Η Δημοκρατία στην Αμερική: Σε κρίση
Οι χθεσινές εικόνες από την Ουάσινγκτον εντυπωσίασαν τον πλανήτη αλλά δεν πρέπει να παραξενεύσουν κανέναν. Η εισβολή στο Καπιτώλιο ήταν ένα σενάριο που πολλοί αναλυτές είχαν φέρει στο προσκήνιο, μήνες πριν και ιδιαίτερα μετά τις αναταραχές του περασμένου καλοκαιριού.
Μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου, και τη δραματική εν τέλει ανατροπή του αποτελέσματος υπέρ του Τζο Μπάιντεν το βράδυ των εκλογών, η έκπληξη της επόμενης μέρας και των επόμενων εβδομάδων ήταν ότι δεν είδαμε τότε τις σημερινές εικόνες. Εικόνες που είχαμε δει τον περασμένο Μάιο, όταν οπλισμένοι διαδηλωτές εισέβαλαν στο Κυβερνείο της πολιτείας του Μίσιγκαν.
Σήμερα οι ΗΠΑ βιώνουν ακριβώς την εμπειρία άλλων αναπτυγμένων δημοκρατιών τα τελευταία χρόνια, στις οποίες έχουμε παρακολουθήσει να διαδραματίζονται αντίστοιχα φαινόμενα. Τα πρώτα 20 χρόνια του 21ου αιώνα αντί για να γίνουμε μάρτυρες της εξάπλωσης της δημοκρατίας σε όλο τον πλανήτη, όπως αναμενόταν μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, διαπιστώνουμε μια διολίσθηση της εμπιστοσύνης προς τη δημοκρατία ως το αποτελεσματικό πολιτικό σύστημα για να παρέχει κοινωνική δικαιοσύνη και οικονομική κινητικότητα.
Ενώ τη δεκαετία του ‘90 πανηγυριζόταν η είσοδος της της Ανατολικής Ευρώπης και της Λατινικής Αμερικής στο περιβάλλον της φιλελεύθερης δημοκρατίας και υπήρχε η προσμονή για την εξάπλωση της δημοκρατίας στη Μέση Ανατολή και στη Βόρεια Αφρική, τα τελευταία 20 χρόνια παρακολουθούμε τη μεταφορά του πολιτικού λόγου «από το κοινοβούλιο στο πεζοδρόμιο» σε περιπτώσεις και συνθήκες πολύ διαφορετικές μεταξύ τους.
Το ίδιο φαινόμενο διαδραματίστηκε και στην Αμερική ιδιαίτερα μετά το 2015 και τις αναταραχές στο Φέργκιουσον, οι όποιες αξιολογήθηκαν ως οι συνήθεις φυλετικές εντάσεις στις ΗΠΑ. Στην πραγματικότητα οι αναταραχές και ο «πολιτικός λόγος του πεζοδρομίου», άρχισε να εδραιώνεται ως αξιόπιστη και αποτελεσματική εναλλακτική έκφραση πολιτικής γνώμης και άσκησης πολιτικής επιρροής, ιδιαίτερα μετά την εντελώς απροσδόκητη εκλογή του Τραμπ το 2016. Ένα μεγάλο μέρος των Αμερικανών πολιτών, αντιδιαμετρικά διαφορετικό από αυτό που χθες εισέβαλε στο Καπιτώλιο, ποτέ δεν αναγνώρισε την εκλογή Τραμπ, ανυπομονώντας έκτοτε να ανατρέψει το «λάθος» του 2016.
Τα τελευταία επεισόδια στην Ουάσινγκτον, από ένα ακτιβιστικό τμήμα της ρζοσπαστικής Δεξιάς με απευθείας αναφορά στον Ντόναλντ Τραμπ, έχουν φέρει στο προσκήνιο δυο αναμφισβήτητα δεδομένα. Πρώτον οι ΗΠΑ είναι μια αναπτυγμένη δημοκρατία με ένα σοβαρό πρόβλημα πολιτικής εμπιστοσύνης όπως οι υπόλοιπες. Η Αμερική δεν έχει κάποια ιδιαιτερότητα όπως λανθασμένα πιστεύουν πολλοί Αμερικάνοι. Δεύτερον, η αυξανόμενη οικονομική ανισότητα έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις και έχει σκοτώσει το όραμα ή τον μύθο της Αμερικής. Στην πραγματικότητα, έχουν δημιουργηθεί δυο διαφορετικές εδραιωμένες κοινωνικοοικονομικές πραγματικότητες με διαφορετικές ποιοτικές και ποσοτικές αναζητήσεις που είναι αδύνατον να απαντηθούν από μια κοινή πολιτική. Οι διακυβερνήσεις Ομπάμα και Τραμπ τα τελευταία δώδεκα χρόνια είναι ενδεικτικές των δύο διαφορετικών κοινωνικοοικονομικών προτεραιοτήτων. Ενώ πολύ απλοϊκά αντιμετωπίζονται ως θέματα ταυτότητας (σ.σ. identity politics), στην πραγματικότητα το πρόβλημα είναι η οικονομική ανισότητα που βαθαίνει ακόμη περισσότερο μέσα από τις φυλετικές διακρίσεις και τις διαφορετικές ταυτότητες.
Η Αμερική σήμερα πιστοποιεί ότι έχει τα ίδια θέματα εμπιστοσύνης προς το δημοκρατικό πολίτευμα και τους εδραιωμένους θεσμούς του που ταλανίζουν και άλλες αναπτυσσόμενες δημοκρατίες τον 21ο αιώνα. Επίσης, οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές περασμένων δεκαετιών, έχουν μεγιστοποιήσει τις οικονομικές ανισότητες και έχουν εδραιώσει δύο διαφορετικές κοινωνικοοικονομικές οντότητες με αγεφύρωτες διάφορές, που σπρώχνουν τον πολιτικό λόγο στο απόλυτο του «πεζοδρομίου» και μακριά από τη θεσμική διαπραγμάτευση του κοινοβουλευτισμού. Τα γεγονότα της Ουάσινγκτον δεν πρέπει να μας εκπλήξουν αλλά να πιστοποιούν ότι το πολίτευμα της δημοκρατίας είναι σε βαθιά κρίση και η Αμερική δε χαίρει κάποια ιδιαιτερότητας.