Kαλοκαιρία: Παρατείνεται στη χώρα μας και τη Μεσόγειο - Που αποδίδεται το φαινόμενο, η ανησυχία για ξηρασία
Η θερμή εισβολή που ξεκίνησε πριν από περίπου έναν μήνα θα παραταθεί και η καλοκαιρία -με θερμοκρασίες κατά μέσο όρο 3 με 4 βαθμούς υψηλότερες των φυσιολογικών για την εποχή- θα διατηρηθεί μέχρι και το τέλος της επόμενης εβδομάδας, ενώ η μέρα των Θεοφανίων προβλέπεται ότι θα είναι ηλιόλουστη και σχετικά ζεστή.
«Φαίνεται ότι με μικρά διαλείμματα ήπιας κακοκαιρίας την επόμενη εβδομάδα -τις 3 με 4 πρώτες μέρες της επόμενης εβδομάδας- και χωρίς σημαντικά φαινόμενα, που να σχετίζονται με μεγάλη πτώση θερμοκρασίας ή χιονόπτωσης, θα συνεχιστεί η καλοκαιρία αυτή μέχρι και το τέλος της επόμενης εβδομάδας. Δεν μπορούμε να κάνουμε πρόβλεψη μετά βεβαιότητας πάνω από δυο εβδομάδες.
Τα Θεοφάνια θα έχουμε πάρα πολύ καλό καιρό, με ηλιοφάνεια -εκτός από τις πρωινές ομίχλες- και σχετικά υψηλές θερμοκρασίες για την εποχή», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καθηγητής Μετεωρολογίας και Κλιματολογίας και αντιπρύτανης Οικονομικών του ΑΠΘ, Χαράλαμπος Φείδας,
Εξήγησε δε ότι αυτό το καιρικό φαινόμενο ότι «παρατηρείται σε όλη τη νότια Ευρώπη και Μεσόγειο και όχι μόνο στη χώρα μας και χαρακτηριστικό του είναι η μεγάλη διάρκεια, που ξεπερνάει τις 30 μέρες και αυτό το κατατάσσει σε μία κατηγορία κλιματικής αστάθειας και όχι απλώς μιας απλής καιρικής αστάθειας, μίας θερμής εισβολής ολίγων ημερών».
Σε ό,τι αφορά την ερμηνεία του φαινομένου, ο κ. Φείδας διευκρίνισε ότι «φαίνεται να οφείλεται -με μετεωρολογικούς όρους- στη μετατόπιση του πολικού αεροχείμαρρου προς τον βορρά» και πρόσθεσε: «Ο πολικός αεροχείμαρρος καθορίζει την πορεία των καιρικών συστημάτων πάνω από τη χώρα μας και η μετατόπισή του προς τον βορρά συνεπάγεται και απουσία των συστημάτων κακοκαιρίας πάνω από την περιοχής μας».
Σχετικά με το ενδεχόμενο παράτασης της καλοκαιρίας και μετά τις επόμενες δύο εβδομάδες, ο καθηγητής απάντησε πως «δεν θεωρούμε ότι θα περάσουμε τους επόμενους χειμερινούς μήνες χωρίς να έχουμε την αίσθηση του χειμώνα και όταν η κλιματική αστάθεια έλθει σε ύφεση αναμένουμε και ψυχρές εισβολές και χιόνια στην περιοχή, διαφορετικά θα αποτελέσει κάποιο μοναδικό φαινόμενο, αν συνεχιστεί όλο τον χειμώνα».
«Η σχέση της θερμής εισβολής με τις πολικές θερμοκρασίες στις ΗΠΑ»
Το φαινόμενο των υψηλών θερμοκρασιών στη νότια Ευρώπη φαίνεται να σχετίζεται με τις πολικές θερμοκρασίες που καταγράφονται την ίδια περίοδο στις ΗΠΑ. «Αν συνδυάσουμε τις δύο ακραίες καιρικές καταστάσεις, τις παρατεταμένες υψηλές θερμοκρασίες στην Ευρώπη και τις πρωτοφανώς χαμηλές θερμοκρασίες στις ΗΠΑ, τα δύο φαινόμενα σχετίζονται μεταξύ τους», επισήμανε ο κ. Φείδας και εξήγησε πως «λειτουργούν σαν μορφή κυματισμού», καθώς «η πολύ ισχυρή ψυχρή εισβολή ωθεί θερμότερες αέριες μάζες από την Αφρική προς την Ευρώπη».
Ερωτηθείς αν τα φαινόμενα εκδηλώνονται ως συνέπεια της κλιματικής αλλαγής, απάντησε ότι «ο συνδυασμός των δύο φαινομένων είναι ενδεικτικός της αστάθειας κλίματος που βιώνουμε εδώ και αρκετά χρόνια και η οποία ενισχύεται έτος με έτος», όμως «βασικό κριτήριο για να συνδέσουμε ακραία φαινόμενα αυτού του είδους με την κλιματική αλλαγή είναι η αύξηση της συχνότητας εμφάνισής τους», άρα «όσο παρατηρούμε περισσότερο τέτοια φαινόμενα, τόσο σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή».
«Ανησυχία για ξηρασία. Μόνο 1% η χιονοκάλυψη στην επικράτεια, έναντι 10% αναμενόμενα τέτοια εποχή»
Σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις του φαινομένου, παρατήρησε ότι «από τη μία πλευρά υπάρχει η θετική διάσταση που αφορά στη μειωμένη ζήτηση ενέργειας, όμως, από την άλλη δημιουργείται το υπόβαθρο για ξηρασία κατά το επόμενο έτος, καθώς τα μεγαλύτερα αποθέματα νερού προέρχονται από τις χιονοπτώσεις».
«Στη διάρκεια της Άνοιξης, όταν η χιονοκάλυψη εκλείπει λόγω υψηλών θερμοκρασιών, το υδατικό απόθεμα ενισχύεται. Αν λείπουν τα χιόνια θα έχουμε έλλειμμα στο υδατικό ισοζύγιο», σημείωσε και κατέληξε:
«Τόσο μεγάλο διάστημα θερμής εισβολής, διάρκειας άνω των 30 ημ ερών, δεν έχει παρατηρηθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Εδώ και πάνω από 4-5 εβδομάδες η θερμοκρασία είναι κατά μέσο όρο 3 με 4 βαθμούς πάνω από τη φυσιολογική για την εποχή και χωρίς χιονόπτωση. Η χιονοκάλυψη στην επικράτεια δεν φτάνει ούτε το 1%, ενώ τέτοια εποχή θα ήταν πάνω από 10%».