Η «hip hop» φλόγα και η ειρήνη που δεν συμφέρει...
Η Ελλάδα και ο πλανήτης, βλέπουν σε απευθείας μετάδοση την Αφή της Ολυμπιακής Φλόγας στο αρχαίο στάδιο της Ολυμπίας. Εκεί που το 776 π.χ. ξεκίνησαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Παρούσης της Προέδρου της Δημοκρατίας, διάσημων του αθλητισμού και της πολιτικής, λαμπαδηδρόμοι θα ταξιδέψουν το Φως των Αξιών του Ολυμπισμού ανά την Ελλάδα και θα την παραδώσουν για το θαλάσσιο ταξίδι της μέχρι την Μασσαλία.
Εκεί όπου ο Πρωτέας από την Φώκαια, το 600 π.χ. κατέπλευσε, αποδέχθηκε ως σύζυγο την κόρη του του αρχηγού της τοπικής φυλής Γκυπτίς και ίδρυσε την αρχαιότερη πόλη της Γαλλίας. Στο μεταξύ, την ίδια χρονιά, στην Αρχαία Ολυμπία, μετά από τετραετή πνευματική και σωματική άσκηση στην Ήλιδα (διοργανώτρια πόλη των Ολυμπιακών Αγώνων) εγκαινιαζόταν ο λαμπρός Ναός της Ήρας και κατέφθαναν, με προπομπό τους Ελλλανοδίκες, οι αθλητές που θα έδιναν τον “αγώνα τον καλό” για την Διάκριση και όχι την Επικράτηση. Δύο λέξεις, τεράστια απόσταση. Δύο λέξεις, δύο κόσμοι, δύο εντελώς αντίθετες κοσμοθεωρίες. Η διάκριση στηριζόταν στο τρίπτυχο “Ευ Αγωνίζεσθαι-Ευγενής Άμιλλα-Ιερή Εκεχειρία”. Η επικράτηση ήταν -και παραμένει- η έκφανση της βαρβαρότητας και του κάθε μορφής βίαιου ενστίκτου, δηλαδή το πρόβλημα που επιχείρησε η ελληνική Παιδεία να απαντήσει μέσα από τον ευγενή συναγωνισμό πνευματικής και σωματικής αριστείας.
Εκεί, στο Ηραίον, στο Ναό της Ήρας, συμβαίνει η Αφή της Ολυμπιακής Φλόγας. Δεν είναι event. Είναι μυσταγωγία. Είναι απόδειξη ότι ο σκεπτόμενος άνθρωπος στέλνει ένα πανανθρώπινο μήνυμα ειρήνης και διάκρισης. Όχι με mail. Με λαμπαδηδρόμους. Χέρι με χέρι για χιλιάδες χιλιόμετρα. Σώμα με σώμα, ψυχή με ψυχή.
Όπως ο Πρωτέας ίδρυσε με ευγένεια και ειρήνη την Μασσαλία, σε αντίθεση με τους, μετέπειτα, ποντοπόρους κατακτητές που αποίκισαν κατασφάζοντας και λεηλατώντας τους αυτόχθονες ως βάρβαροι που επιδίωκαν την επικράτηση για τον χρυσό και τα πετράδια. Θεμελιώδης αντίθεση. Οι Ολυμπιονίκες αρκούνταν σε έναν κότινο ελιάς, σε ένα στεφάνι από κλαδάκι ελιάς που θα ενωνόταν με την γη μαζί τους όταν έφευγαν. Οι σύγχρονοι, ολόχρυσο μετάλλιο. Θεμελιώδης αντίθεση.
Αυτά, όμως, είναι ιστορία. Το σωτήριο έτος 2024, με την σύμφωνη γνώμη και συνειδητή επιλογή της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, δηλαδή των απογόνων των κατακτητών, πλάι στα αγωνίσματα του δρόμου, του ακόντιου, της πάλης, του πένταθλου και αρκετών άλλων που αφαιρέθηκαν σταδιακά στην σύγχρονη εκδοχή των Αγώνων, προφανώς γιατί κρίθηκαν “αντιεμπορικά”, ήρθε ως Ολυμπιακό Άθλημα το breakdance. “Για να αποδοθεί τιμή στην hip hop κουλτούρα”, είπαν. Πως δεν το σκεφθήκαμε στην Αθήνα να βάλουμε στο πρόγραμμα το συρτάκι; Πως δεν το σκέφθηκε το Μόναχο να βάλει την κλασική μουσική;
Ο πλανήτης κλυδωνίζεται από πολέμους, ρατσισμό, ξενοφοβία, βία, το αίτημα για Εκεχειρία παραμένει αδικαίωτο και η Φλόγα θα ταξιδεύει σε ρυθμούς hip hop (που το λατρεύω).
Η ειρήνη δεν συμφέρει. Η μουσική βιομηχανία συμφέρει.
Άραγε ο Πραξιτέλης, ποιόν brakedancer θα έκανε άγαλμα σήμερα για να συμβολίσει τον ανώτερο πνευματικό άνθρωπο; Στέρεψαν οι γλύπτες, στέρεψε και η πηγή του ντροπής, στέρεψε και το φιλότιμο των αρμοδίων.
“Αρχαίο πνεύμα αθάνατο, αγνέ πατέρα”, σε ρυθμούς breakdance. Δεν ζει και ο Αριστοφάνης, ούτε καν ο Τσιφόρος, για να σχολιάσουν τον πρώτο χρυσό Ολυμπιονίκη χορευτή breakdance. Περαστικά μας, ας κεραστούμε μια σειρά ποτά. Έχει και παρακάτω.
*Ο Γιώργος Κ. Παναγιώτοπουλος είναι storyteller