Ένα νέο ζήτημα που αφορά την Ελευθερίου του Τύπου στη χώρα έρχεται να προστεθεί στην ήδη κακή εικόνα που υπάρχει, με τη σύμπραξη επτά δημοσιογραφικών οργανώσεων, Media Freedom Rapid Response, να δημοσιεύει μία έρευνα αναφορικά με την Ελευθερίου του Τύπου στην Ελλάδα. Ένα από τα συμπεράσματα που βγαίνουν από την έρευνα της MFRR είναι ότι «η ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα συνέχισε την καταγεγραμμένη επιδείνωσή της μεταξύ Ιανουαρίου και Ιουνίου 2022». Μάλιστα, μία τέτοια διαπίστωση γίνεται σε μία χρονική περίοδο που βρίσκεται σε εξέλιξη η διερεύνηση του σκανδάλου των υποκλοπών τόσο από την Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής, τόσο κι από την επιτροπή PEGA του Ευρωκοινοβουλίου ενώ πριν από λίγες ημέρες είχαμε την αποκάλυψη για την απόπειρα παγίδευσης του κινητού τηλεφώνου του Χρήστου Σπίρτζη. Στην έκθεση υπάρχει ξεχωριστό κεφάλαιο για την περίπτωση της Ελλάδας, ενώ γίνεται και ειδικά αναφορά και στο ζήτημα του σκανδάλου των υποκλοπών με αιχμή την παρακολούθηση του Θανάση Κουκάκη. Υψηλή προτεραιότητα δίνεται και στο ζήτημα της ασφάλειας των δημοσιογράφων, με αναφορές στις επιθέσεις στα σπίτια τους, όπως συνέβη με τους δημοσιογράφους του ΣΚΑΪ, Δημήτρη Καμπουράκη και Άρη Πορτοσάλτε, δημιουργώντας μία εικόνα που επιβαρύνει περαιτέρω τη θέση της χώρας. Πόσω δε μάλλον όταν έχει προηγηθεί η δολοφονική επίθεση κατά του Γιώργου Καραϊβάζ και το συμβόλαιο θανάτου κατά του Κώστα Βαξεβάνη. Ειδική μνεία γίνεται και στην επίθεση που δέχτηκε ο Χρήστος Αβραμίδης στη Θεσσαλονίκη, στις απειλές κατά του φωτορεπόρτερ Ιάσωνα Ραΐση και την κράτηση για έξι ημέρες του Νορβηγού φωτογράφου Knut Bry στη Λέσβο. Η MapMF κατέγραψε συνολικά 17 παραβιάσεις που αφορούσαν 19 άτομα ή οντότητες που δέχθηκαν επίθεση που σχετίζονται με τα μέσα ενημέρωσης. To MFRR συναποτελείται από τις οργανώσεις European Centre for Press and Media Freedom (ECPMF) including ARTICLE 19 Europe, the European Federation of Journalists (EFJ), Free Press Unlimited (FPU), International Press Institute (IPI) και CCI/Osservatorio Balcani Caucaso Transeuropa (OBC Transeuropa) και χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Αναλυτικά τα όσα αναφέρει η έρευνα:
«Η ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα συνέχισε την καταγεγραμμένη επιδείνωσή της μεταξύ Ιανουαρίου και Ιουνίου 2022. Η MapMF κατέγραψε συνολικά 17 παραβιάσεις που αφορούσαν 19 άτομα ή οντότητες που δέχθηκαν επίθεση που σχετίζονται με τα μέσα ενημέρωσης. Ένα μεγάλο σκάνδαλο υποκλοπών ενός οικονομικού συντάκτη με ένα κακόβουλο εργαλείο που ονομάζεται Predator προκάλεσε νέες ανησυχίες σχετικά με τις παρακολουθήσεις, ενώ, μια μεγάλη εμπρηστική επίθεση που πραγματοποιήθηκε από αναρχική ομάδα προκάλεσε ανησυχίες περί της φυσικής ασφάλειας των δημοσιογράφων. Καταχρηστικά SLAPPs και νομικές απειλές κατά των μέσων ενημέρωσης παρέμειναν σοβαρό ζήτημα. Ένα από τα πιο ανησυχητικά μοτίβα παραβιάσεων της ελευθερίας του Τύπου στη χώρα ήταν αυτοσχέδιες βόμβες που εξερράγησαν μπροστά σε σπίτια δημοσιογράφων, που είχαν δεχθεί απειλές λόγω του ρεπορτάζ τους. Τον Ιανουάριο, το σπίτι του δημοσιογράφου και παρουσιαστή του ΣΚΑΪ Δημήτρη Καμπουράκη, έγινε στόχος με εκρηκτικό γκαζάκι. Τον Ιούνιο, αυτοσχέδιος εκρηκτικός μηχανισμός εξερράγη έξω από το σπίτι του δημοσιογράφου και σχολιαστή του ΣΚΑΪ Άρη Πορτοσάλτε στην Αθήνα, προκαλώντας φωτιά και σημαντικές ζημιές στο κτίριο. Αυτές οι επιθέσεις υπογράμμισαν τις σοβαρές και συνεχείς απειλές που αντιμετωπίζει η ασφάλεια των δημοσιογράφων στην Ελλάδα από τη δολοφονία του 2021 του ρεπόρτερ Γιώργου Καραϊβάζ. Τον Απρίλιο, ένα σκάνδαλο παρακολούθησης ξέσπασε όταν το ελληνικό μέσο ενημέρωσης Inside Story αποκάλυψε ότι το κινητό του χρηματοοικονομικού και τραπεζικού συντάκτη Θανάση Κουκάκη που εργάζεται για το CNN και άλλα διεθνή μέσα ενημέρωσης, παρακολουθούνταν για τουλάχιστον δέκα εβδομάδες το 2021 χρησιμοποιώντας ένα ελάχιστα γνωστό εργαλείο spyware που ονομάζεται Predator από άγνωστη πηγή. Αποκαλύφθηκε επίσης ότι παρακολουθήθηκε χωριστά και από την ελληνική υπηρεσία πληροφοριών με τη θολή αιτιολογία της «εθνικής ασφάλειας». Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με αυτήν την υπόθεση, δείτε το θέμα κεφάλαιο για την παρακολούθηση δημοσιογράφων. Περισσότερες από τις μισές υποθέσεις (58,8%) κατά το πρώτο εξάμηνο του 2022 ήταν νομικές υποθέσεις. Σε μία υπόθεση που πυροδότησε μεγάλες ανησυχίες για την ελευθερία του Τύπου, τον Ιανουάριο, δύο δημοσιογράφοι και δύο εκδότες των οποίων τα μέσα ενημέρωσης είχαν αναφερθεί εκτενώς για το λεγόμενο σκάνδαλο Novartis, κλήθηκαν να καταθέσουν στο Ειδικό Ανώτατο Δικαστήριο αντιμετωπίζοντας πολλαπλές ποινικές κατηγορίες για συνωμοσία, κατάχρηση εξουσίας, δυσφήμιση και παράνομη εκβίαση χρημάτων. Οι κατηγορίες ενάντια στους Κώστα Βαξεβάνη, Γιάννα Παπαδάκου και Αλέξανδρο Τάρκα, επικρίθηκαν σχετικά με πολιτικά κίνητρα. Τον Ιούνιο του 2022, το Δικαστικό Συμβούλιο του Ανώτατου Δικαστηρίου έκρινε ότι όλες οι κατηγορίες που έγιναν εναντίον των δημοσιογράφων και των εκδοτών ήταν αβάσιμες και αρνήθηκαν να τους παραπέμπψουν στην πλήρη δίκη στο Ειδικό Δικαστήριο. Ταυτόχρονα, οι στρατηγικές αγωγές κατά της δημόσιας συμμετοχής (SLAPPs) παρέμειναν απειλή για την ερευνητική δημοσιογραφία. Υψηλές οικονομικές απαιτήσεις από 8.000 € έως 200.000 € υποβλήθηκαν από ιδιώτες και πολιτικούς. Οι απειλές και η σωματική βία εναντίον δημοσιογράφων από την αστυνομία συνεχίστηκαν και αποτελούν σχεδόν το ένα τέταρτο (23,5%) των περιστατικών που καταγράφηκαν στο MapMF. Τον Ιανουάριο, ο δημοσιογράφος Χρήστος Αβραμίδης δέχτηκε κλωτσιές και ύβρεις από αστυνομικούς όταν κάλυπτε διαδήλωση στην πόλη της Θεσσαλονίκης. Τον Μάιο, ο ανεξάρτητος φωτορεπόρτερ Ιάσων Ραΐσης έβγαλε μια αμφιλεγόμενη φωτογραφία ενός αστυνομικού σε δίκη υψηλού προφίλ που τον οδήγησε σε πιέσεις και απειλές από την αστυνομία. Στις παρακολουθούμενες περιπτώσεις περιλαμβάνονται και αυθαίρετες συλλήψεις, όπως π.χ όπως η κράτηση του Νορβηγού φωτογράφου Knut Bry, ο οποίος κρατήθηκε για έξι ημέρες από τις ελληνικές αρχές κατηγορούμενος για κατασκοπεία αφού έβγαλε φωτογραφίες στρατιωτικού σκάφους το νησί της Λέσβου».
Ειδική αναφορά στο σκάνδαλο των υποκλοπών
Στην έρευνα υπάρχει ειδική αναφορά στο σκάνδαλο των υποκλοπών που ξέσπασε, αρχής γενομένης από την υπόθεση του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη.
Στη σχετική αναφορά του MFRR, οι υπεύθυνοι της έρευνας δείχνουν να είναι πλήρως ενημερωμένοι σχετικά με τις κυβερνητικές κινήσεις στο θέμα, καθώς καταγράφονται και οι αρχικές διαψεύσεις της παρακολούθησης Κουκάκη, αλλά και το νομικό τέχνασμα με τον νόμο που απαγόρεψε αναδρομικά στην ΑΔΑΕ να ενημερώνει τους πολίτες των οποίων η παρακολούθηση έχει ολοκληρωθεί χωρίς να βρεθούν ενοχοποιητικά στοιχεία. Παράλληλα, γίνεται αναφορά και στον Γρηγόρη Δημητριάδη και τις φερόμενες σχέσεις που είχε με την εταιρεία Intellexa που εμπορεύεται το λογισμικό Predator.
Το σχετικό απόσπασμα:
«Σε μια μεγάλη υπόθεση στην Ελλάδα, τον Απρίλιο του 2022 αποκαλύφθηκε ότι ο χρηματοοικονομικός και τραπεζικός συντάκτης Θανάσης Κουκάκης, ο οποίος εργάζεται για το CNN Greece και άλλα διεθνή μέσα, παρακολουθούνταν για τουλάχιστον δέκα εβδομάδες το καλοκαίρι του 2021 με το εργαλείο παρακολούθησης που ονομάζεται Predator. Ήταν η πρώτη περίπτωση δημοσιογράφου που αναφέρθηκε να έχει παραβιαστεί το τηλέφωνό του χρησιμοποιώντας τη συγκεκριμένη τεχνολογία. Οι ερευνητές δεν μπόρεσαν να προσδιορίσουν ποια ήταν η πηγή. Η ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε την ανάμειξή της. Το εργαλείο αναπτύχθηκε αρχικά από την εταιρεία Cytrox της Βόρειας Μακεδονίας, η οποία εξαγοράστηκε από την Intellexa, μια εταιρεία που πουλά προϊόντα ψηφιακής επιτήρησης στην Ελλάδα και η οποία έχει γραφείο στην Αθήνα. Ο Γρηγόρης Δημητριάδης, πρώην γενικός γραμματέας και ανιψιός του Πρωθυπουργού, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, είχε δοσοληψίες με την Intellexa. Μετά την εμφάνιση των αποκαλύψεων, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε ότι ένας ιδιώτης ήταν υπεύθυνο για τη στόχευση του Κουκάκη. Ωστόσο, μια άδεια για το κακόβουλο λογισμικό φέρεται να κοστίζει 14 εκατομμύρια ευρώ και τέτοια εξελιγμένα εργαλεία πωλούνται συνήθως μόνο σε κρατικές υπηρεσίες. Η ελληνική κυβέρνηση έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι δεν έχει επιχειρηματική σχέση με την Intellexa και δεν χρησιμοποιεί τα προϊόντα της. Αυτές οι αρνήσεις περιπλέκονται από το γεγονός ότι τον Απρίλιο του 2022 αποκαλύφθηκε ότι ο Κουκάκης είχε τεθεί υπό παρακολούθηση από την Ελληνική Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ) πριν από την επίθεση του Predator, τον Μάιο του 2020. Η υπηρεσία είχε τεθεί υπό την άμεση επίβλεψη του γραφείου του Πρωθυπουργού το 2019. Όταν ο Κουκάκης υποψιάστηκε για πρώτη φορά ότι παρακολουθείτο, ζήτησε να το επιβεβαιώσει η Αρχή για την Ασφάλεια και το Απόρρητο των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ). Αμέσως μετά, η κυβέρνηση άλλαξε τον νόμο που εμποδίζει την ΑΔΑΕ να ενημερώνει αναδρομικά τους πολίτες εάν είχαν παρακολουθηθεί. Όταν ρωτήθηκε αρχικά για τις υποκλοπές, η κυβέρνηση αρνήθηκε ανάμειξη. Καθώς προστέθηκαν στοιχεία, ο αρχηγός κατασκοπείας της ΕΥΠ, ο οποίος αργότερα παραιτήθηκε, παραδέχτηκε κατά τη διάρκεια μιας κλειστής συνεδρίασης της Βουλής ότι το πρακτορείο είχε παραβιάσει το τηλέφωνο του Κουκάκη για λόγους «εθνικής ασφάλειας». Δεν δόθηκε καμία εξήγηση σχετικά με το γιατί ένας δημοσιογράφος που ερευνούσε την οικονομική διαφθορά εκείνη την εποχή αποτελούσε απειλή για την εθνική ασφάλεια. Υπάρχουν στοιχεία ότι ένας άλλος ερευνητής ρεπόρτερ, ο Σταύρος Μαλιχούδης, παρακολουθήθηκε από την ΕΥΠ σε σχέση με το ρεπορτάζ του για το προσφυγικό και τη μετανάστευση. Αυτές οι περιπτώσεις κατέδειξαν τους διαφορετικούς τύπους παρακολούθησης που είναι διαθέσιμοι σε όσους επιθυμούν να στοχοποιήσουν δημοσιογράφους και έχουν οδηγήσει σε πρόσθετες ανησυχίες σχετικά με την επιδείνωση της ελευθερίας του Τύπου στην Ελλάδα. Καθώς η Εξεταστική Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου συνεχίζει την έρευνά της για τη χρήση του Pegasus και άλλων αντίστοιχων λογισμικών κατασκοπείας σε ολόκληρη την ΕΕ, είναι σαφές ότι απαιτούνται μεγαλύτερη διαφάνεια και διασφαλίσεις για την πρόληψη καταχρήσεων της τεχνολογίας κατά δημοσιογράφων και άλλων και για τη ρύθμιση της χρήσης των προηγμένων εργαλείων κυβερνοεπιτήρησης σε ολόκληρη την ΕΕ»
Εδώ μπορείτε να δείτε όλη την έρευνα της MFRR