Εθνική Πινακοθήκη: Έξι χρόνια με αναστολή και βραχιολάκι στον κλέφτη των Πικάσο και Μοντριάν
Ποινή κάθειρξης έξι ετών με αναστολή και με τον περιοριστικό όρο της ηλεκτρονικής επιτήρησης με βραχιολάκι στην ευρύτερη περιοχή από τον τόπο κάτοικίας του (ακτίνα 3 χλμ.) καταδικάστηκε Γιώργος Σαμαρτζόπουλος, κλέφτης έργων τέχνης από την Εθνική Πινακοθήκη
Είναι ο άνθρωπος που το 2012 έκλεψε από την Εθνική Πινακοθήκη τα έργα «Γυναικείο κεφάλι», με αριθμό 1.357 (αναφορά του Πικάσο στη μούσα του Ντόρα Μάαρ), «Μύλος» (1905) από την πρώτη περίοδο του Ολλανδού Πιερ Μοντριάν, και ένα σχέδιο θρησκευτικής απεικόνισης των αρχών του 17ου αιώνα, που αποδίδεται στον Ιταλό Γκουλιέλμο Κάτσια (Μονκάλβο).
Το Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων έκρινε ένοχο τον κατηγορούμενο, ο οποίος είχε ομολογήσει το έγκλημά του, και ακολούθησε την εισαγγελική πρόταση επί της ποινής.
Ο εισαγγελέας της Έδρας πρότεινε την ενοχή του κατηγορουμένου, βάσει του 374 παρ. 1 του παλιού Ποινικού Κώδικα, με την αναγνώριση ελαφρυντικού ότι ο κατηγορούμενος συμπεριφέρθηκε καλά μετά την πράξη για μεγάλο χρονικό διάστημα, με το δικαστήριο να συντάσσεται με την πρόταση.
Ο κατηγορούμενος, απολογούμενος, χαρακτήρισε την κλοπή «χαζή», ομολόγησε τις πράξεις του και ζήτησε να του αναγνωριστούν ελαφρυντικά, υποστηρίζοντας, σύμφωνα με τον συνήγορό του, Σάκη Κεχαγιόγλου, ότι δεν έκλεψε τα έργα «από ταπεινά αιτία, αλλά από την αγάπη του για την τέχνη. Στα δέκα χρόνια δεν αποπειράθηκε να τα πουλήσει και τα επέστρεψε άθικτο».
Ο κατηγορούμενος κατέθεσε ότι «η άσχημη ιδέα» του μπήκε στο μυαλό το 2011, διότι ήθελε να αποκτήσει «δύο έργα μεγάλης αξίας για να τα προσθέσω στην προσωπική μου συλλογή, η οποία δεν είχε αξία».
Περιέγραψε πώς σχεδίασε την κλοπή, παρακολουθώντας τις κινήσεις των φυλάκων της Πινακοθήκης, ενώ υποστήριξε πως αποφάσισε την ημερομηνία «εντελώς τυχαία, ούτε που γνώριζα ότι έκλεινε η Πινακοθήκη για ανακαίνιση».
Ο 50χρονος περιέγραψε αναλυτικά τον τρόπο δράσης του και εκτίμησε ότι «η ΕΥΠ και η Εθνική Ασφάλεια δεν έφτασαν ποτέ στα ίχνη μου, επειδή είμαι ένας απλός άνθρωπος. Η κλοπή ήταν τόσο χαζή που δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι μπορούσε να γίνει από έναν απλό πολίτη. Κάνουν πολύ καλά τη δουλειά τους και στις δύο υπηρεσίες αλλά όταν παρακολουθήσουν κάποιον και δείχνει φυσιολογικός άνθρωπος, δεν σου πάει το μυαλό».
«Έσπασα ένα τζαμάκι, έκανα τον συναγερμό να χτυπάει συνέχεια, ο καημένος ο φύλακας ήταν πάνω κάτω. Έφτασα στο σημείο να επαναλαμβάνω τον συναγερμό για να κουραστεί ο φύλακας. Είχα μαζί μου οικοδομικά εργαλεία, ένα κατσαβίδι, ένα καλέμι. Μόλις την ακούμπησα, άνοιξε. Μπήκα μέσα, ξεκίνησε να χτυπάει το εσωτερκό σήμα, ανέβαινε πάλι ο φύλακας. Ξεκίνησα να κόβω καλώδια, δεν ήξερα τι έκοβα, θα μπορούσα να έχω πεθάνει. Κάποια στιγμή σκύβω, έκανα μια έτσι με το πόδι, ακούω έναν εκκωφαντικό θόρυβο, ξεκολλάει όλη η γυψοσανίδα και πέφτουν γύρω στα 7-8 κάδρα από γκραβούρες. Και ακούω που σπσάανε γιατί ήταν μέσα σε κάδρα».
Όταν η πρόεδρος τον ρώτησε γιατί δεν πήρε όποια έργα βρήκε μπροστά του εφόσον ισχυρίζεται ότι ήθελε δύο έργα τέχνης χωρίς να τον ενδιαφέρει ποια θα ήταν αυτά, ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε ότι έχασε την ψυχραιμία του και τα έχασε. «Εσείς δεν τα χάσατε», αντέτεινε η πρόεδρος,που ρώτησε πώς έφτασε στα έργα που έκλεψε, τα οποία δεν βρίσκονταν στο ίδιο σημείο.
«Πήγα προς τα κει που νόμιζα ότι ήταν καλύτερα να πάω [...] Περιεργάζομαι τα έργα και βλέπω ότι ήταν Πικάσο. Ξεκρεμάω τον έναν πίνακα μέσα στον πανικό. Κόβω τον πίνακα του Πικάσο, είδα άλλον έναν πίνακα του Μοντιλιάνι, πήρα άλλο ένα στη μασχάλη. Κατεβαίνω, ακούω κάποιον να φωνάζει "κλέφτης, κλέφτης". Ούτε γύρισα γιατί η μεγαλύτερή μου μέριμνα ήταν η ασφάλεια του ανθρώπου, να μην έρθω σε συμπλοκή [...] Βγήκα έξω, πήδηξα τη μάντρα, μέσα στον πανικό μου μου έπεσε το φουλ φέις, μπήκα στο πάρκο, έκατσα 45 λεπτά στο δωματιάκι. Ήταν εκεί η αστυνομία αλλά πού να φανταστούν ότι είμαι εκεί. Μετά από μια ώρα έφυγα, πήρα ταξί και έφτασα στον Περισσό. Την άλλη μέρα έμαθα από τις ειδήσεις ότι αυτό που κατέστρεψα ήταν έργο τέχνης», είπε.
Επίσης, για πρώτη φορά στο δικαστήριο σήμερα ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε ότι είχε σχέση με μια Ολλανδέζα, η οποία είδε στο κινητό του τα έργα τέχνης και άρχισε να τον εκβιάζει να τα πουλήσουν και να βγάλουν λεφτά αλλιώς θα τον κατήγγειλε στην Αστυνομία. «Της είπα ότι τα έργα θα επιστραφούν όταν πεθάνω, δεν πρόκειται να εμπλακώ σε αγοραπωλησίες».
Στην ερώτηση γιατί πήγε τους πίνακες στη ρεματιά, ο κατηγορούμενος επικαλέστηκε τα ψυχιατρικά προβλήματα του γιου του, ο οποίος ζούσε στο σπίτι του στον Περισσό και «σε ένα από αυτά τα μοναχικά βραδιά, ένα φαεινό βράδυ, θυμήθηκα τους πίνακες! Ότι ήταν στο σπίτι. Και σκέφτηκα ότι είχα ενημερώσει την Αστυνομία ότι είμαι εκεί με το παιδί. Και λέω λες να με βρουν; Η κυρία από την Ολλανδία μου έστελνε απειλές ότι θα μου στείλει την αστυνομία. Έτσι σηκώθηκα ένα βράδυ, τα έβαλα στο αυτοκίνητο, τα συσκεύασα, τα έβαλα σε θήκη, τα μόνωσα... Το σημείο το επέλεξα γιατί το ήξερα. Μεγάλωσα εκεί. Πάντοτε ήθελα να τους επιστρέψω, μου ήταν βάρος ψυχολογικό. Δεν μπορούσα να τους επιστρέψω όταν ήταν μικρά τα παιδιά μου».
Ο φύλακας της Εθνικής Πινακοθήκης που κλήθηκε να εξηγήσει πώς έγινε η κλοπή χωρίς να γίνει αντιληπτή, είπε ότι ήταν στην προηγούμενη βάρδια από την κλοπή.
«Όταν ενεργοποιήθηκε ο συναγερμός, μπήκα μέσα, είδα τις κάμερες, δεν διαπίστωσα κάτι. Έκανα έναν έλεγχο, τίποτα. Γύρω στις 21.15 έφυγα. Πριν από αυτό ξαναχτύπησε άλλη μία φορά. Πήγα σπίτι, με πήρε τα ξημερώματα ο συνάδελφος και μου είπε ότι κλάπηκε ο Πικάσο. Φαίνονταν όλα κλειδωμένα, δεν είχα δει κάτι», είπε και εκτίμησε ότι ο κατηγορούμενος «προφανώς ήταν πάρα πολλές ώρες εκεί, μπήκε από το μπαλκονάκι. Εγώ από εκεί που μπήκε νόμιζα ότι είναι τοίχος», είπε ο φύλακας.
Όταν η πρόεδρος ρώτησε αν οι πίνακες μεταφέρονταν από έναν άνθρωπο, είπε ότι «ναι, δεν ήταν θεόρατοι».
Ο φύλακας που ήταν βάρδια την ώρα της κλοπής κατέθεσε ότι «αφού χτύπησε ο συναγερμός, πολλές φορές είδα τον κλέφτη σκυφτό πάνω από τον πίνακα, όρμησα καταπάνω του αλλά γλίστρησα και χτύπησα. Την ώρα που τον κυνηγούσα, έβγαζε κραυγές σαν να θέλει να ειδοποιήσει κάποιον να φύγει. Χτυπούσε τη μία ο συναγερμός στον πάνω όροφο, την άλλη στον κάτω... Χτυπούσε ταυτόχρονα ο συναγερμός σε τρία σημεία, θεωρώ ότι υπήρχαν και άλλα άτομα».
Ο διευθυντής Συντήρησης και Έρευνας της Πινακοθήκης υποστήριξε:
«Αρμοδιότητά μου είναι μου η συντήρηση των έργων τέχνης και η διατήρησή τους σε φυσική κατάσταση. Τα είχα σαν παιδιά μου, τα άγγιζα, τα χάιδευα. Ξέρετε, εμείς οι συντηρητές έχουμε μια συναισθηματική σχέση με αυτά τα έργα. Όταν τα είδα, συγκινήθηκα, δεν πίστευα ότι θα τα ξαναδώ. Το έργο του Πικάσο είναι μοναδικό κειμήλιο, η αξία του είναι τεράστια. Δεν μπορώ να κάνω οικονομική αποτίμηση, σίγουρα αξίζει εκατομμύρια. Ο πίνακας του Μοντριάν είναι επίσης καταπληκτικό έργο. Και τα δύο είχαν υποστεί κακοποίηση από τις κακές συνθήκες που ήταν φυλαγμένα».
«Ένας φιλότεχνος που αγαπάει την τέχνη αυτά τα προσέχει. Αυτά τα θεωρεί ιερά και όσια. Μου φάνηκε παράξενο τι σόι αγάπη για την τέχνη είναι αυτή. Λέει ότι το τρίτο έργο το έσκισε και το πέταξε στην τουαλέτα. Εγώ τέτοιον συλλέκτη δεν έχω ξανασυναντήσει» πρόσθεσε.
Στη συνέχεια στην κατάθεσή του ο Στέλιος Γκαρίπης, δικηγόρος και συλλέκτης, σημείωσε πως ασχολείται με την αγορά έργων τέχνης και τόνισε ότι «δεν ήταν συμπτωματικό ότι επεστράφησαν δύο έργα. Για το σχέδιο ακούστηκε ότι εμφανίστηκε προς πώληση. Απευθύνθηκα στην Εθνική Πινακοθήκη να δω σε τι ενέργειες είχαν προβεί. Το πιο απλό ήταν να στείλουν έγγραφα, να δουν ποιος παρέλαβε το έργο, διότι αυτό δεν πουλήθηκε. Δεν έκαναν τίποτα. Έγινε εν συνεχεία ταυτοποίηση από ξένους ειδικούς που είπαν ότι πρόκειται σίγουρα για το ίδιο έργο. Από την Πινακοθήκη δεν έκαναν τίποτα».
Πρόεδρος: Μας είπαν εδώ ότι δεν ήταν τα ίδια.
Μάρτυρας. Δεν έκαναν τίποτα.
Πρόεδρος: Ναι από τη Πινακοθήκη δεν.έκαν ούτε ένα ΔΣ να δουν τι θα.κάνουν.
Μάρτυρας: Οι διαφορές που εμφανίστηκαν είναι αυτές που εμφανίζονται σε έργα που είναι να πουληθούν για να γίνει ξέπλυμα. Πήγαν από τη Πινακοθήκη στη Φλωρεντία να δουν το έργο αν είναι πλαστό; Ο κατηγορούμενος δεν είναι ένας απλός ελαιοχρωματιστής, αλλά μέλος διεθνούς κυκλώματος...
Εισαγγελέας: Αν ήταν σε διεθνές κύκλωμα όλα αυτά τα χρόνια δε θα πουλούσε; Είναι πολλά τα χρόνια...
Μάρτυρας: Εφόσον τα έργα είναι κλεμμένα είναι εκτός συναλλαγής. Αυτά τα έργα τα έχουν προκειμένου να τύχουν καλύτερης ποινικής αντιμετώπισης όταν και εάν τους συλλάβουν. Τα εμφανίζουν ως αντάλλαγμα. Το ότι δεν πουλήθηκαν δεν μας λέει κάτι. Ή τα φύλαγε για κάποιους με τους οποίους συνεργάζονται. Ο συγκεκριμένος ζούσε στο εξωτερικό.
Από την πλευρά της, η υπεύθυνη συλλογών της Εθνικής Πινακοθήκης, η οποία όπως είπε είχε κάνει τη μελέτη για τον χώρο της έκθεσης και είχε επιλέξει τα έργα και το σημείο που θα τοποθετούνταν, σημείωσε πως «ειδικά τον Πικάσο δεν ήταν εύκολο να τον βγάλει κάποιος κατά την επίσκεψη, γιατί ήταν δεμένος από πίσω» ενώ πρόσθεσε πως «τα έργα αυτά ήταν αξίας όχι μόνο οικονομικής αλλά και καλλιτεχνικής».
Επίσης, εξέφρασε έντονα την πεποίθηση πως ο κατηγορούμενος δεν είναι ούτε φιλότεχνος ούτε συλλέκτης, αλλά κοινός παραβάτης. «Είναι αστεία αυτά. Ο κύριος δεν ήταν καν φιλότεχνος. Ένας φιλότεχνος μπορεί να μην έχει λεφτά να πάρει έργα τέχνης και δεν θα πετούσε ποτέ ένα σχέδιο. Ένας τέτοιος άνθρωπος πρώτα θα σκεφτεί την τέχνη και μετά τον εαυτό του. Αυτός πήγε και άφησε τα έργα σε μια ρεματιά. Ένα σκυλί να περνούσε και να τα δάγκωνε θα είχαν αλλοιωθεί. Έχει χαρακτηριστικά κοινού κλέφτη. Εγώ καταλήγω ότι είναι κλέφτης. Είναι απλός κλέφτης, δεν είναι συλλέκτης, δεν είναι φιλότεχνος. Το γεγονός ότι παρουσιάζεται ως φιλότεχνος ή συλλέκτης με βγάζει από τα ρούχα μου».