Ευρωπαϊκή Επιτροπή: Έρχονται νέα ψηφιακά εργαλεία για την ηλεκτρονική επίλυση διαφορών
Καταργείται η πλατφόρμας ηλεκτρονικής επίλυσης διαφορών-Εναλλακτική επίλυση διαφορών και στην ψηφιακή οικονομία.
Να προσαρμόσει το πλαίσιο εναλλακτικής επίλυσης διαφορών στην ψηφιακή εποχή, επιχειρεί η Ευρωπαϊκή Ένωση. Στο πλαίσιο αυτό, το Συμβούλιο ενέκρινε τη διαπραγματευτική εντολή του σχετικά με δέσμη μέτρων για την προσαρμογή του πλαισίου εναλλακτικής επίλυσης διαφορών στις προκλήσεις του ψηφιακού κόσμου.
Η θέση του Συμβουλίου καλύπτει την αναθεώρηση της Οδηγίας για την εναλλακτική επίλυση διαφορών, όπως και του Κανονισμού για την κατάργηση της πλατφόρμας ηλεκτρονικής επίλυσης διαφορών (ΗΕΔ). Στόχος των νομοθετικών προτάσεων είναι να διευρυνθεί το φάσμα των διαφορών, που μπορούν να επιλυθούν εξωδικαστικά και να γίνουν οι μηχανισμοί ΕΕΔ ευκολότεροι, ταχύτεροι και ελκυστικότεροι τόσο για τους καταναλωτές, όσο και για τις εταιρείες.
Η διαπραγματευτική εντολή, που εγκρίθηκε, περιορίζει το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας στις συμβατικές διαφορές και στο ευρωπαϊκό έδαφος, ενώ προτείνει διάφορα μέτρα για τη μείωση του φόρτου για όλους τους εμπλεκόμενους. Επίσης, εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να αντικαταστήσει την υφιστάμενη πλατφόρμα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών με ένα νέο ψηφιακό εργαλείο.
Η Επιτροπή πρότεινε την κατάργηση της πλατφόρμας ΗΕΔ και την αντικατάστασή της με ένα ψηφιακό διαδραστικό εργαλείο για τη διασφάλιση της συνέχειας. Η εντολή του Συμβουλίου ορίζει προθεσμία τριών μηνών μετά την έναρξη ισχύος της αναθεωρημένης οδηγίας ΕΕΔ για την ανάπτυξη αυτού του εργαλείου από την Επιτροπή. Η Επιτροπή οφείλει, επίσης, να προωθήσει αυτό το εργαλείο και να παράσχει την τεχνική του συντήρηση.
“Πολλοί καταναλωτές, που εμπλέκονται σε διαφορές με εταιρείες, αρνούνται να προσφύγουν στη δικαιοσύνη λόγω της χαμηλής αξίας των επίδικων διαφορών, των χρονοβόρων διαδικασιών ή της έλλειψης εμπιστοσύνης στη δυνατότητα να επιτύχουν ικανοποιητική λύση. Οι μηχανισμοί εναλλακτικής επίλυσης διαφορών επιτρέπουν στους καταναλωτές να επιλύουν τις διαφορές τους με εταιρείες πριν από την προσφυγή στο δικαστήριο”, εξηγεί το Συμβούλιο.
Ψηφιακά εργαλεία
Η πρόταση της Επιτροπής διευρύνει το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, ώστε να συμπεριλάβει όλες τις διαστάσεις της νομοθεσίας της ΕΕ για την προστασία των καταναλωτών και όλα τα είδη εταιρειών, συμπεριλαμβανομένων των εμπόρων εκτός ΕΕ. Στόχος της αναθεωρημένης οδηγίας είναι να καλύψει νέα είδη αθέμιτων πρακτικών (π.χ. διεπαφές και διαφημίσεις χειραγώγησης, μηχανισμούς γεωγραφικού αποκλεισμού), που δεν καλύπτονται από την ισχύουσα οδηγία.
Η πρόταση της Επιτροπής προστατεύει την ελευθερία των επιχειρήσεων να προσφεύγουν σε εναλλακτική επίλυση διαφορών ή στο δικαστήριο. Ωστόσο, εάν ένας καταναλωτής ζητήσει εναλλακτική επίλυση διαφορών, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να απαντήσουν σε αίτημα φορέα ΕΕΔ εντός 20 εργάσιμων ημερών, γεγονός που θα ενθαρρύνει τις εταιρείες να συμμετάσχουν σε διαδικασίες ΕΕΔ.
Η πρόταση της Επιτροπής προβλέπει σειρά μέτρων για την προστασία των πλέον ευάλωτων καταναλωτών, συμπεριλαμβανομένων της παροχής βοήθειας για τη δρομολόγηση μιας υπόθεσης, μεταφραστικών βοηθημάτων και καθοδήγησης καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας.
Η διαπραγματευτική εντολή διευκρινίζει ότι η ΕΕΔ είναι προσβάσιμη τόσο σε ψηφιακή, όσο και σε μη ψηφιακή μορφή, ώστε να διατηρείται υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών. Επιπλέον, η εντολή καθιστά σαφές ότι οι εταιρείες θα πρέπει να ενημερώνουν εκ των προτέρων τους καταναλωτές, όταν χρησιμοποιούνται αυτοματοποιημένα συστήματα μη υψηλού κινδύνου (π.χ. μποτ ή τεχνητή νοημοσύνη) στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων ΕΕΔ, όπως συμβαίνει με τα συστήματα υψηλού κινδύνου, που καλύπτονται από τον κανονισμό για την τεχνητή νοημοσύνη.
Πεδίο εφαρμογής της οδηγίας
Για λόγους ασφάλειας δικαίου και για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή, η θέση του Συμβουλίου περιορίζει το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας ΕΕΔ σε διαφορές που απορρέουν από σύμβαση, χωρίς να περιλαμβάνονται εξωσυμβατικές διαφορές, όπως προτείνεται από την Επιτροπή.
Ωστόσο, η εντολή καθιστά σαφές ότι οι συμβατικές υποχρεώσεις περιλαμβάνουν τα στάδια πριν από τη σύναψη της σύμβασης (π.χ. διαφήμιση, παροχή πληροφοριών) και μετά τη λήξη της σύμβασης (π.χ. χρήση ψηφιακού περιεχομένου).
Στο μεταξύ, η εντολή του Συμβουλίου παρατείνει την περίοδο κατά την οποία οι έμποροι πρέπει να απαντήσουν σε αίτημα φορέα ΕΕΔ από 20 σε 40 εργάσιμες ημέρες, σε περίπτωση πολύπλοκων διαφορών ή σε εξαιρετικές περιστάσεις. Ο καταναλωτής θα πρέπει να ενημερώνεται για την παράταση.
Μετά την παρέλευση της προθεσμίας αυτής, εάν ο έμπορος δεν έχει απαντήσει, ο φορέας ΕΕΔ μπορεί να θεωρήσει ότι ο έμπορος αρνήθηκε να συμμετάσχει. Οι έμποροι δεν υποχρεούνται να απαντούν, όταν η συμμετοχή τους είναι υποχρεωτική, όταν μπορούν να επιτευχθούν αποτελέσματα ΕΕΔ χωρίς τη συγκατάθεσή τους για συμμετοχή ή όταν έχουν ήδη δεσμευτεί συμβατικά για την ΕΕΔ, καθώς η απάντησή τους είναι περιττή σε τέτοιες περιπτώσεις.