Ένα «ταμείο φαρμακευτικής καινοτομίας» μπορεί να φέρει την «Άνοιξη» στη φαρμακευτική αγορά;
Στη χώρα μας, σε επίπεδο πρόσβασης των ασθενών στη φαρμακευτική καινοτομία, τα νέα δεν είναι καλά. Στην Ελλάδα, οι ασθενείς δεν απολαμβάνουν τα οφέλη της φαρμακευτικής καινοτομίας το ίδιο γρήγορα με άλλους πολίτες στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Γράφει η Πένυ Ρέτσα, Market Access & External Affairs Director της AbbVie.
Ο κόσμος μας αλλάζει ταχύτατα και οι σύγχρονες επιστημονικές ανακαλύψεις θα φέρουν τα αμέσως επόμενα χρόνια κοσμογονικές αλλαγές στον τομέα της υγείας. Νέα καινοτόμα φάρμακα και συναρπαστικές ψηφιακές τεχνολογίες θα επανακαθορίσουν την παρεχόμενη ιατρική φροντίδα, προσφέροντας νέες θεραπευτικές επιλογές για τους ασθενείς.
Σε αυτές τις ταχέως μεταβαλλόμενες συνθήκες, η φαρμακευτική βιομηχανία επενδύει ετησίως τεράστια ποσά στην έρευνα και ανάπτυξη και εργάζεται ακατάπαυστα για την ανακάλυψη και διάθεση νέων φαρμάκων. Σήμερα, περίπου 8.000 νέα φάρμακα βρίσκονται, παγκοσμίως, υπό ανακάλυψη. Τα καινοτόμα φάρμακα που έρχονται θα αποτελέσουν νέες «επαναστατικές» θεραπευτικές επιλογές σε δεκάδες σοβαρές ασθένειες, όπως π.χ. την ογκολογία, τη νευρολογία, τα λοιμώδη και χρόνια νοσήματα, την αιματολογία. Οι νέες θεραπείες θα είναι γονιδιακές, κυτταρικές, συνδυασμοί θεραπειών, εξατομικευμένες για κάθε ασθενή.
Η πρόκληση για τα Ευρωπαϊκά συστήματα υγείας είναι σαφής: πως θα είναι δυνατή η πρόσβαση των ασθενών, αλλά και η χρηματοδότηση όλων αυτών των νέων επαναστατικών θεραπειών που τόσο χρειαζόμαστε; Πως θα εξασφαλιστεί η πρόσβαση στην καινοτομία που συνεπάγεται και τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας της κάθε χώρας;
Αυτή είναι η σημαντική πρόκληση του καιρού μας. Και αυτό είναι κάτι που επισημαίνεται και στην πρόσφατη έκθεση για την ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης του Μάριο Ντράγκι, καθώς η κάλυψη του «κενού» στην καινοτομία και η πρόσβαση των Ευρωπαίων πολιτών σε αυτή συνδέεται άμεσα στην ανταγωνιστικότητα των κρατών μελών.
Στη χώρα μας, σε επίπεδο πρόσβασης των ασθενών στη φαρμακευτική καινοτομία, τα νέα δεν είναι καλά. Στην Ελλάδα, οι ασθενείς δεν απολαμβάνουν τα οφέλη της φαρμακευτικής καινοτομίας το ίδιο γρήγορα με άλλους πολίτες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την πλέον πρόσφατη μελέτη της IQVIA, οι ασθενείς στην Ελλάδα δεν είχαν πρόσβαση στο 50% των καινοτόμων σκευασμάτων που πήραν άδεια κυκλοφορίας από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων κατά τα έτη 2019-2022[1], ενώ πρόσφατη μελέτη του ΣΦΕΕ δείχνει ότι το 53% των καινοτόμων θεραπειών που έρχεται την αμέσως επόμενη περίοδο, πιθανότατα δεν θα είναι διαθέσιμο στην Ελλάδα λόγω του εξαιρετικά δύσκολου εξωτερικού περιβάλλοντος. Και αυτό, δυστυχώς, συμβαίνει παρά τα σημαντικά βήματα που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια και παρά την πολύ σημαντική δουλειά που γίνεται και σε επίπεδο HTA και σε επίπεδο Επιτροπής Διαπραγμάτευσης.
Ορισμένες χώρες της Ευρώπης έχουν πετύχει να λύσουν στο ζήτημα πρόσβασης των ασθενών στις καινοτόμες θεραπείες, μέσω της δημιουργίας Ταμείων Φαρμακευτικής Καινοτομίας. Αυτό είναι κάτι που μπορεί -και πρέπει- να λειτουργήσει και στη χώρα μας. Το ιδιαιτέρως ενθαρρυντικό είναι ότι το Υπουργείο Υγείας έχει αναγνωρίσει την αναγκαιότητα της δημιουργίας ενός σχήματος μεταβατικής και ταχείας αποζημίωσης των καινοτόμων φαρμάκων και μάλιστα εξετάζει εις βάθος την υιοθέτηση βέλτιστων πρακτικών από το εξωτερικό.
Εμείς, ως καινοτόμες φαρμακευτικές επιχειρήσεις, έχουμε υπογραμμίσει τις βασικές αρχές για τη λειτουργία του «Ταμείου Φαρμακευτικής Καινοτομίας» ή του «σχήματος μεταβατικής αποζημίωσης». Αυτές είναι:
- Διαδικασία «Σάρωσης Ορίζοντα» για την ακριβή πρόβλεψη των πόρων που θα χρειαστεί το σύστημα για τη χρηματοδότηση των καινοτόμων θεραπειών που έρχονται.
- Σαφής αξιολόγηση της καινοτομίας μέσα από ένα συγκεκριμένο σύστημα κριτηρίων στα πρότυπα άλλων αντίστοιχων Ευρωπαϊκών συστημάτων.
- Πρόβλεψη επιπλέον, ξεχωριστής χρηματοδότησης από την υπάρχουσα.
- Παραμονή στο μεταβατικό σύστημα αποζημίωσης για προκαθορισμένο χρονικό διάστημα και μετάβαση στο αντίστοιχο κανάλι αποζημίωσης με την αντίστοιχη ενίσχυση του σχετικού προϋπολογισμού.
Οι παραπάνω βασικές αρχές θα πρέπει φυσικά να συνοδευτούν και από μια τεχνική συζήτηση σχετικά με το ποια φάρμακα θα έχουν τη δυνατότητα να ενταχθούν στο Ταμείο αυτό, αλλά και να καθοριστούν οι λεπτομέρειες για τη θεσμοθέτηση του συγκεκριμένου εργαλείου το ταχύτερο δυνατό.
Εξίσου σημαντικό είναι, όμως, ότι η συζήτηση αυτή δεν πρέπει να είναι απομονωμένη από τις ευρύτερες αλλαγές που χρειάζεται να γίνουν την αμέσως επόμενη περίοδο στο σύστημα υγείας και αφορούν στην ενίσχυση της χρηματοδότησης με βάση τις πραγματικές ανάγκες των ασθενών, τα αναγκαία διαρθρωτικά μέτρα και τη διόρθωση των υπαρχουσών στρεβλώσεων. Σε κάθε περίπτωση, η θεσμοθέτηση και λειτουργία ενός συστήματος μεταβατικής αποζημίωσης, ενός «Ταμείου Φαρμακευτικής Καινοτομίας» στα πρότυπα άλλων χωρών, θα πρέπει να είναι αναπόσπαστο μέρος της Συμφωνίας Πλαίσιο της βιομηχανίας με την Πολιτεία, μια συζήτηση που ευελπιστούμε να ολοκληρωθεί μέχρι τα τέλη του 2024.
Εν κατακλείδι, η πολιτεία και οι φαρμακευτικές εταιρείες θα πρέπει να συνδιαμορφώνουν ένα πλάνο δράσης που θα οδηγεί σε ένα προβλέψιμο και βιώσιμο περιβάλλον. Σε αυτή την προσπάθεια το «σχήμα μεταβατικής αποζημίωσης» θα αποτελεί ένα πολύτιμο εργαλείο αλλά όχι το μοναδικό. Η Πολιτεία θα πρέπει να έχει μια πλούσια εργαλειοθήκη που θα την βοηθά να βρει το βέλτιστο μείγμα χρηματοδοτικής ενίσχυσης και διαρθρωτικού μετασχηματισμού έτσι ώστε να επιτευχθεί η σταδιακή αποκλιμάκωση των αυτόματων επιστροφών. Το «σχήμα μεταβατικής αποζημίωσης» θα βοηθήσει, αλλά δεν θα επιλύσει όλες τις παθογένειες της φαρμακευτικής αγοράς. Η πολυπόθητη «Άνοιξη» στη φαρμακευτική αγορά θα έρθει μόνο αν ανακαλύψουμε το «μαγικό χαρμάνι» μέτρων. Για να δούμε, λοιπόν, ανοιξιάτικες μέρες στην φαρμακευτική αγορά θα πρέπει εστιάσουμε στη συμπληρωματικότητα των μέτρων και στη σωρευτική χρησιμότητά τους και όχι σε υπερεπένδυση σε ένα και μόνο μέτρο πολιτικής υγείας.
[1] Βλ. “EFPIA Patients W.A.I.T. Indicator 2023 Survey”, IQVIA, June 2024.