης Κεραμέως, προκειμένου να ληφθεί η απόφαση για το άνοιγμα των σχολείων και την την επιστροφή των μαθητών στα θρανία. Παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση θέλει να ανοίξουν τα σχολεία την Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2011 , πολλοί ειδικοί προβληματίζονται ιδιαίτερα από την άνοδο που παρουσιάζουν τελευταία, τα κρούσματα στην Αττική.
Υπενθυμίζεται ότι από τα 390 νέα κρούσματα που ανακοίνωσε την Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2020 ο ΕΟΔΥ, τα 114 - δηλαδή ένα στα τρία - καταγράφηκαν στην Αττική, και 78 στη Θεσσαλονίκη. Επομένως, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένονται τα σημερινά στοιχεία.
Σε κάθε περίπτωση, οι λοιμωξιολόγοι εκφράζουν αντιρρήσεις για το άνοιγμα των σχολείων όλων των βαθμίδων στις 11 Ιανουαρίου και στην τηλεδιάσκεψη αναμένεται να εκφράσουν τις θέσεις τους, ενώ την οριστική απόφαση για το πότε και πώς θα ανοίξουν τα σχολεία αναμένεται να λάβει ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης. Ο πρόεδρος της ΟΛΜΕ, Θεόδωρος Τσούχλος, σημείωνε, μιλώντας στο OPEN TV, ότι οι εκπαιδευτικοί ζητούν - για να ανοίξουν τα σχολεία - να υπάρξει έλεγχος, τεστ για τον κορονοϊό και να τηρηθούν όλα τα μέτρα κατά της πανδημίας. «Τα σχολεία πρέπει να ανοίξουν με ασφάλεια», ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο κ. Τσούχλος.
Τα ζητήματα που τίθενται στην τηλεδιάσκεψη
Σε κάθε περίπτωση, τρία είναι τα ζητήματα που θα τεθούν στο τραπέζι στη σημερινή τηλεδιάσκεψη για τα σχολεία:
- Εάν θα πρέπει να γίνει το άνοιγμα των σχολείων με βάση τη σημερινή επιδημιολογική εικόνα
- Εάν θα πρέπει να ανοίξουν όλα τα σχολεία. Οι ειδικοί θα συζητήσουν τις δικές τους θέσεις σε επιστημονικό υπόβαθρο, εάν θα πρέπει να ανοίξουν όλες οι βαθμίδες της εκπαίδευσης.
- Και η ημερομηνία αναμένεται να συζητηθεί, καθώς πολλοί από τους επιστήμονες θεωρούν ότι το άνοιγμα στις 11 Ιανουαρίου είναι πολύ πρόωρο καθώς δεν θα έχουν φανεί ακόμη οι επιδημιολογικές επιπτώσεις της Πρωτοχρονιάς.
«Βόμβες» Δερμιτζάκη και Σαρηγιάννη
Κρίνοντας ως σωστή την κίνηση της κυβέρνησης να προχωρήσει σε αυστηρό lockdown για μία εβδομάδα έπειτα από τις γιορτές, ο καθηγητής Γενετικής της ιατρικής σχολής του πανεπιστημίου της Γενεύης, Μανώλης Δερμιτζάκης και ο καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ Δημοσθένης Σαρηγιάννης εκτιμούν ότι ένα σκληρο lockdown για 2-3 εβδομάδες μπορεί να «αποβεί» ιδιαίτερα αποδοτικό χωρίς να χρειάζονται επιπλέον μέτρα.
Όπως εξήγησε ο κ. Δερμιτζάκης μιλώντας στον ΣΚΑΪ, εάν μπορέσουμε να κάνουμε ένα σκληρό lockdown για 2-3 βδομάδες, θα ρίχναμε τα κρούσματα σε πολύ χαμηλό βαθμό και σε συνδυασμό με τις καλές καιρικές συνθήκες της Ελλάδας ίσως να μην χρειαζόταν κάτι αυστηρότερο στη συνέχεια. Την ίδια άποψη συμμετίστηκε επίσης ο κ. Σαρηγιάννης. Μάλιστα ο κ. Σαρηγιάννης σημείωσε πως στο πανεπιστήμιο έχουν κάνει τέτοια «σενάρια» με συνεχές lockdown το οποίο έχει δείξει ότι θα είχαμε καλά αποτελέσματα με διψήφια νούμερα στα κρούσματα.
Σύμφωνα με τον κ. Δερμιτζάκη, ο κόσμος στο lockdown του Νοεμβρίου εκμεταλλεύτηκε στο μάξιμουμ την δυνατότητα των μετακινήσεων, κάτι που δεν ίσχυε στο πρώτο lockdown του Μαρτίου.
Οι δύο επιλογές: Αυστηρό lockdown ή άνοιγμα/κλείσιμο
Παράλληλα και οι δύο συμφώνησαν πως είναι σωστή η κίνηση της κυβέρνησης το αυστηρότερο lockdown μέχρι τις 11 Ιανουαρίου.
«Από την στιγμή που η κυβέρνηση θέλει να ανοίξει τα σχολεία που νομίζω πως είναι μια καλή απόφαση ότι περισσότερο μπορεί να κάνει πριν ανοίξουν τα σχολεία νομίζω ότι θα βοηθούσε» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Δερμιτζάκης. Σύμφωνα με τον ίδιο «τα σχολεία είναι από τις ασφαλέστερες δραστηριότητες που έχουμε επομένως αν πρέπει να αποφασίσουμε να ανοίξουμε μία νομίζω τα σχολεία είναι η πιο σημαντική και λόγω ασφάλειας και λόγω συνεπειών από το να μην ανοίξουν».
Ερωτηθείς αν μπορεί να ανατραπεί αυτή η απόφαση με βάση νέα δεδομένα ο ίδιος σχολίασε πως πρέπει να έχουμε τεράστια αλλαγή στα κρούσματα για να γίνει κάτι τέτοιο ενώ ο ίδιος εκτιμά πως δεν θα την δούμε.
Ο ίδιος σημείωσε πως αυτές οι κινήσεις (του κλεισίματος, ανοίγματος) θα είναι για πολύ καιρό έτσι διότι υπάρχουν 2 επιλογές. «Ή θα πάμε σε ένα πάρα πολύ αυστηρό lockdown επιπέδου Μαρτίου ή θα λειτουργούμε με αυτή την λογική και πως είναι δύσκολο μια κυβέρνηση να διαχειριστεί αυτό το ζήτημα γιατί δεν είναι μόνο η Ελλάδα αλλά όλες όλες οι χώρες μαζί που το αντιμετωπίζουν». Ο ίδιος εκτιμά ότι αυτό το άνοιγμα –κλείσιμο θα συνεχίζει να γίνεται μέχρι να αρχίζουν να φαίνονται τα αποτελέσματα του εμβολιασμού. «Είτε θα ανοίγουμε και κλείνουμε θα κλείνουμε είτε σκληρό lockdown Μάρτιο» επεσήμανε ο ίδιος.
Άνοιγμα σχολείων στις 25 Ιανουαρίου
Σωστή κίνηση χαρακτήρισε το αυστηρότερο lockdown και ο κ. Σαρηγιάννης ο οποίος ανέφερε πως με αυτό τον τρόπο η κυβέρνηση προσπαθεί να αναχαιτίσει την αντιστροφή της καλή πορείας που είχαμε που είχε αρχίσει να σημειώνεται λόγω εορτών ενώ σημείωσε ότι είχε ήδη άρχισε να φαίνεται αυτή η επιβράδυνση στα μοντέλα του ΑΠΘ ειδικά στις περιοχές Αθήνα και Θεσσαλονίκη. «Άρχισε να φαίνεται η αύξηση των κρουσμάτων από τις γιορτές» υπογράμμισε ο ίδιος.
Ο ίδιος επιμένει ότι τα σχολεία πρέπει να ανοίξουν στις 25 Ιανουαρίου και όχι στις 11 με δεδομένο όπως ο ίδιος υπογραμμίζει ότι δεν θα ανοίξουν μόνο τα σχολεία. «Ο συνδυασμός λιανεμπορίου –click away και σχολείων είναι προβληματικός, θα δούμε αύξηση των κρουσμάτων αρχές Φεβρουαρίου.
Ο κ. Σαρηγιάννης επίσης συμφωνεί με τον κ. Δερμιτζάκη πως είναι εύκολο να χαθεί ο έλεγχος και να έχουμε το κλείσιμο του Μαρτίου.
Τα εμβόλια και το μεταλλαγμένο στέλεχος
Αναφορικά με τα εμβόλια ο κ. Δερμιτζάκης σημείωσε ότι περιμένουμε μια αδειοδότηση από την Moderna που θα βάλεις κάποιες δόσεις στην ΕΕ και περιμένουμε και της Astrazeneca που έχει μεγαλη παραγγελία και σχετικά νωρίς στην ΕΕ, ενώ τόνισε πως μέχρι να γίνει η αδειοδότηση δεν μπορούν να έρθουν τα εμβόλια.
Σχετικά με το νέο στέλεχος του ιού είπε ότι οι ανακοινώσεις των εταιριών είναι προσεχτικές σχετικά με το αν επηρεάζει τα εμβόλια. «Δεν λένε ότι δεν τα επηρεάζει αλλά ότι μάλλον δεν τα επηρεάζει και ότι αυτό είναι δύσκολο να ελεγχτεί εργαστηριακά, θα πρέπει να ελεγχτεί πληθυσμιακά».
Ο ίδιος μάλιστα εξέφρασε πως δεν έχει πεισθεί ότι η μεταδοτικότητα του συγκεκριμένου στελέχους είναι αυξημένη. «Δεν θεωρώ ότι η μεταδοτικότητα του συγκεκριμένου στελέχους είναι τόσο μεγάλη που θα μας δημιουργεί πρόβλημα αλλά επειδή υπάρχει δυναμική μας δείχνει πόσο γρήγορα μπορεί να εξελιχθεί η μετάδοση και πόσο προσεχτικοί πρέπει να είμαστε συνολικά», πρόσθεσε χαρακτηριστικά ο ίδιος.