Η κατάθεση της συζύγου του Λύτρα: «Ούρλιαζα - Ένιωθα να πνίγομαι από το αίμα»
Ανατριχίλα προκαλούν όσα φέρεται να κατέθεσε η σύζυγος του ποινικολόγου Απόστολου Λύτρα, σύμφωνα με όσα αποκάλυψε η εκπομπή TLIVE
Σοκ προκαλούν τα όσα περιέγραψε στην κατάθεσή της η σύζυγος του γνωστού ποινικολόγου Απόστολου Λύτρα για τον άγριο ξυλοδαρμό που υπέστη από τον ίδιο και τις στιγμές τρόμου που βίωσε μέσα στο αυτοκίνητο του ζεύγους.
Όπως αποκαλύπτει η εκπομπή TLIVE: «Με τον σύζυγό μου είμαστε παντρεμένοι από το 2015 και έχουμε αποκτήσει μια κόρη», αναφέρει στην κατάθεσή της η 37χρονη δικηγόρος. Αναφέρει ότι έχει μεγαλώσει τα δικά του παιδιά με πολλή αγάπη, καθώς ο Απόστολος Λύτρας έχει δυο κόρες από τον πρώτο γάμο του.
«Όλα αυτά τα χρόνια είμαστε και συνεργάτες στο γραφείο. Χθες 15/06/2024 πήγαμε μαζί σε εστιατόριο στη Βουλιαγμένη στα νότια προάστια με μια μεγάλη παρέα. Κάποια στιγμή γύρω στις 23.30 λογομαχήσαμε για μια ασήμαντη αφορμή και συγκεκριμένα γιατί εγώ κοίταζα το κινητό μου και ο σύζυγός μου δεν ξέρω τι θεώρησε πάντως μου έκανε σκηνή ζηλοτυπίας.
Η αλήθεια είναι ότι εγώ μιλούσα με την αδερφή μου στην οποία είχα αφήσει το παιδί μου για να βγούμε και η οποία μου έστελνε βιντεάκια με την μικρή μου. Μου ζήτησε επιτακτικά να φύγουμε αλλιώς θα έκανε φασαρία μέσα στο μαγαζί» αναφέρει η σύζυγος του γνωστού ποινικολόγου.
Και συνεχίζει: «Εγώ επειδή τον είδα σε κατάσταση άνευ λόγου έξαλλη τον ακολούθησα και φύγαμε για να μην εκτεθούμε μπροστά σε φίλους μας και στον υπόλοιπο κόσμο. Μόλις έβαλε μπροστά το αυτοκίνητο άρχισε να με βρίζει και μου έριξε την πρώτη μπουνιά».
Η δικηγόρος συμπληρώνει: «Άρχισε να τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα και σε μικρή απόσταση σε ένα απόμερο μέρος δεξιά του δρόμου που είχε χώρο σταμάτησε το αυτοκίνητο και με χτύπησε στο πρόσωπο έχοντας τα χέρια του σε γροθιά. Σημειωτέον ότι όλη αυτή την ώρα μου είχε πάρει το κινητό. Η πόρτα ήταν κλειδωμένη. Ούρλιαζα βοήθεια και τον παρακαλούσα να σταματήσει, ενώ το πρόσωπό μου ήταν γεμάτο αίματα και τα κατάπινα και ένιωθα ότι πνίγομαι.
Κάποια στιγμή ένιωθα ότι χάνω τις αισθήσεις μου. Προφανώς με είδε σε αυτή την κατάσταση και σταμάτησε. Τον παρακαλούσα να με πάει σε κάποιο νοσοκομείο και να μου δώσει το κινητό μου προκειμένου να ειδοποιήσω την αδερφή μου ή κάποιον δικό μου. Ο ίδιος δεν ανταποκρινόταν σε τίποτα από όλα αυτά παρότι του έλεγα ότι θα πεθάνω γιατί αιμορραγούσα πάρα πολύ! Ακόμα και τα ρούχα μου είχαν γεμίσει αίματα».
Και συνεχίζει την περιγραφή: «Με οδήγησε στο σπίτι. Εγώ όταν μπήκα μέσα με όσες δυνάμεις είχα γιατί ζαλιζόμουν πολύ και ήμουν πολύ χτυπημένη του είπα ότι πάω να πλυθώ. Όταν ανέβηκα στο δωμάτιο προκειμένου να πάρω το κουμπί πανικού που είναι συνδεδεμένο με τον συναγερμό και χτυπάει κατευθείαν στην αστυνομία με πρόλαβε και το πήρε αυτός και συνέχιζε να κρατάει το κινητό μου».