Κλιματική Αλλαγή: Οι προτάσεις της Κομισιόν για περιβάλλον και οικονομία
Μια εξαιρετικά φιλόδοξη δέσμη μέτρων για τη μείωση των εκπομπών άνθρακα στην Ευρωπαϊκή Ένωση κατά 55% μέχρι το 2030, παρουσίασε σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, βάζοντας τον θεμέλιο λίθο μιας διαδικασίας που θα απασχολήσει όχι μόνο τα 27 κράτη – μέλη της ΕΕ και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τους επόμενους μήνες, αλλά σχεδόν όλες τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, καθώς και χώρες όπως η Ρωσία και οι ΗΠΑ που αμφισβητούν μεγάλο μέρος των προτάσεων της Κομισιόν.
Χαρακτηριστικό της σημασίας που δίνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στη συγκεκριμένη δέσμη μέτρων, («Fit for 55» στη γλώσσα των Βρυξελλών) που περιλαμβάνει αναθεώρηση υφισταμένων νόμων αλλά και νέες νομοθετικές προτάσεις, ήταν το γεγονός ότι παρουσιάστηκε από την πρόεδρο Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, τον εκτελεστικό αντιπρόεδρο της Επιτροπής Φρανς Τίμερμανς και άλλους τέσσερις Επιτρόπους.
Πώς θα επηρεαστούν νοικοκυριά και επιχειρήσεις
Ο βασικός στόχος του εκτελεστικού οργάνου της ΕΕ είναι να δημιουργηθεί μια οικονομία που θα είναι ουδέτερη από τον άνθρακα μέχρι το 2050, ενώ, βάσει των προτάσεων της Κομισιόν, οι εκπομπές αερίων θα πρέπει να μειωθούν κατά 55% έως το 2030 σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990. Παρόλο που η ΕΕ παράγει μόλις το 8% των παγκόσμιων εκπομπών άνθρακα φιλοδοξεί να μετατραπεί σε πρωταγωνιστή της μετάβασης σε μια πράσινη οικονομία, αξιοποιώντας και τα σχετικά τεχνολογικά πλεονεκτήματα που έχουν οι ευρωπαϊκές εταιρείες.
Παράλληλα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει θέσει ως προτεραιότητα των σχεδίων ανάκαμψης από την πανδημία που κατέθεσαν τα κράτη – μέλη, τις φιλικές προς το περιβάλλον επενδύσεις. Ο στόχος της ΕΕ για μείωση των εκπομπών άνθρακα κατά 55% μέχρι το 2030 προκάλεσε αρκετές αντιδράσεις από εταιρείες και βιομηχανίες, καθώς και από κράτη της κεντρικής Ευρώπης που βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στα ορυκτά καύσιμα ή από κυβερνήσεις που φοβούνται ότι εάν επιβαρυνθούν τα φτωχότερα νοικοκυριά από μια πιθανή αύξηση στην τιμή των καυσίμων θα επωφεληθούν λαϊκιστικά κόμματα ή κινήματα, όπως αυτό των «Κίτρινων Γιλέκων» στη Γαλλία.
Τα βασικά σημεία και τα «αγκάθια» των προτάσεων της Κομισιόν
Το επίκεντρο του γενικού σχεδίου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι η επέκταση του συστήματος εμπορίας εκπομπών (ETS), κάτι που καθορίζει μια τιμή για κάθε τόνο άνθρακα που εκπέμπεται στους τομείς της ενέργειας και της μεταποίησης, καθώς και στις ενδοκοινοτικές αεροπορικές μεταφορές. Οι Βρυξέλλες θέλουν να προχωρήσουν περισσότερο ώστε να συμπεριλάβουν τις εκπομπές από την αυτοκινητοβιομηχανία και από όλα τα κτίρια για να επιταχύνει τον ρυθμό απανθρακοποίησης της οικονομίας. Χαρακτηριστικό είναι ότι σύμφωνα με την Κομισιόν, ο δημόσιος τομέας θα υποχρεωθεί να ανακαινίζει το 3 % των κτιρίων του κάθε χρόνο, ώστε να δοθεί ώθηση στο κύμα ανακαίνισης, στη δημιουργία θέσεων εργασίας και στη μείωση της χρήσης ενέργειας και του κόστους για τους φορολογούμενους.
Τα νέα οχήματα θα υπόκεινται σε αυστηρότερα πρότυπα μείωσης εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά τα επόμενα 15 χρόνια, κάτι που ενδέχεται να επηρεάσει σημαντικά ή ακόμα και να σταματήσει de facto, την πώληση νέων αυτοκινήτων ντίζελ και βενζίνης έως το 2035. Βάσει των προτάσεων, όλα τα καινούργια αυτοκίνητα που θα ταξινομηθούν από το 2035 θα έχουν μηδενικές εκπομπές. Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι οδηγοί είναι σε θέση να φορτίζουν ή να τροφοδοτούν τα οχήματά τους σε ένα αξιόπιστο δίκτυο σε ολόκληρη την Ευρώπη, ο αναθεωρημένος κανονισμός για τις υποδομές εναλλακτικών καυσίμων θα απαιτεί από τα κράτη μέλη να επεκτείνουν την ικανότητα φόρτισης ανάλογα με τις πωλήσεις αυτοκινήτων μηδενικών εκπομπών και να εγκαθιστούν σημεία φόρτισης και ανεφοδιασμού καυσίμων ανά τακτά διαστήματα σε μεγάλους αυτοκινητόδρομους: κάθε 60 χιλιόμετρα για ηλεκτρική φόρτιση και κάθε 150 χιλιόμετρα για ανεφοδιασμό με υδρογόνο.
Παράλληλα οι τομείς της αεροπορίας και της ναυτιλίας αναμένεται να επηρεαστούν και αυτές καθώς θα συμπεριλαμβάνονται στο σύστημα εμπορίας εκπομπών. «Πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι ένα μόνο κρουαζιερόπλοιο εκπέμπει τόσο διοξείδιο του άνθρακα σε μια μόνο μέρα, όσο 80.000 αυτοκίνητα», δήλωσε χαρακτηριστικά η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Καθώς η Επιτροπή γνωρίζει και παραδέχθηκε ότι θα επιβαρυνθούν φτωχότερα νοικοκυριά και επιχειρήσεις προτείνει παράλληλα τη δημιουργία ενός ταμείου για το κλίμα που θα διευκολύνει τη μετάβαση σε μια πιο πράσινη οικονομία. Σύμφωνα με την πρόεδρο φον ντερ Λάιεν «αυτό το ταμείο θα υποστηρίξει τις επενδύσεις και τα τα ευάλωτα νοικοκυριά και τις μικρές επιχειρήσεις».
Μια άλλη κεντρική πρόταση είναι ο «Μηχανισμός Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα (Carbon Border Adjustment Mechanism - CBAM) που θα στοχεύει σε αγαθά που παράγονται εκτός της ΕΕ, έτσι ώστε οι ευρωπαϊκές εταιρείες που θα φέρουν το κόστος της απανθρακοποίησης να μην μειονεκτούν από φθηνότερες εισαγωγές από εταιρείες εκτός ΕΕ. Μια πρόταση που έχει προκαλέσει έντονη ανησυχία στη Ρωσία καθώς οι βιομηχανίες της αναμένεται να πληγούν. Επιφυλάξεις έχουν εκφράσει και οι ΗΠΑ καθώς αναμένεται να επιβαρυνθούν βιομηχανίες του τσιμέντου, των λιπασμάτων, του χάλυβα, του σιδήρου, του άνθρακα και της ηλεκτρικής ενέργειας.
Η Κομισιόν προτείνει ακόμα την αναθεώρηση του Κανονισμού για τη χρήση της γης, την αλλαγή στη χρήση της γης και τις δασοκομικές δραστηριότητες (LULUCF, όπως είναι γνωστό στη «γλώσσα των Βρυξελλών»). Βάσει του κανονισμού τα κράτη μέλη μοιράζονται την ευθύνη για την απομάκρυνση του άνθρακα από την ατμόσφαιρα, και για τον λόγο αυτόν ο κανονισμός για τη χρήση γης, την αλλαγή χρήσης γης και τη δασοκομία θέτει έναν συνολικό στόχο για τις απορροφήσεις άνθρακα από φυσικές καταβόθρες, ο οποίος ισοδυναμεί με 310 εκατομμύρια τόνους εκπομπών CO2 έως το 2030. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, τα κράτη μέλη θα πρέπει να θέσουν εθνικούς στόχους για τη φροντίδα και την επέκταση των καταβοθρών άνθρακα που διαθέτουν. Έως το 2035, η ΕΕ θα πρέπει να στοχεύει να επιτύχει κλιματική ουδετερότητα στους τομείς της χρήσης γης, της δασοκομίας και της γεωργίας, συμπεριλαμβανομένων και των γεωργικών μη ανθρακούχων εκπομπών, όπως αυτές που οφείλονται στη χρήση λιπασμάτων και στην κτηνοτροφία.
Οι 12 προτάσεις που παρουσίασε η Επιτροπή στοχεύουν να μειώσουν την εξάρτηση από ορυκτά καύσιμα, όπως ο άνθρακας, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο και να επεκτείνουν τη χρήση πηγών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της ηλιακής, της αιολικής και της υδροηλεκτρικής ενέργειας σε ποσοστό τουλάχιστον 38,5% της συνολικής ενέργειας έως το 2030.