Γυναικοκτονία στο Αγγελοχώρι: Προφυλακιστέος ο 46χρονος - Τι είπε στην απολογία του
Σοκ είχε προκαλέσει η είδηση ότι μια γυναίκα έπεσε νεκρή από τη μανία του συζύγου της ο οποίος τη σκότωσε με δυο μαχαίρια.
Προσωρινά κρατούμενος κρίθηκε, μετά την απολογία του στον 1ο τακτικό ανακριτή Θεσσαλονίκης, ο 46χρονος που σκότωσε την 60χρονη σύζυγο του και τραυμάτισε τον 29χρονο γιο της, στο σπίτι όπου ζούσαν, στο Αγγελοχώρι. Εις βάρος του είχε ασκηθεί ποινική δίωξη για ανθρωποκτονία με δόλο, τετελεσμένη και σε απόπειρα, όπως επίσης για παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία.
Όπως έγινε γνωστό, στην απολογία του ισχυρίστηκε ότι ξέσπασε καβγάς για λόγους ερωτικής αντιζηλίας. Κατά πληροφορίες, ανέφερε ότι είχε υποψίες ότι η 60χρονη παθούσα - μητέρα έξι παιδιών - τον απατά με στενό της οικογενειακό πρόσωπο. «Η συζήτηση έγινε έντονη, με έπιασε αμόκ», φέρεται να είπε ο 46χρονος κατηγορούμενος.
Η συζυγοκτονία εκτυλίχθηκε το πρωί της Κυριακής. Κατά τον καβγά ο καθ' ομολογίαν δράστης τραυμάτισε θανάσιμα με μαχαίρι την 60χρονη και με δεύτερο μαχαίρι έπληξε τον 29χρονο γιο της, όταν εκείνος μεσολάβησε, προσπαθώντας να προστατέψει την μητέρα του.
Ο νεαρός διακομίστηκε με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ σε νοσοκομείο όπου παρέμεινε για νοσηλεία, χωρίς η ζωή του να διατρέχει κίνδυνο.
«Χάσαμε τη μάνα μας από δύο ημέρες διαπληκτισμών»
Ο γιος του θύματος υποστήριξε πως «μέσα σε δύο μέρες διαπληκτισμών στα λόγια και να που φτάσαμε να έχουμε χάσει τη μάνα μας. Επτά παιδιά και πόσα εγγόνια. Τον πήγε στην κουζίνα στην άκρη προσπαθούσε να τον ηρεμήσει, να αφήσει το μαχαίρι. Αυτός μάλλον ήθελε τον αδερφό μου (να χτυπήσει), δεν ξέρω τι ακριβώς έγινε, χτύπησε τη μητέρα μου με μαχαιριές, έπεσε κάτω, μετά τραυμάτισε τον αδερφό μου στο χέρι, στον ώμο».
Ο ίδιος περιέγραψε τις δραματικές στιγμές της οικογενειακής τραγωδίας: «Χτύπησε τη μητέρα μου θανάσιμα, έπεσε κάτω, χτύπησε τον αδερφό μου, ο οποίος έτρεξε και κρύφτηκε σε ένα σπιτάκι εδώ πιο κάτω. Δόξα τω θεώ που δεν τον βρήκε αυτός και ερχόμενος ο άλλος αδερφός μου να πάρει τη μητέρα μου στο Κέντρο Υγείας τον βρήκε στο δρόμο, τον πήρε κι αυτόν και πήγαν στο Κέντρο Υγείας. Ο πατριός μου είχε μαζέψει τα ρούχα του, είχαμε μιλήσει κιόλας, τα συμφωνήσαμε, τον βοήθησα κι εγώ. Τον συμβούλεψα μέχρι και για σπίτι να βρει, ήμουν δίπλα του, φάγαμε, ήπιαμε, ήρθαμε, πήραμε τα ρούχα του, όλα καλά».