Γερμανία: Η επόμενη μέρα μετά την κατάρρευση Σολτς - Οι «γρίφοι» και τα σενάρια για τη νέα κυβέρνηση
Οι δημοσκοπήσεις «δείχνουν» τον επόμενο καγκελάριο, όμως δεν είναι καθόλου σίγουρο με ποιους θα κυβερνήσει.
H κυβέρνηση της Γερμανίας κατέρρευσε και επίσημα την Δευτέρα (16/12), αφού ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς έχασε την ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή, μία εξέλιξη που ενέτεινε ακόμη περισσότερο την κρίση ηγεσίας στην Ευρώπη, σε μία περίοδο αυξημένων προκλήσεων στη Γηραιά Ήπειρο που σχετίζονται με την οικονομία και την ασφάλεια.
Σύμφωνα με ανάλυση των New York Times, για το επόμενο διάστημα και μέχρι τις 23 Φεβρουαρίου, ημερομηνία που είναι προγραμματισμένες οι εκλογές στη Γερμανία, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης θα βρίσκεται στα χέρια μιας υπηρεσιακής κυβέρνησης.
Χθες οι Γερμανοί βουλευτές ψήφισαν τη διάλυση της υπάρχουσας κυβέρνησης με ψήφους 394 υπέρ και 207 κατά, ενώ 116 απείχαν.
Ο Όλαφ Σολτς δεν είχε άλλη επιλογή από το να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης μετά τη διάσπαση του τρικομματικού συνασπισμού τον Νοέμβριο, καθώς η αποχώρηση των Ελεύθερων Δημοκρατών τον άφησε χωρίς κοινοβουλευτική πλειοψηφία για ψήφιση νόμων ή προϋπολογισμού.
Ωστόσο, η πολιτική αβεβαιότητα της χώρας είναι πιθανό να διαρκέσει έναν μήνα ή περισσότερο μετά τις εκλογές, με μια νέα κυβέρνηση να μην μπορεί να σχηματιστεί μέχρι τα κόμματα να συμφωνήσουν σε έναν συνασπισμό, πιθανότατα τον Απρίλιο ή τον Μάιο.
Μια μακρά προεκλογική περίοδος
Επτά κόμματα θα διεκδικήσουν μια θέση στο κοινοβούλιο με ρεαλιστικές πιθανότητες να κερδίσουν έδρες, ενώ η Ακροδεξιά αναμένεται να σημειώσει ισχυρές επιδόσεις.
Όλα δείχνουν ότι ο Όλαφ Σολτς δεν θα είναι ο νικητής των εκλογών, με τις περισσότερες δημοσκοπήσεις να δείχνουν ότι οι Χριστιανοδημοκράτες αναμένεται να είναι το πρώτο κόμμα και τον ηγέτη τους, Φρίντριχ Μερτς, να διεκδικεί με αξιώσεις τη θέση του επόμενου καγκελάριου.
Η εκστρατεία είναι πιθανό να κυριαρχείται από πολλά ζητήματα που έχουν ενοχλήσει την Ευρώπη τα τελευταία χρόνια. Τόσο η Γερμανία όσο και η Γαλλία βυθίζονται σε συζητήσεις σχετικά με το πώς να αναζωογονήσουν τις οικονομίες τους, να γεφυρώσουν τις αυξανόμενες κοινωνικές διαφορές, να μειώσουν τις ανησυχίες των ψηφοφόρων για τη μετανάστευση και να στηρίξουν την εθνική άμυνα.
Η γερμανική οικονομία έχει παραμείνει στάσιμη, αποφεύγοντας με δυσκολία την ύφεση τους προηγούμενους μήνες. Το ζήτημα αυτό αναμένεται να κυριαρχήσει στην προεκλογική ατζέντα και τα κόμματα να καλούνται να δώσουν πειστικές απαντήσεις.
Άλλωστε, οι διαφωνίες σχετικά με το πώς θα εξισορροπηθεί ο προϋπολογισμός - και για το αν θα αυξηθεί ο κρατικός δανεισμός ή θα εφαρμοστούν περαιτέρω μέτρα λιτότητας – οδήγησαν στο να βαθύνουν οι ρωγμές στην κυβέρνηση του Σολτς πριν τη διάσπασή της.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ανάγκη ενίσχυσης του γερμανικού στρατού θα είναι ένα ακόμα από τα βασικά ζητήματα που θα απασχολήσουν την προεκλογική συζήτηση, παράλληλα με τα προβλήματα στην οικονομία, τη μετανάστευση και την άνοδο της Ακροδεξιάς.
Ο επόμενος κυβερνητικός συνασπισμός
Η νίκη της συμμαχίας Χριστιανοδημοκρατών (CDU) και του βαυαρικού αδελφού κόμματος, της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CSU), αποτυπώνεται στη συντριπτική πλειονότητα των δημοσκοπήσεων, καθώς η συντηρητική συμμαχία προηγείται με 32%.
Το ποσοστό αυτό είναι σχεδόν διπλάσιο από εκείνο που αναμένεται να συγκεντρώσει το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) του Όλαφ Σολτς, το οποίο βρίσκεται στην τρίτη θέση πίσω από το ακροδεξιό AfD.
Ωστόσο, στο διχασμένο πολιτικό τοπίο της Γερμανίας, κανένα κόμμα δεν είναι πιθανό να κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία και αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε δυνητικά δύσκολες διαπραγματεύσεις για την οικοδόμηση ενός συνασπισμού πιο λειτουργικού και ανθεκτικού από αυτόν που απέτυχε.
Με τους Χριστιανοδημοκράτες να είναι πιθανότατα το μεγαλύτερο κόμμα του επόμενου κυβερνητικού συνασπισμού, το κεντρικό ερώτημα είναι ποιος ή ποια κόμματα θα είναι οι άλλοι εταίροι.
Πιθανότεροι υποψήφιοι είναι το SPD ή οι Πράσινοι, αν και η δύναμή τους θα καθορίσει εάν ένας δικομματικός συνασπισμός είναι εφικτός. Ωστόσο, με την άνοδο του AfD και τη δημιουργία του νέου λαϊκιστικού-αριστερού κόμματος «Συμμαχία Σάρα Βάγκενκνεχτ» (BSW), οι τρικομματικοί συνασπισμοί, αν και ασυνήθιστοι στη μεταπολεμική Γερμανία, ίσως γίνουν ο νέος κανόνας.
Οι Πράσινοι και οι... άλλοι
Οι Πράσινοι, το τελευταίο διάστημα, έχουν έρθει πιο κοντά στο CDU, τονίζοντας τις κοινές θέσεις τους στην εξωτερική πολιτική. Και τα δύο κόμματα είναι πιο πρόθυμα να στηρίξουν την Ουκρανία στον πόλεμο με τη Ρωσία σε σχέση με τον Σολτς, ο οποίος επικεντρώθηκε σε αυτό που αποκαλεί «προσεκτική» στρατηγική.
Παρ’ όλο που ο Μερτς δεν αποκλείει μια συμμαχία με τους Πράσινους, ο ηγέτης του CSU, Μάρκους Ζέντερ, ο οποίος έχει αναγάγει την κριτική κατά των Πρασίνων σε προσωπικό του σήμα κατατεθέν, δήλωσε πρόσφατα ότι θα ασκήσει βέτο σε μια τέτοια συνεργασία.
Το Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα (FDP), από την άλλη, φαίνεται να παλεύει να κρατηθεί στο πολιτικό προσκήνιο. Μετά από αποκαλύψεις ότι το κόμμα σχεδίασε μεθοδικά την αποσταθεροποίηση του συνασπισμού του Σολτς, το κόμμα έχει εισέλθει σε περίοδο κρίσης. Στις δημοσκοπήσεις κινείται κάτω από το όριο του 5% που απαιτείται για την είσοδό του στη Βουλή. Όσο για την Αριστερά του Die Linke οι πιθανότητες να εισέλθει στο κοινοβούλιο, με βάση τις δημοσκοπήσεις, είναι αρκετά μικρές.