Φωτιά στην Αττική: «Μαύρες» προβλέψεις για την αναγέννηση του δάσους - Το 60% είχε ξανακαεί το 2009
Ζοφερό μέλλον για τους πνεύμονες πρασίνου της Αττικής δείχνει η λεπτομερής αποτίμηση των καμένων εκτάσεων της πυρκαγιάς στη βορειανατολική Αττική.
Οι πρόσφατες (11-12 Αυγούστου) φωτιές στην (βορειοανατολική) Αττική έκαναν στάχτη σχεδόν 100.000 στρέμματα (99.480 για την ακρίβεια) μικτής δασικής και περιαστικής δασικής έκτασης.
Σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση του Copernicus CLMS Corine Land Cover το 39% της επιφάνειας αυτών των καμένων εκτάσεων είναι μεταβατικές δασώδεις και θαµνώδεις εκτάσεις, το 26% σκληρόφυλλη βλάστηση, το 19,5% εκτάσεις µε αραιή βλάστηση και με διάσπαρτη δόμηση, το 12% γεωργικές εκτάσεις, και το 3,5% ασυνεχής αστική δόμηση.
Αυτή η πυρκαγιά είναι η δεύτερη δυσμενέστερη περίπτωση φωτιάς σε καμένη έκταση που έχει εκδηλωθεί στον νομό Αττικής μετά την πυρκαγιά που συνέβη το 2009 στην ίδια περιοχή, όπως επισημαίνει το BEYOND EO Centre ΝΟΑ (Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών).
Επιπλέον, ένα ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο, που προκύπτει από την εν λόγω καταγραφή, είναι η σχέση που υπάρχει ανάμεσα στην πρόσφατη πυρκαγιά με την αντίστοιχη του 2009. Όπως φαίνεται από τη χαρτογράφηση που παρουσιάζει στο facebook το BEYOND EO Centre ΝΟΑ, η πυρκαγιά του 2009 αναπτύχθηκε με πολύ παρόμοιο τρόπο και έκαψε έκταση ίση με 13054 εκτάρια δασικής και περιαστικής έκτασης, με τις δύο καμένες εκτάσεις να παρουσιάζουν αλληλοεπικάλυψη κατά ποσοστό 60%.
Γεγονός που κάνει έκδηλη την επιβάρυνση του οικοσυστήματος στην περιοχή με δυσοίωνες προβλέψεις αναφορικά με την φυσική αναγέννηση του τοπίου τα επόμενα χρόνια.
Εθνικό Παρατηρητήριο Δασικών Πυρκαγιών: Το 10% των καμένων εκτάσεων ήταν υψηλό δάσος
Σύμφωνα με την ανάλυση δορυφορικών εικόνων πολύ υψηλής ευκρίνειας που υλοποίησε το Εθνικό Παρατηρητήριο Δασικών Πυρκαγιών ΕΠαΔαΠ / Εργαστήριο Δασικής Διαχειριστικής και Τηλεπισκόπησης του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, με το οποίο η Γενική Διεύθυνση Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος της Γενικής Γραμματείας Δασών έχει αναπτύξει συνεργασία, προκύπτει:
Από τη συνολικά καείσα έκταση, ποσοστό περίπου 10% συνιστούσε υψηλό δάσος με δενδρώδη βλάστηση, ενώ οι υπόλοιπες δασικού χαρακτήρα εκτάσεις αποτελούνταν από χαμηλή, θαμνώδη δασική βλάστηση και βραχώδη-πετρώδη εδάφη με φρυγανώδη και χορτολιβαδική βλάστηση. Στο ως άνω ποσοστό περιλαμβάνεται και η φυσική αναγέννηση (διαφορετικού σταδίου εξέλιξής της) από προηγούμενες καείσες εκτάσεις.