Η πικρία της Τζιλ Μπάιντεν και η πίστη στον Τζο: Η Πρώτη Κυρία μιλάει για όλα...
Εφ' όλης της ύλης συνέντευξη της Τζιλ Μπάιντεν, λίγα 24ωρα πριν αποχωρήσει από τον Λευκό Οίκο.
Για την «απογοήτευση» που ένιωσε για τη στάση της Νάνσι Πελόζι να παροτρύνει εμμέσως τον Τζο Μπάιντεν να αποσυρθεί από την κούρσα των προεδρικών εκλογών, μίλησε μεταξύ άλλων, η Τζιλ Μπάιντεν, σε συνέντευξη που έδωσε στην Washington Post.
Σε μία σπάνια εξομολόγηση, η Πρώτη Κυρία των ΗΠΑ δήλωσε: «Ήταν φίλη μας για 50 χρόνια. Ήταν απογοητευτικό». Υπενθυμίζεται ότι η Πελόζι ήταν μεταξύ των κορυφαίων Δημοκρατικών που εξέφρασαν επιφυλάξεις σχετικά με την ικανότητα – σωματική και νοητική – του Τζο Μπάιντεν να παραμείνει υποψήφιος, διεκδικώντας μία δεύτερη θητεία στον Λευκό Οίκο.
«Εναπόκειται στον πρόεδρο να αποφασίσει αν θα είναι υποψήφιος. «Τον ενθαρρύνουμε όλοι να πάρει αυτή την απόφαση γρήγορα, επειδή ο χρόνος είναι λίγος», είπε η Πελόζι στο MSNBC τον Ιούλιο.
Ο διάλογος με Τραμπ
Η Τζιλ Μπάιντεν αποκάλυψε επίσης δημόσια τη συνομιλία της με τον Τραμπ όταν οι δυο τους συναντήθηκαν στα εγκαίνια του καθεδρικού ναού της Παναγίας των Παρισίων τον περασμένο μήνα. «Είχα μια καλή συνάντηση με τον σύζυγό σας στο Οβάλ Γραφείο», είπε ο εκλεγμένος πρόεδρος, σύμφωνα με την Πρώτη Κυρία. «Ναι», απάντησε εκείνη, «γιατί μιλάτε και οι δύο».
«Ο Τζο και εγώ σεβόμαστε τους θεσμούς μας, τις παραδόσεις μας. Είναι πολύ σημαντικό για μένα να συνεχίσουν», πρόσθεσε.
Η χάρη στον Χάντερ Μπάιντεν
Η Πρώτη Κυρία είπε ότι εξακολουθεί να πιστεύει ότι ο σύζυγός της θα μπορούσε να έχει υπηρετήσει άλλα τέσσερα χρόνια. Εξέφρασε τέλος την ανησυχία ότι ο Τζο Μπάιντεν δεν θα λάβει τα εύσημα για ορισμένα από τα επιτεύγματά του, συμπεριλαμβανομένων των επενδύσεων σε υποδομές. Αλλά και αναγνώρισε ότι ήταν αμφιλεγόμενη κίνησή του να δώσει χάρη στον γιο του Χάντερ. «Ο Τζο αγωνίστηκε πραγματικά με αυτή την απόφαση», είπε η Τζιλ Μπάιντεν. «Εννοώ ξεκίνησε από το σημείο όπου είπε ότι δεν επρόκειτο να δώσει χάρη στον Χάντερ. Αλλά μετά νομίζω ότι τα πράγματα άλλαξαν. Οι συνθήκες άλλαξαν και έγινε εμφανές και προφανές ότι οι Ρεπουμπλικάνοι δεν επρόκειτο να σταματήσουν».