Γερμανικές εκλογές 2021: Νικητές οι Σοσιαλδημοκράτες του Όλαφ Σολτς με 25,7% - Ξεκινάει η μάχη για τον σχηματισμό κυβέρνησης
Με όλες τις ψήφους να έχουν καταμετρηθεί από τις εφορευτικές επιτροπές, οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) αναδεικνύονται νικητές των βουλευτικών εκλογών που διεξήχθησαν χθες Κυριακή στη Γερμανία, μπροστά από τη συντηρητική παράταξη της απερχόμενης καγκελαρίου Άγγελας Μέρκελ, τη Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU), σύμφωνα με τον ιστότοπο της εθνικής εκλογικής επιτροπής.
Το SPD συγκεντρώνει το 25,7% των ψήφων, το καλύτερο αποτέλεσμα που έχει καταγράψει εδώ και πολλά χρόνια, ενώ τα CDU/CSU έλαβαν 24,1% (–8,9% σε σύγκριση με τις προηγούμενες εκλογές), σημείωσαν με άλλα λόγια τη χειρότερη επίδοση στην ιστορία τους, έπειτα από 16 χρόνια στην κυβέρνηση.
Οι Πράσινοι καταγράφουν το υψηλότερο ποσοστό από ιδρύσεως του κόμματος, εξασφαλίζουν το 14,8% των ψήφων και αναδεικνύονται σε τρίτη δύναμη της Μπούντεσταγκ, της ομοσπονδιακής κάτω Βουλής.
Το κόμμα των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP) βελτιώνει τη θέση του, συγκεντρώνοντας το 11,5% των ψήφων. Το ξενοφοβικό, ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) πέφτει από την τρίτη στην πέμπτη θέση, με το 10,3% των ψήφων. Το κόμμα Η Αριστερά πέφτει στο 4,9%.
Πόλος σταθερότητας στην εποχή της κυρίας Μέρκελ, η Γερμανία εισέρχεται σε πολύ πιο απρόβλεπτη φάση, ενόψει των δύσκολων διαπραγματεύσεων ενόψει για να σχηματιστεί η επόμενη κυβέρνηση είτε υπό τους Σοσιαλδημοκράτες, που κέρδισαν αλλά με μικρή διαφορά, είτε υπό τους συντηρητικούς.
Τα πρώτα σχόλια των γερμανικών ΜΜΕ
«Ο Σολτς κέρδισε. Αλλά πόση αξία έχει αυτή η νίκη; – Το εκλογικό αποτέλεσμα είναι μια μεγάλη επιτυχία για τον Όλαφ Σολτς και τους Σοσιαλδημοκράτες, αλλά υπάρχει ακόμη μακρύς δρόμος για την καγκελαρία» σημειώνει το Spiegel Online για το εκλογικό αποτέλεσμα, που μέχρι στιγμής κλίνει με μικρή διαφορά υπέρ των Σοσιαλδημοκρατών. «Ο Σολτς θέλει την εξουσία, ο Λάσετ επίσης-Το πόκερ ξεκινά» γράφει η Βild για τη μάχη στήθος με στήθος μεταξύ Σοσιαλδημοκρατών (SPD) και Χριστιανικής Ένωσης (CDU/CSU) για την καγκελαρία.
Για την εκλογική βραδιά-θρίλερ η ιστοσελίδα του πρώτου προγράμματος της γερμανικής τηλεόρασης tagesschau.de σημειώνει: «Το SPD οδεύει με μεγάλη αυτοπεποίθηση προς την καγκελαρία -θα μπορούσε όμως να μείνει ακόμη και με άδεια χέρια. Η Χριστιανική Ένωση προσπαθεί να φύγει μπροστά. Κοινό στοιχείο των δύο διεκδικητών της καγκελαρίας η αναγκαία θέληση να συγκυβερνήσουν με άλλους».
«Το SPD έχει επιτέλους κάτι να γιορτάσει»
Σε σχόλιό της με τίτλο «Ένας ήρωας ονόματι Όλαφ» η Süddeutsche Zeitung παρατηρεί ότι «πολλοί ψηφοφόροι δεν ψήφισαν τους Σοσιαλδημοκράτες αλλά τον υποψήφιο καγκελάριο Όλαφ Σολτς. Αυτό πρέπει να είναι σαφές στο κόμμα, όταν θα αρχίσει να διαπραγματεύεται για μια συγκυβέρνηση με τους Πρασίνους και τους Φιλελευθέρους» ενώ σε άλλο σημείο σημειώνει: «Θα έχει ενδιαφέρον εάν ο Σολτς φέρει εις πέρας με επιτυχία τις διαβουλεύσεις για σχηματισμό κυβέρνησης. Όλοι οι υποψήφιοι βουλευτές του SPD για την Oμοσπονδιακή Bουλή, για τους οποίους εδώ και μήνες το ενδεχόμενο μιας κοινοβουλευτικής θητείας φαινόταν σενάριο απατηλό αλλά τώρα το πέτυχαν, θα πρέπει να βλέπουν τον Όλαφ Σολτς ως ήρωά τους. Η διαφορά με το 2017 και το φαινόμενο Σουλτς, είναι ότι το 2021 το φαινόμενο Σολτς τελικά είχε μεγαλύτερη διάρκεια».
Από την πλευρά της Frankfurter Allgemeine Zeitung σχολιάζει: «ο Σολτς, ο οποίος κάποτε κάθε άλλο από αγαπητός ήταν, που οι Σοσιαλδημοκράτες δεν τον ήθελαν το 2019 καν ως αρχηγό κόμματος και τον οποίο παλαιότερα είχαν συχνά τιμωρήσει σε κομματικά συνέδρια, είναι σήμερα θριαμβευτικά ο νικητής της βραδιάς. Ή μάλλον καλύτερα, της δεκαετίας. Μετά από όλες εκείνες τις θλιβερές, ανεπιτυχείς προεκλογικές εκστρατείες των τελευταίων ετών το SPD έχει επιτέλους λόγο για να ξαναγιορτάσει. Και δεν θα σταματήσει εκεί τόσο γρήγορα».
«Ο ηττημένος θέλει να γίνει καγκελάριος»
Στον υποψήφιο της Χριστιανικής Ένωσης Άρμιν Λάσετ, ο οποίος είχε την στήριξη της καγκελαρίου Άγκελα Μέρκελ, αναφέρεται η Zeit Online παρατηρώνοντας: «Ο Άρμιν Λάσετ διεκδικεί την καγκελαρία, μολονότι η Χριστιανική Ένωση έχασε τις εκλογές. Θέλει τώρα να κερδίσει στις διερευνητικές επαφές για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού – με μια προσφορά στους Πράσινους και τους Φιλελευθέρους».
Για «ιστορική εκλογική αναμέτρηση» κάνει λόγο η οικονομική εφημερίδα Handelsblatt πηγαίνοντας ωστόσο ένα βήμα παρά πέρα και ασκώντας κριτική και στους δύο μεγάλους παραδοσιακούς πολιτικούς σχηματισμούς, τους Σοσιαλημοκράτες και τα Χριστιανικά Κόμματα. «Η καγκελάριος Μέρκελ δεν έθεσε εκ νέου υποψηφιότητα μετά από 16 χρόνια στην καγκελαρία. Αυτό δεν έχει ξανασυμβεί στην ιστορία της Ομοσπονδιακής Γερμανίας. Ως κληρονομιά αφήνει πίσω της ένα εντελώς διαφορετικό πολιτικό τοπίο. Τα μεγάλα κόμματα, η Χριστιανική Ένωση και οι Σοσιαλδημοκράτες, που έπαιρναν ποσοστά γύρω στο 40% στην προ Mέρκελ εποχή, δύσκολα αγγίζουν μόνο το ένα τέταρτο των ψηφοφόρων έκαστο. Πάνω από το 70% των Γερμανών δεν θα έχει ψηφίσει υπέρ του επόμενου καγκελάριου. Ανεξάρτητα από το ποιος θα κερδίσει τη μάχη για την καγκελαρία, ο Όλαφ Σολτς και ο Άρμιν Λάσετ θα είναι καγκελάριοι του 25%».
Τα πιθανότερα σενάρια για τη σύνθεση της επόμενης κυβέρνησης
Πλέον, αναμένονται -πιθανόν μακρές- διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό της επόμενης κυβέρνησης συνεργασίας. Μάλιστα, ο ηττημένος των εκλογών, ο υποψήφιος των CDU/CSU Άρμιν Λάσετ κλείνει το μάτι για το ενδεχόμενο να σχηματιστεί κυβέρνηση «Τζαμάικα» (CDU/CSU, Πράσινοι, FDP), το μοναδικό σχήμα στο οποίο ο καγκελάριος θα προέρχεται από την Ένωση, ενώ ο σοσιαλδημοκράτης υποψήφιος Όλαφ Σολτς μιλά για κυβέρνηση «φανάρι» (SPD, Πράσινοι, FDP).
Πιθανόν σήμερα θα ξεκινήσουν ήδη διερευνητικές επαφές, καθώς τόσο ο κ. Λάσετ όσο και ο κ. Σολτς ζήτησαν η επόμενη κυβέρνηση να βρίσκεται στη θέση της πριν από τα Χριστούγεννα, προτού δηλαδή αναλάβει η Γερμανία την προεδρία της G7 τον Ιανουάριο του 2022.
Ο Σολτς δήλωσε: «Δεν θα ήθελα να αναφέρω μια συγκεκριμένη ημερομηνία, αλλά σίγουρα πρέπει να κάνουμε ό, τι μπορούμε μέχρι τα Χριστούγεννα, αν όχι πολύ πριν. Πρέπει να δείξουμε πολιτική βούληση και να συνάψουμε συμβιβασμούς που δεν θα λειτουργούν μόνο στα χαρτιά».
Πάντως, μέχρι να καταλήξουν οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των κομμάτων, υπηρεσιακή καγκελάριος θα είναι η Άνγκελα Μέρκελ. Σχόλια στον γερμανικό και όχι μόνο Τύπο, αναφέρουν ότι μπορεί να είναι αυτή που θα ευχηθεί ως καγκελάριος «καλά Χριστούγεννα» στους Γερμανούς.
Το 2017 πάντως χρειάστηκαν 171 ημέρες για να συμφωνήσουν CDU/CSU και SPD να σχηματίσουν ακόμη έναν «μεγάλο συνασπισμό», μόνο αφού κατέρρευσαν οι συνομιλίες για συνασπισμό «Τζαμάικα», με πρωτοβουλία του Κρίστιαν Λίντνερ.
Για τον επικεφαλής του Ινστιτούτου δημοσκοπήσεων Insa, τον Χέρμαν Μπίνκερτ, αυτό που κόστισε κυρίως στον Άρμιν Λάσετ ήταν το γέλιο του κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του ομοσπονδιακού προέδρου Φρανκ – Βάλτερ Σταϊνμάιερ στην περιοχή που επλήγη το καλοκαίρι από τις πλημμύρες. Όπως μάλιστα δείχνουν τα στοιχεία δημοσκόπησης του Ινστιτούτου Forsa για λογαριασμό του τηλεοπτικού σταθμού n-tv, το 52% θεωρεί ότι ο κ. Λάσετ ήταν «ο λάθος» υποψήφιος, ενώ το 25% ότι υπήρχε γενικότερη δυσαρέσκεια με την Χριστιανική Ένωση, η οποία υπέστη φθορά έπειτα από τόσα χρόνια στην εξουσία. Επιπλέον, το (εντυπωσιακό) 62% θεωρεί τον κ. Λάσετ υπεύθυνο για το αρνητικό αποτέλεσμα του κόμματος στις χθεσινές εκλογές.
Σε ό,τι αφορά τις μετακινήσεις ψηφοφόρων, η Ένωση έχασε περίπου 1,36 εκατομμύρια προς το SPD, το οποίο κέρδισε επίσης, μεταξύ άλλων, 590.000 ψηφοφόρους της Αριστεράς και 320.000 ψηφοφόρους οι οποίοι είτε ήταν νέοι, ή μέχρι τώρα απείχαν. Η Ένωση έχασε 900.000 ψηφοφόρους προς τους Πράσινους και 340.000 προς το FDP. Οι νέοι ψηφοφόροι κατά ποσοστό 23% ψήφισαν το FDP και κατά το 22% τους Πράσινους. Η εφημερίδα Handelsblatt σε σχόλιό της έκανε σκωπτικά λόγο για «ένα τέταρτο καγκελάριο», εξηγώντας ότι το καθένα από τα δύο μεγάλα λαϊκά κόμματα κέρδισε μόλις το ένα τέταρτο του εκλογικού σώματος. «Πάνω από το 70% δεν ψήφισε το κόμμα του μελλοντικού αρχηγού της κυβέρνησης. Τα δύο μεγάλα κόμματα έχουν εξαντληθεί ως προς το περιεχόμενο και το προσωπικό» τους, έκρινε.
Κατά τη διάρκεια πάντως του λεγόμενου Γύρου των Ελεφάντων, της καθιερωμένης εμφάνισης όλων των πολιτικών αρχηγών σε τηλεοπτική συζήτηση μετά την ανακοίνωση των πρώτων αποτελεσμάτων, ο κ. Λάσετ δήλωσε ότι δεν είναι ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα μεν, αλλά πρόσθεσε πως θα προσπαθήσει να σχηματίσει συμμαχία η οποία «θα επιτρέπει σε όλους» τους συμμετέχοντες «να μην αθετήσουν τις υποσχέσεις προς τους ψηφοφόρους τους». Ο Γενικός Γραμματέας του CDU Πάουλ Τσίμιακ έκανε λόγο για «συνασπισμό του μέλλοντος».
Ο υποψήφιος του SPD Όλαφ Σολτς δήλωσε ότι το κόμμα του κατήγαγε μεγάλη επιτυχία και ότι «οι ψηφοφόροι έδειξαν ότι θέλουν αλλαγή κυβέρνησης και καγκελάριο τον ίδιο». Ο εκ των ρυθμιστών της επόμενης μέρας αρχηγός του FDP Κρίστιαν Λίντνερ επανέλαβε χωρίς περιστροφές ότι η μεγαλύτερη συνάφεια θα υπήρχε με συνασπισμό «Τζαμάικα». Κατά τη διάρκεια της συζήτησης, έστειλε μάλιστα το πρώτο μήνυμα προς τους Πράσινους: καταρχήν θέλει να συζητήσει μαζί τους.
Πρακτικά, το γερμανικό Σύνταγμα δεν αποκλείει τον σχηματισμό κυβέρνησης από το δεύτερο κόμμα. Το 1980 η Χριστιανική Ένωση κέρδισε, αλλά ήταν το FDP αυτό που τελικά έστειλε τον Χέλμουτ Σμιτ, όχι τον Χέλμουτ Κολ, στην καγκελαρία. Σε αυτή τη διαδικασία ωστόσο τώρα κομβικό ρόλο θα έχουν οι Πράσινοι, οι οποίοι θα κληθούν επίσης να αποφασίσουν ποιον θέλουν για καγκελάριο.
Ο αρχηγός της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CSU) Μάρκους Ζέντερ, παρά το γεγονός ότι στη Βαυαρία έχασε έξι μονάδες και περιορίστηκε στο 32,8% –πρόκειται για το χειρότερο αποτέλεσμα του κόμματος τα τελευταία 70 χρόνια– δήλωσε στην Bild ότι η εντολή των ψηφοφόρων είναι πρώτα από όλα «όχι» σε κυβέρνηση SPD – Πρασίνων – Αριστεράς και «ναι» σε «αστική συμμαχία». «Η έκκλησή μου είναι προς τους Φιλελεύθερους και τους Πράσινους, να προσέλθουν σε συνασπισμό υπό την Χριστιανική Ένωση. Για να συμβεί αυτό πρέπει όλοι να βγουν από τη ζώνη ασφαλείας τους. Χρειαζόμαστε μια συμμαχία για πραγματική ανανέωση και εκσυγχρονισμό και δεν πιστεύω ότι με το SPD θα ήταν εφικτό κάτι τέτοιο», επέμεινε ο κ. Ζέντερ.
Από την πλευρά του SPD, ο αντιπρόεδρος Κέβιν Κούνερτ, ο οποίος μπόρεσε να μείνει σιωπηλός σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, επανήλθε χθες βράδυ: αφού έκανε λόγο για «μεγάλη επιστροφή» του κόμματός του στην κορυφή, δήλωσε ότι δεν θέλει να δει τη Χριστιανική Ένωση στην επόμενη κυβέρνηση και ότι καγκελάριος πρέπει να γίνει ο Όλαφ Σολτς. Επανέλαβε ωστόσο την επίθεσή του εναντίον του αρχηγού του FDP Κρίστιαν Λίντνερ, τον οποίο μόλις προχθές είχε χαρακτηρίσει «αεριτζή». «Δεν ήθελα να τον κρίνω ως πρόσωπο, άσκησα κριτική στο οικονομικό του θεώρημα – βουντού, το οποίο δεν μου φαίνεται σοβαρό», εξήγησε ο κ. Κούνερτ, επαναλαμβάνοντας εξάλλου ότι οποιαδήποτε προγραμματική συμφωνία με τη συμμετοχή του SPD θα τεθεί στην κρίση των μελών του, αναφέροντας ταυτόχρονα ότι είναι θέμα της ηγεσίας και του προεδρείου να αποφασίζει κάθε φορά αν χρειάζεται ευρύτερη νομιμοποίηση.