ΗΠΑ: Ο Μπάιντεν περιορίζει τη χρήση λογισμικών κατασκοπείας
Ο Τζο Μπάιντεν υπέγραψε τη Δευτέρα ένα εκτελεστικό διάταγμα, με το οποίο περιορίζει τη χρήση μιας κατηγορίας ισχυρών εργαλείων παρακολούθησης από υπηρεσίες της κυβέρνησης των ΗΠΑ.
Πρόκειται για κατασκοπευτικά λογισμικά, που έχουν χρησιμοποιήσει σε βαθμό κατάχρησης όχι μόνον απολυταρχικά καθεστώτα αλλά και ορισμένες δημοκρατικές χώρες σε όλο τον κόσμο, για να κατασκοπεύουν αντιφρονούντες, ακτιβιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δημοσιογράφους.
Τα εν λόγω εργαλεία δίνουν στις κυβερνήσεις την εξουσία να χακάρουν τα κινητά τηλέφωνα ιδιωτών, εξάγοντας δεδομένα και παρακολουθώντας τις κινήσεις τους. Η παγκόσμια αγορά για τη χρήση τους ανθεί και ορισμένες κυβερνητικές υπηρεσίες των ΗΠΑ έχουν μελετήσει ή αναπτύξει την τεχνολογία.
Εμπορικό λογισμικό υποκλοπής spyware, συμπεριλαμβανομένου του Pegasus, που κατασκευάστηκε από την ισραηλινή εταιρεία NSO Group, έχει επίσης χρησιμοποιηθεί εναντίον Αμερικανών κυβερνητικών αξιωματούχων στο εξωτερικό.
Όπως αναφέρουν σε σχετικό δημοσίευμα οι New York Times, ανώτερος αξιωματούχος της αμερικανικής κυβέρνησης δήλωσε ότι τουλάχιστον 50 άτομα από το κυβερνητικό προσωπικό των ΗΠΑ σε τουλάχιστον 10 χώρες είχαν γίνει στόχοι παρακολούθησης με spyware, αριθμός μεγαλύτερος από ό,τι ήταν γνωστό στο παρελθόν.
Το εκτελεστικό διάταγμα του Μπάιντεν απαγορεύει στις ομοσπονδιακές κυβερνητικές υπηρεσίες και άλλες υπηρεσίες να χρησιμοποιούν εμπορικό λογισμικό υποκλοπής spyware που θα μπορούσε να γίνει χρησιμοποιηθεί καταχρηστικά από ξένες κυβερνήσεις, θα μπορούσε να στοχεύσει Αμερικανούς στο εξωτερικό ή θα μπορούσε να θέσει κινδύνους για την ασφάλεια εάν εγκατασταθεί σε κυβερνητικά δίκτυα των ΗΠΑ.
Το διάταγμα καλύπτει μόνο λογισμικό υποκλοπής που αναπτύσσεται και πωλείται από εμπορικές οντότητες, όχι εργαλεία που έχουν κατασκευαστεί από υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ.
Ωστόσο, το διάταγμα Μπάιντεν δεν αποτελεί γενική απαγόρευση και επιτρέπει στις αμερικανικές υπηρεσίες να χρησιμοποιούν εμπορικό λογισμικό κατασκοπείας σε ορισμένες περιπτώσεις, διευκρινίζουν οι New York Times.
Για παράδειγμα, η Υπηρεσία Δίωξης Ναρκωτικών έχει αναπτύξει ένα ισραηλινό εργαλείο που ονομάζεται Graphite, κατασκευασμένο από την εταιρεία Paragon, ως μέρος των επιχειρήσεων καταπολέμησης των ναρκωτικών.
Αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν δηλώσει ότι δεν σχεδιάζουν να τερματίσουν τη χρήση του εργαλείου από την D.E.A., αλλά θα επανεξετάσουν την απόφαση εάν προκύψουν στοιχεία ότι έχει κατάχρηση των εργαλείων της Paragon από άλλες κυβερνήσεις.
Τον Δεκέμβριο, ο δημοκρατικός βουλευτής Άνταμ Σιφ από την Καλιφόρνια και πρόεδρος της Επιτροπής Πληροφοριών της Βουλής των Αντιπροσώπων έστειλε επιστολή στον επικεφαλής της D.E.A., ζητώντας περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη χρήση του εργαλείου από την υπηρεσία.
Τον ίδιο μήνα, το Κογκρέσο ψήφισε ένα νομοσχέδιο που έδινε στον διευθυντή των εθνικών υπηρεσιών πληροφοριών την εξουσία να απαγορεύει στην κοινότητα πληροφοριών να αγοράζει ξένο λογισμικό κατασκοπείας και απαιτούσε από τον διευθυντή της εθνικής υπηρεσίας πληροφοριών να υποβάλει στο Κογκρέσο μια «λίστα παρακολούθησης» που να εντοπίζει ξένες εταιρείες spyware που ενέχουν κινδύνους για αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών.
Το εκτελεστικό διάταγμα που υπέγραψε τώρα ο Μπάιντεν δηλώνει ότι για να χρησιμοποιήσει εμπορικό λογισμικό κατασκοπείας μια αμερικανική κυβερνητική υπηρεσία, οι αξιωματούχοι πρέπει να καθορίσουν ότι τα εργαλεία δεν «ενέχουν σημαντικούς κινδύνους αντικατασκοπείας ή ασφάλειας για την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών ή σημαντικούς κινδύνους ακατάλληλης χρήσης από ξένη κυβέρνηση ή ξένο πρόσωπο».
Την εξέλιξη σχολίασε η Αμερικανίδα Άρτεμις Σίφορντ, που έπεσε θύμα παρακολούθησης στην Ελλάδα τόσο μέσω της ΕΥΠ, όσο και μέσω του Predator. «Χαίρομαι που βλέπω την κυβέρνηση των ΗΠΑ να κινείται προς την απαγόρευση εμπορικών οντοτήτων spyware που είναι υπεύθυνες για κατάφωρες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και στόχευση πολιτών των ΗΠΑ, όπως η Cytrox που κατασκευάζει το Predator» έγραψε στο Twitter, κάνοντας χρήση των hashtags #Predator #υποκλοπες.