Καρολάιν Κράουτς: Οι γονείς της εγκαταλείπουν οριστικά την Ελλάδα
Καρολάιν Κράουτς: Αφήνουν οριστικά πίσω την Ελλάδα οι γονείς της Καρολάιν Κράουτς, της γυναίκας που βρήκε τραγικό θάνατο από τον άνδρα της στο σπίτι τους στα Γλυκά Νερά.
Μετά τη μητέρα της Καρολάιν, Σούζαν, η οποία έχει μετακομίσει εδώ και μήνες στις Φιλιππίνες (είναι η χώρα καταγωγής της) με την εγγονή της, Λυδία, τώρα και ο πατέρας της, Ντέιβιντ Κράουτς, βρίσκεται στο πλευρό τους.
Μάλιστα, όπως ανέφερε πριν από μερικές ημέρες το thenewspaper, ο Ντέιβιντ και η Σούζαν Κράουτς έχουν βάλει πωλητήριο στο σπίτι που έφτιαξαν στην Αλόννησο και στο οποίο μεγάλωσε η Καρολάιν, ζητώντας 500.000 ευρώ.
Σύμφωνα με όσα μεταδίδει η εκπομπή «Το Πρωινό» του AΝΤ1, το σπίτι δεν έχει πωληθεί ακόμη, ωστόσο υπάρχει έντονο ενδιαφέρον, κι αυτό αναμένεται να συμβεί πολύ σύντομα, καθώς πρόκειται για ένα τουριστικό νησί. Όπως επίσης αναφέρει η εκπομπή, το μόνο που μένει πλέον για να κλείσουν όλες οι εκκρεμότητες του ζευγαριού με την Ελλάδα είναι η εκταφή της σορού της Καρολάιν, η οποία θα γίνει του χρόνου.
Πατέρας Καρολάιν: «Λυπάμαι που φεύγω από την Αλόννησο»
Σε αποκλειστικές δηλώσεις στην εκπομπή, ο πατέρας της Καρολάιν μίλησε για το σπίτι στην Αλόννησο και τις αναμνήσεις που έχει από εκεί από τα παιδικά χρόνια της κόρης του και εξέφρασε τη λύπη του, που πρέπει να φύγει από αυτό. «Λυπάμαι πολύ που πρέπει να φύγω από το παλιό μου σπίτι στο όμορφο νησί της Αλοννήσου. Έχει τόσο πολλές υπέροχες αναμνήσεις για εμένα, αναμνήσεις που μπορώ να τις ξαναζήσω στις "ήσυχες" στιγμές μου» είπε.
Και συνεχίζει: «Όταν είδα για πρώτη φορά το οικόπεδο που ήταν προς πώληση, είπα "θα το πάρω". Ήταν τέλειο. Απομονωμένο, αλλά μόνο πέντε λεπτά με τα πόδια από την παλιά Χώρα. Είχε ανεμπόδιστη θέα προς τη θάλασσα, πάνω από μια καταπράσινη κοιλάδα που ήταν αδύνατο να χτιστεί. Είχε γείτονες, αλλά όχι πολύ κοντά. Μια τοπική ταβέρνα με απίστευτη θέα, ο ιδιοκτήτης της οποίας έγινε στενός οικογενειακός μας φίλος».
«Το κοριτσάκι μου, σε αυτή την υπέροχη ταβέρνα έκανε τα πρώτα της βήματα και συνάντησε πολύ κόσμο που τη λάτρεψε. Όταν μεγάλωσε, περπατούσαμε χέρι-χέρι μέχρι το χωριό, ελπίζοντας να συναντήσουμε τη Μαρία με το κατσικάκι της. Και μου έκανε ερωτήσεις, ερωτήσεις, ερωτήσεις που δεν τελείωναν ποτέ. Περπατώντας προς τα πίσω, περνούσαμε από το νεκροταφείο και η Καρολάιν ήθελε να τη σηκώσω ψηλά, ώστε να μπορέσει να δει όλα τα όμορφα λουλούδια. Δεν μου είχε περάσει ποτέ από το μυαλό ότι μόλις λίγα χρόνια αργότερα η Καρολάιν θα αναπαυόταν εκεί, ενώ εγώ, ο πατέρας της, θα θρηνούσα μένοντας με τις αναμνήσεις μου. Αλλά οι αναμνήσεις μου δεν είναι το μόνο πράγμα που μου άφησε. Μου άφησε την υπέροχη κόρη της, που θα εξασφαλίσω να έχει ό,τι χρειάζεται στη ζωή της και να μεγαλώσει τιμώντας τη μνήμη της μητέρας της».