Γιώργος Κιμούλης: Στο Πειθαρχικό του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών, μετά τις καταγγελίες
Ο Γιώργος Κιμούλης παραπέμπεται στο πειθαρχικό συμβούλιο του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών, μετά τις αποκαλύψεις της Ζέτας Δούκα, η οποία υποστήριξε πως δέχτηκε λεκτική και ψυχολογική βία από τον ηθοποιό.
Την ώρα που οι νέες καταγγελίες σε βάρος του Κώστα Σπυρόπουλου προκαλούν αναβρασμό στον χώρο του θεάτρου, η καταγγελία της Ζέτας Δούκα προκαλεί αλυσιδωτές εξελίξεις. Πέραν των μαρτυριών που ακολούθησαν κατά του Γιώργου Κιμούλη, το ζήτημα απασχόλησε και το Σωματείο Ηθοποιών. Στην ανακοίνωσή του, το ΣΕΗ σημείωσε από την Τετάρτη πως εξετάζει τις καταγγελίες της Ζέτας Δούκα και θα τηρήσει τις προβλεπόμενες διαδικασίες.
Αναλυτικά η ανακοίνωση του ΣΕΗ
«Έχοντας λάβει υπόψιν τις σοβαρότατες καταγγελίες που έχουν γίνει από το μέλος μας Ζέτα Δούκα και των συναδέλφων που ακολούθησαν εναντίον του έτερου μέλους μας Γιώργου Κιμούλη, σας ενημερώνουμε πως το #ΣΕΗ, αφού τηρήσει ως θεσμικό όργανο τις προβλεπόμενες σωματειακές διαδικασίες, θα επανέλθει με νεότερη ανακοίνωση τόσο για το θέμα αυτό καθαυτό, όσο και για τη γενικότερη δράση & τις πρωτοβουλίες που θα αναλάβει για το ζήτημα, μετά και την συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου αυτήν την Παρασκευή 29/01/2020.
Ως τότε, δημοσιεύουμε το ψήφισμα στήριξης στη Σοφία Μπεκατώρου που το Διοικητικό Συμβούλιο είχε ήδη ετοιμάσει (την περασμένη Κυριακή) και δηλώνουμε την στήριξή μας σε όλα τα μέλη, αλλά και κάθε έναν άνθρωπο που σπάει την σιωπή».
Το ψήφισμα του Σωματείου Ηθοποιών για τη Σοφία Μπεκατώρου
Εκφράζουμε την αλληλεγγύη κι αμέριστη συμπαράστασή µας στην ολυμπιονίκη Σοφία Μπεκατώρου που κατήγγειλε τη σεξουαλική βία που δέχτηκε η ίδια στα 21 της χρόνια.
Χαιρετίζουμε, ακόμη, τις γυναίκες και άλλα άτομα, που προσέθεσαν τις φωνές τους και τις μαρτυρίες τους σε αυτή της Σοφίας Μπεκατώρου. Είναι σημαντικό να τονίσουμε πως δεν πρόκειται, δυστυχώς, για µεµονωµένα περιστατικά, κι ούτε για ένα φαινόμενο που αφορά μόνο τον χώρο του αθλητισμού αλλά κάθε κλάδο, κοινότητα και χώρα παγκοσμίως.
Το κίνημα μαρτυριών και καταγγελιών που ακολούθησε κι ακόμη ξεδιπλώνεται σκιαγραφεί το φαινόμενο της σεξουαλικής κι έμφυλης βίας στην πραγματική του διάσταση:
ως κάτι δηλαδή που επηρεάζει κάθε πτυχή της ζωής και των σχέσεών μας, επιβαρύνοντας τις γυναίκες κι όποιο άτομο διαφέρει των κανονιστικών προτύπων φύλου και σεξουαλικότητας.
Η σεξουαλική βία δεν είναι κάτι το κατ’εξαίρεσιν, έξω και μακριά, από εμάς. Αρκεί να μιλήσουμε με τα αγαπημένα μας πρόσωπα, τις συνεργάτιδες, τις φίλες και τις μητέρες μας, και κάθε άτομο που ζει μέσα σε αυτό το πλέγμα σεξουαλικής βίας για να συνειδητοποιήσουμε πόσο κοντά μας είναι το πρόβλημα.
Να τις πιστέψουμε. Να δούμε, με ειλικρίνεια και με μία διάθεση αυτοκριτικής, τι συμβαίνει, τι έχουμε μάθει λάθος και πώς να το αντιστρέψουμε. Να δούμε πως, αν και η πατριαρχία και η κουλτούρα του βιασμού βάλλει κάποια σώματα περισσότερο από άλλα, δυνάμει, μας απειλεί όλες/όλους.
Εκφράζουμε ακόμη την αλληλεγγύη μας σε κάθε άτομο που έχει βιώσει έμφυλη, σεξουαλική ή άλλη βία – είτε έχει μιλήσει για αυτήν, είτε όχι. Οι λόγοι για τους οποίους τα άτομα που έχουν βιώσει τέτοιου είδους βία αποφασίζουν να μιλήσουν ή όχι, πότε αποφασίζουν να μιλήσουν και που, είναι απολύτως κατανοητοί. Συχνά τα θύματα έρχονται αντιμέτωπα με έναν νέο κύκλο βίας, δυσπιστίας, αμφισβήτησης και εκ νέου τραυματισμού, και αντί να βρουν δικαίωση και υποστήριξη, κινδυνεύουν να “τιμωρηθούν” με σοβαρές επιπτώσεις όπως την απώλεια της εργασίας τους όταν η παρενόχληση/βιασμός έγινε σε επαγγελματικό πλαίσιο, τη δυσκολία να συνεχίσουν τις σπουδές τους όταν έγινε σε εκπαιδευτικό πλαίσιο, κ.ο.κ. Τα άτομα που μιλάνε για τη βία που έχουν δεχτεί, κι ειδικά όταν αυτή η βία είναι έμφυλη και σεξουαλική, αντιμετωπίζουν ένα φάσμα αρνητικών αντιδράσεων, ξεκινώντας από την πλήρη απάθεια και την αμηχανία μέχρι τη “δολοφονία χαρακτήρα”.
Ως θεσμικό συνδικαλιστικό όργανο, αναγνωρίζουμε το χρέος μας να δημιουργήσουμε τις συνθήκες όπου τα θύματα θα νιώθουν ασφαλή να μιλήσουν και να καταγγείλουν την έμφυλη βία, και κάθε μορφή βίας, να εξασφαλίσουμε την προστασία τους και τους μηχανισμούς υποστήριξης και δικαίωσής τους με κάθε δυνατό τρόπο.
Η ταξική διάσταση του φαινομένου δε μας διαφεύγει, καθώς η έντονη εμπορευματοποίηση των ζωών μας και η εντατικοποίηση της εργασίας σε επισφαλείς συνθήκες, όπως αυτές των αθλητριών της πρώτης γραμμής, ή στο δικό μας κλάδο, εντείνει τις σχέσεις εξουσίας και τις ανισότητες μεταξύ των “ισχυρών παραγόντων” και των ευάλωτων ατόμων – των γυναικών, των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων, και κάθε άλλου ατόμου διπλά και πολλαπλά ευάλωτου σε κατάχρηση εξουσίας.
Οι πιέσεις των “ισχυρών ανθρώπων” που “λύνουν και δένουν”, οι εκβιασμοί των µεγαλοπαραγόντων στον αθλητισμό, στον πολιτισμό ή αλλού, η απειλή της απόλυσης και της ανεργίας επιβαρύνουν ακόμη περισσότερο το πλέγμα εξουσιών μέσα στο οποίο κινούμαστε. Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες, οι γυναίκες κι άλλα ευάλωτα άτομα αναγκάζονται συχνά να µένουν σιωπηλές, να ψάχνουν για ατομική αντιμετώπιση ενός τέτοιου συλλογικού προβλήματος.
Τονίζουμε ακόμη πως μία ευρύτερη κουλτούρα παραβίασης δε βάλλει μόνο τις γυναίκες και τα άλλα προφανή θύματα της πατριαρχίας, αλλά τροφοδοτεί και άλλες εξουσίες, όταν το κράτος, ο καπιταλισμός και κάθε εξουσία επωφελείται από την απουσία αυτονομίας, κι αυτοδιάθεσης των σωμάτων μας. Όσο οι προσωπικές κι επαγγελματικές μας σχέσεις δηλητηριάζονται υπό την απειλή και την πραγματικότητα της παραβίασης, τόσο κανονικοποιούνται και όλες οι υπόλοιπες σχέσεις εξουσίας.
Μέσα από τη συλλογικότητα και την αλληλεγγύη υψώνουμε ασπίδα προστασίας απέναντι σε κάθε γυναίκα και άλλο άτομο που έχει υποστεί κακοποίηση. Δυναμώνουμε τον αγώνα μας για όλες εκείνες τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την ισότητα και την ασφαλή πρόσβαση των γυναικών και κάθε ατόμου στη µόρφωση, στην εκπαίδευση, στον αθλητισμό, στον πολιτισμό και παντού.