Ιταλία εκλογές: Τα μυστικά και τα κλειδιά του εκλογικού συστήματος
Τον Ιούλιο του 1992, μια 15χρονη μαθήτρια χτύπησε το κουδούνι των γραφείων της νεολαίας του νεοφασιστικού Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος στη Ρώμη. Αρχικά έγινε δεκτή με επιφυλάξεις, ωστόσο σταδιακά ανέλαβε ηγετικό ρόλο. Τριάντα χρόνια αργότερα, η Τζόρτζια Μελόνι αναμένεται να γίνει η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός της Ιταλίας, επικεφαλής ενός Δεξιού συνασπισμού που -σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις- θα κερδίσει την εξουσία στις εκλογές της Κυριακής.
Τα ψέματα τελείωσαν. Το ίδιο και οι προεκλογικές υποσχέσεις. Την Κυριακή, από τις 7 το πρωί μέχρι τις 11 το βράδυ (8 με 12 ώρα Ελλάδας), οι πολίτες της Ιταλίας καλούνται να ψηφίσουν το κόμμα της προτίμησής τους. Και μαζί, να αναδείξουν την επόμενη ή τον επόμενο πρωθυπουργό της χώρας, 68ο κατά σειρά μεταπολεμικά.
Η αλήθεια είναι ότι, αν και τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων έχουν σταματήσει να γίνονται γνωστά στο ευρύ κοινό από τις 9 Σεπτεμβρίου, ο συνασπισμός των τριών κομμάτων της Δεξιάς και της Ακροδεξιάς εξακολουθεί να έχει προβάδισμα.
Ως εκ τούτου, η Τζόρτζια Μελόνι, επικεφαλής του – αρχικά ακροδεξιού και νυν… πατριωτικού – Αδέλφια της Ιταλίας, είναι το μεγάλο φαβορί για να διαδεχθεί τον Μάριο Ντράγκι στην πρωθυπουργία. Ακόμη κι αν το κόμμα της αναδειχθεί δεύτερο.
Για να συμβεί αυτό, βεβαίως, θα έχουν βάλει το «χεράκι» τους τόσο το εκλογικό σύστημα όσο και η αδυναμία της Κεντροαριστεράς να συγκροτήσει ένα εναλλακτικό πόλο. Με αποτέλεσμα, η Μελόνι με τους εταίρους της, Ματέο Σαλβίνι και Σίλβιο Μπερλουσκόνι, να θεωρούν ότι δεν έχουν πρακτικά αντίπαλο.
Λιγότερες έδρες σε Βουλή-Γερουσία
Γιατί, όμως, έχουν έτσι τα πράγματα και πώς εξηγούνται με βάση το εκλογικό σύστημα; Αρχικά, πρέπει να σημειωθεί ότι οι έδρες είναι σημαντικά μειωμένες σε σύγκριση με τις αντίστοιχες που «μοιράστηκαν» το 2018, με βάση τη μεταρρύθμιση που ψηφίστηκε ένα χρόνο αργότερα. Έτσι, στη νέα Βουλή θα είναι πλέον 400 έναντι 630 στην απερχόμενη, ενώ στη Γερουσία 200 αντί 315.
Με αυτόν τον τρόπο, όπως εκτιμούν οι ειδικοί, περιορίζεται η «ασφάλεια» των προγνώσεων, καθώς οι συσχετισμοί μπορούν να μεταβληθούν εάν αλλάξουν πλευρά πολύ λιγότερες έδρες σε σύγκριση με ό,τι συνέβαινε πριν. Κάτι που σημαίνει, πρακτικά, ότι κάθε περιφέρεια και ειδικά εκεί που προβλέπεται αμφίρροπη μάχη, έχει ξεχωριστή σημασία.
Η αβεβαιότητα εντείνεται, ως ένα βαθμό, και από το γεγονός ότι, με βάση άλλη αλλαγή που έγινε το 2021, δικαίωμα ψήφου για τη Γερουσία έχουν πλέον όλοι οι Ιταλοί που έχουν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους, αντί του 25ου που ίσχυες ως τώρα.
Η «δεξαμενή» των μονοεδρικών
Ο πιο καθοριστικός παράγοντας είναι, πάντως, άλλος: Το γεγονός ότι οι έδρες δεν μοιράζονται με τον ίδιο τρόπο, αλλά στη βάση ενός μικτού συστήματος, που δίνει σημαντικό μπόνους στον ισχυρότερο συνασπισμό.
Συγκεκριμένα, το 61% (244 στη Βουλή και 122 στη Γερουσία) των εδρών κατανέμεται με το σύστημα της απλής αναλογικής, με μοναδική προϋπόθεση ένα κόμμα να έχει ξεπεράσει το όριο του 3%. Από το υπόλοιπο, το 37% (148 και 74 έδρες αντιστοίχως) αφορά μονοεδρικές περιφέρειες και το 2% (8 και 4) καθορίζεται από τις ψήφους των Ιταλών που ζουν στο εξωτερικό.
Με βάση τα παραπάνω και καθώς δεν θα απέχουν πολύ τα πανεθνικά ποσοστά – άρα και οι αναλογικές έδρες που θα λάβουν – των δύο βασικών αντιπάλων, που είναι το κόμμα της Μελόνι και οι Δημοκρατικοί του Ενρίκο Λέτα, η προσοχή στρέφεται φυσιολογικά στη μεγάλη «δεξαμενή» των μονοεδρικών περιφερειών, όπου για τη νίκη αρκεί η απλή πλειοψηφία, έστω και με μία ψήφο
Το προβάδισμα της Μελόνι
Είναι φανερό ότι η συμμαχία Μελόνι-Σαλβίνι-Μπερλουσκόνι, που αθροιστικά φέρεται να συγκεντρώνει κοντά στο 45% στις δημοσκοπήσεις, έχει τεράστιο πλεονέκτημα απέναντι στους Δημοκρατικούς, που με τους συμμάχους τους δύσκολα θα ξεπεράσουν το 30%. Κατά συνέπεια – εκτός εάν το Κίνημα Πέντε Αστέρων αποφασίσει να στηρίξει μαζικά τους υποψηφίους των Δημοκρατικών, κάτι που αποκλείεται – το πιθανότερο σενάριο είναι το στρατόπεδο Δεξιάς-Ακροδεξιάς να θριαμβεύσει.
Ορισμένοι, μάλιστα, θεωρούν ότι είναι σε θέση να διασφαλίσει ως και το 90% των μονοεδρικών περιφερειών, κάτι που μεταφράζεται σε περίπου 130 έδρες στη Βουλή και 65 στη Γερουσία. Με τον τρόπο αυτό δε, ακόμη κι αν οι Δημοκρατικοί ανατρέψουν τα προγνωστικά και αναδειχθούν πρώτο κόμμα, η Μελόνι θα έχει τον πρώτο λόγο για να γίνει πρωθυπουργός.
Η εκλογική αριθμητική αποδεικνύει του λόγου το αληθές: Από την αναλογική κατανομή τα τρία κόμματα που την στηρίζουν αναμένεται ότι θα έχουν διασφαλίσει τουλάχιστον 100 έδρες στη Βουλή και 50 στη Γερουσία. Εάν δε αυτές προστεθούν σε εκείνες των μονοεδρικών περιφερειών, τότε οι απόλυτη πλειοψηφία «κλειδώνει» και στα δύο σώματα.
Τα δύο τρίτα και ο… χρόνος ζωής της κυβέρνησης
Εφόσον, λοιπόν, δεν μεσολαβήσει κάποια έκπληξη πρώτου μεγέθους, τότε το ενδιαφέρον θα πρέπει να στραφεί από τώρα σε δύο άλλα διακυβεύματα. Το ένα είναι κατά πόσο το στρατόπεδο της Μελόνι θα καταφέρει να φτάσει στην πλειοψηφία των δύο τρίτων (267 έδρες στη Βουλή και 134 στη Γερουσία), που θα της λύσουν τα χέρια για να εφαρμόσει την πολιτική της ή ακόμη και να προχωρήσει σε συνταγματική μεταρρύθμιση χωρίς να έχει ανάγκη δημοψήφισμα.
Όσο για το δεύτερο, έχει να κάνει με την κυβέρνηση που θα σχηματίσει. Το γεγονός ότι ο μέσος όρος επιβίωσης όσων έχουν σχηματιστεί μετά το 1946 δεν υπερβαίνει τους 13 μήνες, σε συνδυασμό με τις πιέσεις που θα δεχθεί και την ικανότητα του Σαλβίνι να ανατρέπει… πρωθυπουργούς και κυβερνήσεις, ασφαλώς γεννά ένα ερώτημα: Πόσο θα μακροημερεύσει η Μελόνι;
Το σίγουρο είναι ότι ο χρόνος της θα αρχίσει να μετρά, σύμφωνα με το πιθανότερο σενάριο, λίγο μετά τις 13 Οκτωβρίου, οπότε και θα συνέλθει η βουλή με τη νέα της σύνθεση. Μετά από αυτή την ημερομηνία, ο πρόεδρος της δημοκρατίας, Σέρτζιο Ματαρέλα, θα μπορεί να δώσει την εντολή για σχηματισμό κυβέρνησης, διαδικασία η οποία αναμένεται να προχωρήσει σχετικά γρήγορα, εφόσον το εκλογικό αποτέλεσμα είναι καθαρό.
Και μετά, αρχίζουν τα δύσκολα.