Η «επίθεση» του καθηγητή Τσατσάκη σε Ράικο που ανίχνευσε την κεταμίνη στη Τζωρτζίνα
Με την κατάθεση του καθηγητή τοξικολογίας Αριστείδη Τσατσάκη, ξεκίνησε η δίκη της Ρούλας Πισπιρίγκου για το θάνατο της κόρης της Τζωρτζίνας.
Ο κ. Τσατσάκης χαρακτήρισε ελλιπή την έκθεση του καθηγητή τοξικολογίας, επικεφαλής του εργαστηρίου τοξικολογίας του ΑΠΘ, Ν. Ράικου. Ο μάρτυρας, διευθυντής του Εργαστηρίου Τοξικολογίας και Εγκληματολογικής Χημείας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης και του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ηρακλείου, καταθέτοντας σήμερα στη δίκη της Ρούλας Πισπιρίγκου, αμφισβήτησε την μεθοδολογία που ακολούθησε ο κ. Ράικος για να συντάξει την έκθεσή του, στην οποία, στηρίζεται η κατηγορία που έχει αποδοθεί στην κατηγορούμενη μητέρα του παιδιού για ανθρωποκτονία της κόρης της με τη χορήγηση μεγάλης δόσης κεταμίνης που της προκάλεσε δηλητηρίαση. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της τοξικολογικής εξέτασης του κ. Ράικου στο αίμα του μικρού κοριτσιού εντοπίστηκε ποσότητα κεταμίνης 6,5 μικρογραμμάρια (ανά ml αίματος).
Ο κ. Τσατσάκης ανέφερε: «Η συνολική μου άποψη από αυτά που είδα είναι ότι η διερεύνηση ως προς το αποτέλεσμα το οποίο γράφτηκε είναι ελλιπής. Δεν πιστοποιεί αυτό το αποτέλεσμα που υπάρχει. Ότι δηλαδή έχω μια δηλητηρίαση που προκάλεσε το θάνατο. Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι έτσι ή δεν είναι. Εγώ μιλάω επιστημονικά και για παρά πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα έχω ερωτηθεί από τα ΜΜΕ για αυτό το θέμα και δεν έχω μιλήσει. Ήρθα εδώ για να καταθέσω μια καθαρά επιστημονική άποψη με βάση την τεράστια εμπειρία που έχω σε αυτά τα θέματα και να βοηθήσω το δικαστήριο».
Σε ερώτηση της προέδρου της έδρας για τις σπουδές του, ο Αριστείδης Τσατσάκης, ανέφερε μεταξύ άλλων ότι είναι ο «πιο γνωστός καθηγητής τοξικολογίας», ότι έχει γράψει περισσότερες από 800 εργασίες σε διεθνή περιοδικά και πως έχει διατελέσει πρόεδρος των τοξικολόγων Ευρώπης.
Συνέχισε λέγοντας: «Όταν ένας τοξικολόγος μιλάει για δηλητηρίαση και ξεχωρίζει ένα και μόνο αίτιο σημαίνει ότι αυτό προκάλεσε το θάνατο. Υπάρχει μια γενική αρχή σε αυτό. Θα πρέπει αυτή η ποσότητα, που μπορεί να είναι μεγάλη ή μικρότερη, δεν έχει σημασία… πρέπει να υπάρχει ένα παράθυρο στον οργανισμό να μεταβολιστεί η ουσία, να είναι μετά σε υψηλά επίπεδα στα όργανα. Αυτό είναι μια κλασική απόδειξη δηλητηρίασης».
Ο κ. Τσατσάκης επέμεινε ότι από τις εξετάσεις που έγιναν δεν προκύπτει η δηλητηρίαση, λέγοντας πως «μεταγενέστερα βγήκαν κάποιες εξετάσεις, οι οποίες μου εστάλησαν από ένα δικηγόρο Οθωνα Παπαδόπουλο. Αυτές οι εξετάσεις δεν έδειξαν αυτό που περίμενα εγώ. Δεν πήραν τον εγκέφαλο ή το ήπαρ για να δουν αν πιστοποιείται μια δηλητηρίαση από κεταμίνη και ποιος τη χορήγησε. Σας θυμίζω ότι στο φύλλο νοσηλείας ούτε η μιδαζολαμη υπήρχε, αλλά βρέθηκε. Έτσι είναι το πρωτόκολλο. Αυτό που βρέθηκε είναι σύμφωνα με ένα πρωτόκολλο. Φαίνεται κάτι διαφορετικό…».
Επίσης, ο κ. Τσατσάκης ανέφερε: «Η κεταμίνη είναι ένα ασφαλές νοσοκομειακό φάρμακο» ακόμη και στα χέρια ενός μη ειδικού, ενώ «όλα τα ευρωπαϊκά πρωτόκολλα είτε το θέλουμε είτε δεν το θέλουμε έχουν μια αλληλουχία φαρμακευτικών ουσιών για την ανάνηψη. Μιζαδολάμη, κεταμίνη και ροκουρόνιο».
«Το πρόβλημα είναι ότι δίνουμε ένα αποτέλεσμα για υψηλή κεταμίνη και αν διαβάσει κανείς και τα φυλλάδια της κεταμίνης λένε πως ακόμη και μια δεκαπλάσια δόση είναι ασφαλής (…) Το κορίτσι έπαιρνε τόσα φάρμακα, όλα ήταν τοξικά. Θέλω να γίνει κατανοητό το μεθοδολογικό κομμάτι. Για να βγει συμπέρασμα θα έπρεπε να είχαμε πρώτα πιστοποιήσει τους μεταβολίτες, αυτά δηλαδή που έγιναν μετά γιατί είναι σοβαρή υπόθεση…».