Γερμανία: Υπέρ της επιστροφής προσφύγων στην Ελλάδα CDU και SPD
Η ετυμηγορία του Ανώτατου Δικαστηρίου αναμένεται να επαναφέρει στην πολιτική ατζέντα το ζήτημα της «δευτερογενούς μετανάστευσης».

Μια απόφαση-ορόσημο του Ομοσπονδιακού Διοικητικού Δικαστηρίου της Γερμανίας φαίνεται να αλλάζει τα δεδομένα γύρω από την πολιτική ασύλου στην Ευρώπη και επαναφέρει στο προσκήνιο τη συζήτηση για τη λεγόμενη «δευτερογενή μετανάστευση».
Το Ανώτατο Δικαστήριο της Γερμανίας έδωσε το «πράσινο φως» στην επιστροφή μεταναστών στην Ελλάδα, των οποίων η αίτηση ασύλου απορρίφθηκε από τη Γερμανία, μια απόφαση που βρίσκει σύμφωνους το CDU και το SPD.
Η ετυμηγορία αυτή, που έγινε δεκτή με ικανοποίηση από πολιτικά στελέχη της Γερμανίας τόσο από τον συντηρητικό όσο και από τον σοσιαλδημοκρατικό χώρο, θεωρείται από πολλούς «οδηγός» για το μέλλον της κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής ασύλου.
«Πρόκειται για μία ετυμηγορία που μας δείχνει τον δρόμο»
«Πρόκειται για μία ετυμηγορία που μας δείχνει τον δρόμο, καθώς αποκαθιστά τις θεμελιώδεις αρχές συνεργασίας για την πολιτική ασύλου στην Ευρώπη» δηλώνει στην Bild ο χριστιανοδημοκράτης Μάνφρεντ Πεντς, υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων του ομόσπονδου κρατιδίου της Έσσης. Όπως εξηγεί ο ίδιος «το ευρωπαϊκό δίκαιο προβλέπει ξεκάθαρα, ότι η πρώτη χώρα υποδοχής είναι υπεύθυνη για τη διαδικασία ασύλου. Για πολλά χρόνια αυτός ο βασικός κανόνας δεν είχε τηρηθεί».
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της Deutsche Welle, στο ίδιο μήκος κύματος ο Κρίστοφ ντε Βρίες, βουλευτής των Χριστιανοδημοκρατών με ειδίκευση σε θέματα εσωτερικής πολιτικής, κάνει λόγο για μία δικαστική απόφαση «game changer». Μετά από αυτή την απόφαση, επισημαίνει, «μπορούν να αρχίσουν ξανά οι επιστροφές (σ.σ. προσφύγων) προς την Ελλάδα ώστε να περιοριστεί η παράνομη εσωτερική μετανάστευση εντός ΕΕ και η κατάχρηση ασύλου στη Γερμανία»
Αλλά και ο σοσιαλδημοκράτης Ραλφ Στάιγκνερ, πρώην υπουργός Εσωτερικών στο ομόσπονδο κρατίδιο του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν, δηλώνει σε πιο ήπιους τόνους ότι «το δίκαιο είναι δίκαιο» και ότι «πρέπει να γίνεται αποδεκτή η νομολογία του δικαστηρίου» για το μεταναστευτικό.
Η απόφαση του δικαστηρίου
Στην απόφασή του, που δημοσιοποιήθηκε το βράδυ της Τετάρτης, το Ομοσπονδιακό Διοικητικό Δικαστήριο της Γερμανίας (δηλαδή το αντίστοιχο Συμβούλιο της Επικρατείας) είχε απορρίψει την προσφυγή δύο ανδρών, οι οποίοι αρχικά είχαν λάβει άσυλο στην Ελλάδα, αλλά στη συνέχεια βρέθηκαν στη Γερμανία για να καταθέσουν εκ νέου αίτηση ασύλου, που όμως απορρίφθηκε με βάση τον ευρωπαϊκό Κανονισμό του Δουβλίνου. Θέλοντας να αποφύγουν την απέλασή τους, οι δύο άνδρες ισχυρίζονταν ότι οι συνθήκες διαβίωσης στην Ελλάδα, εντός και εκτός προσφυγικών καταυλισμών, είναι απάνθρωπες και εξευτελιστικές, κάτι που αντίκειται στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.
Παρόμοια επιχειρηματολογία είχαν αποδεχθεί στο παρελθόν πολλά διοικητικά δικαστήρια στη Γερμανία, «παγώνοντας» απελάσεις προσφύγων προς την Ελλάδα. Κατά πάσα πιθανότητα η χθεσινή απόφαση του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου σηματοδοτεί μία αλλαγή στροφής στη νομολογία, αν και βεβαίως κάθε υπόθεση μπορεί να έχει διαφορετική έκβαση. Για παράδειγμα, όπως διαφαίνεται από μία πρώτη ανάγνωση στο σκεπτικό της απόφασης, δεν αποκλείεται να ήταν διαφορετική η ετυμηγορία του δικαστηρίου, εάν οι δύο άνδρες ανήκαν στις αποκαλούμενες «ευάλωτες ομάδες» προσφύγων.
Η «δευτερογενής μετανάστευση»
Η ετυμηγορία του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου αναμένεται να επαναφέρει, ίσως και με έμφαση, στην πολιτική ατζέντα το ζήτημα της «δευτερογενούς μετανάστευσης» που είχε προκαλέσει τριβές στις σχέσεις Ελλάδας και Γερμανίας στο παρελθόν.
Αφορά δεκάδες χιλιάδες άτομα, οι οποίοι είχαν λάβει καθεστώς διεθνούς προστασίας στην Ελλάδα, αλλά κατέθεσαν στη συνέχεια αίτηση ασύλου και στη Γερμανία, όπου και παραμένουν μέχρι σήμερα, καθώς τα δικαστήρια δεν επέτρεπαν την απέλασή τους στην Ελλάδα. Εκτιμάται ότι μόνο το 2024 περισσότεροι από 25.000 αιτούντες άσυλο εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία.
Σημειώνεται ότι ο μελλοντικός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς, μιλώντας σε εφημερίδες του ομίλου Φούνκε, ανέφερε ως κορυφαία προτεραιότητα το μεταναστευτικό και τους αυστηρούς συνοριακούς ελέγχους ήδη από τις πρώτες εβδομάδες της διακυβέρνησής του. Η ορκωμοσία της κυβέρνησης Μερτς αναμένεται στις 6 Μαίου στην Ολομέλεια του Ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου.