Έκθεση Διεθνούς Διαφάνειας: Η διαφθορά στην Ελλάδα υπονομεύει τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου
Ως μία χώρα που η διαφθορά υπονομεύει τη δημοκρατία και το κράτους δικαιού χαρακτηρίζεται η Ελλάδα, σύμφωνα με το παράρτημα της Διεθνούς Διαφάνειας, επικαλούμενο την πρόσφατη έκθεση της Κομισιόν και τις μελέτες που διεξάγει.
Σύμφωνα με το παράρτημα της Διεθνούς Διαφάνειας, το οποίο διαθέτει παραρτήματα σε περισσότερες από 120 χώρες συνεργαζόμενα με την Κομισιόν, αποτέλεσμα της παραπάνω κατάστασης στη χώρα είναι η κακοδιοίκηση, έλλειψη λογοδοσίας, οι δομικές στρεβλώσεις και η εμπέδωση αντιλήψεων ανοχής στη διαφθορά.
Στην τρίτη Έκθεση για το Κράτος Δικαίου στα Κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που δημοσιεύθηκε πρόσφατα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αναφέρονται οι ανησυχίες και πάγιες θέσεις της Διεθνούς Διαφάνειας Ελλάδος για την καταπολέμηση της διαφθοράς στη χώρα, με την ίδια οργάνωση να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου αναφορικά και με τις αποκαλύψεις για το σκάνδαλο των υποκλοπών οι οποίες «συνιστούν διολίσθηση του κράτους δικαίου».
Παράλληλα, γίνεται λόγος για «ανάγκη για αποφασιστική, ολιστική αντιμετώπιση των φαινομένων διαφθοράς» στη χώρα, με συνολικές θεσμικές μεταρρυθμίσεις και όχι με σπασμωδικές και μεμονωμένες διορθωτικές ενέργειες καθίσταται επιτακτική, όπως επιβεβαιώνεται και από τις επιμέρους διαπιστώσεις και συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Σημειώνεται ότι η Διεθνής Διαφάνεια πραγματοποιεί έρευνες όπως ο Δείκτης Αντίληψης Διαφθοράς αλλά και το Ευρωβαρόμετρο, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Αναλυτικότερα:
Δικαιοσύνη
Οι διαδικασίες διορισμού στις ανώτατες θέσεις δικαστών και εισαγγελέων συνεχίζουν να προκαλούν ανησυχίες στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Όπως αναφέρθηκε και στις προηγούμενες εκθέσεις της για το κράτος δικαίου, το σύστημα διορισμών εγείρει συγκεκριμένα ανησυχίες ότι υπόκειται σε δυνητικά ισχυρή επιρροή από την εκτελεστική εξουσία. Η σχετική νομοθεσία ορίζει ότι οι διορισμοί δικαστών και εισαγγελέων στις υψηλότερες θέσεις (όπως, επί παραδείγματι, του Προέδρου και του Αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου) γίνονται με Προεδρικό Διάταγμα, κατόπιν εισήγησης του Υπουργικού Συμβουλίου, βάσει πρότασης του Υπουργού Δικαιοσύνης και γνώμης κοινοβουλευτικού οργάνου. Ήτοι, επικρίνεται επί της ουσίας το άρθρο 90 παρ. 5 του Ελληνικού Συντάγματος, σύμφωνα με το οποίο δεν υπάρχει καμία συμμετοχή του ίδιου του δικαστικού σώματος στη διαδικασία διορισμού τους στις ανώτερες θέσεις και το γεγονός ότι οι υποψήφιοι που δεν διορίζονται δεν δικαιούνται να προσβάλλουν ενώπιον δικαστηρίου την απόφαση με την οποία δεν προτείνεται ο διορισμός τους.
Καταπολέμηση της Διαφθοράς
Επισημαίνοντας τα πρόσφατα ευρήματα του Δείκτη Αντίληψης Διαφθοράς της Διεθνούς Διαφάνειας και του Ευρωβαρόμετρου για τη Διαφθορά 2022, η τρίτη Έκθεση για το Κράτος Δικαίου στα Κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναφέρει ότι στις περιορισμένες υποθέσεις που ασκήθηκε ποινική δίωξη για διαφθορά απομένει να διαπιστωθεί ουσιαστική πρόοδος όσον αφορά την έκδοση δικαστικών αποφάσεων, τονίζοντας μάλιστα ότι δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με τις καταδίκες σε υποθέσεις διαφθοράς από ποινικά δικαστήρια, ενώ δύο ποινικές υποθέσεις που αφορούσαν σε ενεργητική δωροδοκία παραγράφηκαν εντός του 2021. Σημειώνονται, επίσης, οι ανησυχίες που έχει εκφράσει ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) σχετικά με τις έρευνες και τη νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένων των κυρώσεων για φυσικά και νομικά πρόσωπα που σχετίζονται με δωροδοκία αλλοδαπών δημοσίων λειτουργών σε διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές.
Η Έκθεση υπογραμμίζει επίσης ότι μεγάλος αριθμός δηλώσεων πόθεν έσχες υποβάλλονται, αλλά μόνο λίγες από αυτές επαληθεύονται για την ακρίβειά τους, επαναλαμβάνοντας τη σύσταση της GRECO (Group of States against Corruption, που λειτουργεί στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης) προς τη χώρα για περαιτέρω εξορθολογισμό των δηλώσεων πόθεν έσχες. Το δε Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας περιλαμβάνει την αναθεώρηση του σχετικού νομικού πλαισίου (Ν. 3213/2003), την απλοποίηση της διαδικασίας ηλεκτρονικής υποβολής και την αναβάθμιση της πλατφόρμας πληροφορικής για τη δήλωση και διαχείριση περιουσιακών στοιχείων, έως το τέλος του 2023.
Η Έκθεση υιοθετεί και τη σύσταση της GRECO αναφορικά με την καταπολέμηση της διαφθοράς στην αστυνομία, με τη διενέργεια συνολικής αξιολόγησης κινδύνου διαφθοράς, την επικαιροποίηση του κώδικα δεοντολογίας της αστυνομίας, την ενίσχυση των ελέγχων ακεραιότητας κατά την πρόσληψη προσωπικού και την παροχή ανεξάρτητης και αποτελεσματικής έρευνας για καταγγελίες κατά της αστυνομίας.
Στο συγκεκριμένο κεφάλαιο για την πάταξη της διαφθοράς, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σημειώνει, τέλος, ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να στερείται ολοκληρωμένου νομοθετικού πλαισίου για την προστασία των whistleblowers και ότι δεν έχει ακόμη ενσωματώσει την Οδηγία EE 2019/1937 για την προστασία τους[6]. Σχετικές συστάσεις προς τη χώρα έχουν απευθύνει τόσο ο ΟΟΣΑ για τους καταγγέλλοντες στις περιπτώσεις δωροδοκίας αλλοδαπών, όσο και η GRECO την προστασία των εντός της αστυνομίας καταγγελλόντων.
Πολυφωνία και Ελευθερία των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης
Δεν υπήρξαν σημαντικές αλλαγές στο νομικό πλαίσιο που διέπει το Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο ως ρυθμιστική αρχή των μέσων ενημέρωσης και εξακολουθούν να υπάρχουν ανησυχίες σχετικά με την οικονομική ικανότητα και τους ανθρώπινους πόρους της, υπογραμμίζει η Έκθεση. Για αυτούς τους λόγους, το Media Pluralism Monitor (MPM 2022) θεωρεί την ανεξαρτησία και την αποτελεσματικότητα της αρχής ως μεσαίου κινδύνου.
Επιπλέον, ανησυχίες εγείρει η κατανομή της επιχορήγησης της κρατικής διαφήμισης. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την Έκθεση, η έλλειψη διαφάνειας στην κατανομή των κρατικών επιχορηγήσεων στα μέσα ενημέρωσης επισημάνθηκε τόσο από τη Media Freedom Rapid Response (MFRR) όσο και από το Media Pluralism Monitor 2022 (MPM 2022), εστιάζοντας ιδίως στην εκστρατεία ευαισθητοποίησης για την υγεία κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19. Λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με την υλοποίηση της δημόσιας σύμβασης, καθώς και τα κριτήρια που εφαρμόσθηκαν για την κατανομή των ποσών, δεν έχουν γνωστοποιηθεί πλήρως. Αναφορά γίνεται και στο σχετικό αίτημα του Vouliwatch, που απορρίφθηκε σιωπηρά από τις αρχές. Τον Φεβρουάριο του 2022, το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών έκρινε την απόρριψη αυτή ως παράνομη και διέταξε την αναπομπή της υπόθεσης στη Διοίκηση. Μετά την απόφαση του Διοικητικού Εφετείου, η Εθνική Αρχή Διαφάνειας αποφάνθηκε ότι το Vouliwatch δεν θεμελιώνει νόμιμο δικαίωμα πρόσβασης στην απαιτούμενη τεκμηρίωση.
Ανησυχίες διατυπώνονται και σχετικά με την πολιτική επιρροή που δύναται να ασκήσει ο τρόπος διορισμού των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΡΤ, καθώς τα μέλη του διορίζονται από τον αρμόδιο για τα μέσα μαζικής ενημέρωσης Υπουργό, κατόπιν γνωμοδότησης της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής επί της εισήγησης του Υπουργού. Το Media Pluralism Monitor (MPM 2022) αξιολογεί τη συγκεκριμένη πρακτική ως υψηλού κινδύνου.
Οι επιθέσεις και οι απειλές κατά δημοσιογράφων συνεχίζονται και η ασφάλεια στο επαγγελματικό περιβάλλον τους έχει επιδεινωθεί περαιτέρω. Σημειώνεται ότι, από τη δημοσίευση της Έκθεσης για το Κράτος Δικαίου του 2021 και μέχρι τη δημοσίευση αυτής του 2022, είχαν δημοσιευθεί 16 προειδοποιήσεις για την Ελλάδα στην πλατφόρμα του Συμβουλίου της Ευρώπης για την ανάγκη ενίσχυσης της προστασίας της δημοσιογραφίας και της ασφάλειας των δημοσιογράφων σε σχέση με επιθέσεις βίας, απειλές και αυθαίρετες κρατήσεις τους. Οι δημοσιογράφοι συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν ποινικές διώξεις για συκοφαντική δυσφήμιση ή για παραβίαση του απορρήτου και προσωπικών δεδομένων. Αναφορά γίνεται και σε Έλληνα δημοσιογράφο που έγινε στόχος λογισμικού παρακολούθησης τύπου Pegasus (Predator), καθώς και σε άλλο που φέρεται να παρακολουθείτο από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ).
Η Έκθεση αναφέρει ότι η Media Freedom Rapid Response (MFRR) τόνισε τις νομικές απειλές ως σημαντικό πρόβλημα για την ελευθερία των μέσων μαζικής ενημέρωσης στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένων των στρατηγικών αγωγών (Strategic lawsuits against public participation – SLAPP), που στοχεύουν ως επί το πλείστον αντιπολιτευόμενα ΜΜΕ και δημοσιογράφους που προβάλλουν ζητήματα διαφθοράς. Τέτοιες νομικές απειλές μπορεί να οδηγήσουν σε αυτολογοκρισία και θέτουν πρόσθετο οικονομικό κίνδυνο για τα ΜΜΕ και τους δημοσιογράφους, που ήδη στερούνται επαρκών πόρων.
Το Media Pluralism Monitor (MPM 2022) έχει επισημάνει, σύμφωνα με την Έκθεση, την επιδείνωση των συνθηκών που αντιμετωπίζουν οι δημοσιογράφοι ως ζήτημα που παρουσιάζει αυξημένο κίνδυνο. Έχουν εκφραστεί ανησυχίες για το δικαίωμα των δημοσιογράφων να διαδίδουν πληροφορίες γενικού ενδιαφέροντος, που απορρέουν από τη νέα νομοθεσία που τροποποιεί το άρθρο 191 του Ποινικού Κώδικα, ορίζοντας ότι όποιος δημόσια ή μέσω του διαδικτύου διαδίδει ή διασπείρει με οποιονδήποτε τρόπο ψευδείς ειδήσεις που είναι ικανές να προκαλέσουν ανησυχίες ή φόβο στους πολίτες ή να κλονίσουν την εμπιστοσύνη του κοινού στην εθνική οικονομία, στην αμυντική ικανότητα της χώρας ή στη δημόσια υγεία θα τιμωρείται.
Θεσμικοί Έλεγχοι & Ισορροπίες
Η τρίτη Έκθεση για το Κράτος Δικαίου στα Κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναδεικνύει το πρόβλημα του ενίοτε μη επαρκούς χρόνου δημόσιας διαβούλευσης επί νομοσχεδίων, καθώς και της εκτεταμένης χρήσης ταχείας νομοθετικής διαδικασίας από την Κυβέρνηση, το οποίο επισημαίνεται και από το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Εθνικών Ιδρυμάτων Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ENNHRI).
Την 1η Ιουλίου 2022, η Ελλάδα είχε 30 αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σε εκκρεμότητα εφαρμογής. Η παλαιότερη απόφαση της οποίας η εφαρμογή εκκρεμεί (επί 18 χρόνια) αφορά την πρόσβαση και την αποτελεσματική λειτουργία της Δικαιοσύνης, λόγω της μη και της καθυστερημένης εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων.
Τέλος, στο κεφάλαιο για τους Θεσμικούς Ελέγχους & Ισορροπίες σημειώνεται ότι οι απαιτήσεις του νόμου του 2020 για την εγγραφή στο σχετικό μητρώο οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών που δραστηριοποιούνται ειδικά στον τομέα του ασύλου, της μετανάστευσης και της κοινωνικής ένταξης συνεχίζουν να εγείρουν ανησυχίες και ότι το θέμα εκκρεμεί ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Συστάσεις για την Ελλάδα που περιλαμβάνονται στην Έκθεση
Εκτός από την υπενθύμιση των δεσμεύσεων που αναλήφθηκαν στο πλαίσιο του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, η Έκθεση περιλαμβάνει και τις κάτωθι συστάσεις:
- Να συμμετέχει η δικαστική εξουσία στον διορισμό των ανώτατων δικαστικών λειτουργών, σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά πρότυπα.
- Να διασφαλίζεται η αποτελεσματική και συστηματική επαλήθευση της ακρίβειας των δηλώσεων πόθεν έσχες.
- Να ενταθούν οι προσπάθειες για τη συστηματική καταγραφή των ποινικών διώξεων και των τελεσίδικων αποφάσεων σε υποθέσεις διαφθοράς.
- Να θεσπισθούν νομοθετικές και άλλες διασφαλίσεις για την ενίσχυση της φυσικής ασφάλειας και του εργασιακού περιβάλλοντος των δημοσιογράφων, σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά πρότυπα.
- Να διασφαλισθεί ότι οι απαιτήσεις εγγραφής στο σχετικό μητρώο για τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών είναι αναλογικές, λαμβανομένης ιδίως υπόψη της ανάγκης της διατήρησης ενός ανοιχτού πλαισίου για τη λειτουργία τους.
Πρόσφατα Γεγονότα που Συνιστούν Διολίσθηση του Κράτους Δικαίου στην Ελλάδα: το χρονικό προαναγγελθέντων αποτυχιών
Δεδομένου ότι η ποιότητα του κράτους δικαίου είναι αλληλένδετη με την ποιότητα της δημοκρατίας και την αποτελεσματικότητα της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η Διεθνής Διαφάνεια Ελλάς οφείλει να αναδείξει τη θεσμική διάσταση γεγονότων που έλαβαν χώρα στην Ελλάδα κατά την τελευταία τριετία και τα οποία συντέλεσαν στη διολίσθηση του κράτους δικαίου. Σκοπός είναι να καταδειχθεί ότι η επίτευξη ενός Εθνικού Συστήματος Ακεραιότητας, όπως το έχει περιγράψει η Διεθνής Διαφάνεια Ελλάς ήδη από το 2012, απαιτεί συνολικές θεσμικές μεταρρυθμίσεις και όχι σπασμωδικές και μεμονωμένες ενέργειες, ενίοτε κιόλας προς εξυπηρέτηση κοντόφθαλμων σκοπιμοτήτων και κομματικών συμφερόντων.
Ενδεικτικά:
Ένας από τους πρώτους νόμους που ψήφισε η παρούσα Κυβέρνηση άμα τη αναλήψει των καθηκόντων της ήταν ο Ν. 4622/2019 «Επιτελικό Κράτος: οργάνωση, λειτουργία και διαφάνεια της Κυβέρνησης, των κυβερνητικών οργάνων και της κεντρικής δημόσιας διοίκησης», δυνάμει του οποίου τα κρατικά ΜΜΕ και η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ) εποπτεύονται από πολιτικά πρόσωπα των οποίων προΐσταται απευθείας ο Πρωθυπουργός. Με τον ίδιο νόμο ιδρύθηκε η Εθνική Αρχή Διαφάνειας (ΕΑΔ), που απορρόφησε πλείστους ελεγκτικούς φορείς με αρμοδιότητα την καταπολέμηση της εν ευρεία έννοια διαφθοράς, προκειμένου να δοθεί λύση στα ζητήματα της αλληλοεπικάλυψης αρμοδιοτήτων και της έλλειψης συντονισμού δράσης των εν λόγω φορέων. Δεδομένης της φύσης της Αρχής ως ανεξάρτητης βάσει νομοθετικής -και όχι συνταγματικής- κατοχύρωσης, η επιλογή του Συμβουλίου Διοίκησης και του Διοικητή της Αρχής λαμβάνει χώρα ουσιαστικά από την Κυβέρνηση.
Οι ανωτέρω ρυθμίσεις συντελούν ενδεχομένως στη δημιουργία ενός «επιτελικού κράτους», όχι όμως και στη δημιουργία ενός κράτους με θεσμούς ανεξάρτητους και υποκείμενους σε λογοδοσία.
Η εξέλιξη της λειτουργίας των παραπάνω ενδεικτικά αναφερόμενων θεσμών στη χώρα αποτέλεσε και αποτελεί αντικείμενο σφοδρής κριτικής τόσο από φορείς στο εσωτερικό όσο και από ευρωπαϊκούς και διεθνείς φορείς με σχετικές αρμοδιότητες.
Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης
Η μέχρι σήμερα άρνηση της Κυβέρνησης και της Διοίκησης να δημοσιοποιήσει τα κριτήρια βάσει των οποίων αποφασίστηκε το ύψος του ποσού που δόθηκε στα ΜΜΕ της «Λίστας Πέτσα», καθώς και τα κριτήρια επί των οποίων κάποια ΜΜΕ αποκλείστηκαν από τη χρηματοδότηση, απέχει από κάθε έννοια διαφάνειας, λογοδοσίας και χρηστής διακυβέρνησης, δεδομένου ότι αφορά ιλιγγιώδους ύψους κρατικά κονδύλια, προϊόν μόχθου των φορολογούμενων πολιτών.
Οι έντονες ανησυχίες που εκφράζονται στην Έκθεση για το Κράτος Δικαίου στα Κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης 2022 για την ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα επιβεβαιώνονται από την κατακρήμνιση της χώρας στον Δείκτη Ελευθερίας του Τύπου για το 2022 (Press Freedom Index 2022), σύμφωνα με τον οποίο βρέθηκε στην 108η θέση της παγκόσμιας κατάταξης μεταξύ 180 χωρών συνολικά, δηλαδή υποχώρησε κατά 38 θέσεις σε σχέση με το έτος 2021, ευρισκόμενη στην τελευταία θέση ανάμεσα στα Κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών
Πριν έρθει στη δημοσιότητα η πρόσφατη υπόθεση των υποκλοπών με πρωταγωνίστρια την ΕΥΠ, ο φορέας είχε λάβει αρνητική δημοσιότητα ήδη από τον Αύγουστο του 2019, όταν ψηφίστηκε από την Κυβέρνηση τροπολογία με την οποία προβλέφθηκαν αλλαγές σε ό,τι αφορά τα προσόντα που απαιτούνται για τον διορισμό του Διοικητή της ΕΥΠ, ώστε να διοριστεί πρόσωπο εμπιστοσύνης της Κυβέρνησης. Σύμφωνα με τη ρύθμιση, δεν ήταν απαραίτητη πλέον η κατοχή πανεπιστημιακού πτυχίου για το πρόσωπο που θα αναλάμβανε τη συγκεκριμένη θέση, δεδομένου ότι ο προοριζόμενος για Διοικητής δεν διέθετε πανεπιστημιακό πτυχίο, ενώ σφοδρή κριτική είχε ασκηθεί και για τη συνάφεια της επαγγελματικής εμπειρίας του με το αντικείμενο του φορέα.
Κατόπιν της αποκάλυψης της πρόσφατης υπόθεσης των υποκλοπών, με εξίσου σπασμωδικό τρόπο, ήτοι με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, προβλέφθηκε ότι ο διορισμός του Διοικητή της ΕΥΠ διενεργείται μετά από γνώμη της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής. Επίσης, προβλέφθηκε ότι, εκτός από την άδεια του Εισαγγελέα της ΕΥΠ για την άρση απορρήτου επιστολών και τηλεφωνικής ή άλλης επικοινωνίας, καθώς και καταγραφή δραστηριότητας προσώπων με ειδικά τεχνικά μέσα και ιδίως με συσκευή ήχου και εικόνας εκτός κατοικίας, θα απαιτείται και έγκριση του Εισαγγελέα Εφετών. Παρά τις σφοδρές επικρίσεις, η Κυβέρνηση διατήρησε την τροπολογία, η οποία ψηφίστηκε το Μάρτιο του 2021 και με την οποία καταργήθηκε η υποχρεωτική ενημέρωση των παρακολουθούμενων μετά τη λήξη της παρακολούθησης, που ίσχυε ανελλιπώς από το 1994 ως σύμφωνη με τα οριζόμενα στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).
Τα ανωτέρω αποτελούν όχι μόνο κακές νομοθετικές πρακτικές, επικριθείσες μεταξύ άλλων και στην πρόσφατη Έκθεση για το Κράτος Δικαίου, αλλά και εκ του προχείρου κυβερνητικές παρεμβάσεις σε έναν θεσμό του οποίου η ανεξάρτητη και εύρυθμη λειτουργία είναι καίριας σημασίας για τη διασφάλιση των ζωτικότερων εθνικών συμφερόντων.
Εθνική Αρχή Διαφάνειας
Την ίδρυση της Αρχής, το 2019, είχε χαιρετίσει ένθερμα η Διεθνής Διαφάνεια Ελλάς, ενώ και στον Δείκτη Αντίληψης Διαφθοράς της Διεθνούς Διαφάνειας για το 2019 είχε αξιολογηθεί θετικά η ίδρυσή της. Ωστόσο, ήδη από τότε, η Διεθνής Διαφάνεια Ελλάς είχε επικρίνει στο σχετικό Δελτίο Τύπου της την εν τοις πράγμασι έλλειψη ανεξαρτησίας της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, δεδομένου ότι το Συμβούλιο Διοίκησης και ο Διοικητής της επιλέγονται κατ’ ουσίαν μόνο από την Κυβέρνηση.
Συγκεκριμένα, αναφορικά με την επιλογή του Συμβουλίου Διοίκησης, σύμφωνα με τον ισχύοντα νόμο, η Κυβέρνηση δύναται να επιλέξει όποια πέντε πρόσωπα επιθυμεί από τη λίστα τον δέκα καλύτερων υποψηφίων του διαγωνισμού, που καταρτίζει το Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ). Εν συνεχεία, το Υπουργικό Συμβούλιο υποβάλλει κάθε έναν από τους επιλεγέντες προς έγκριση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, στην οποία πλειοψηφούν οι βουλευτές της Κυβέρνησης.
Σύμφωνα με τον νόμο, κατά την πρώτη λειτουργία της Αρχής, ο Διοικητής προτάθηκε απευθείας από τον Πρωθυπουργό και διορίσθηκε με απόφαση του ιδίου, ύστερα από έγκριση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής. Δυο χρόνια αργότερα, σύμφωνα με την εκ του νόμου προβλεπόμενη διαδικασία, η θέση προκηρύχθηκε και διορίσθηκε εκ νέου για δεύτερη θητεία ο πρώτος Διοικητής της ΕΑΔ. Σήμερα, δυο μήνες περίπου μετά την παραίτηση του Διοικητή της ΕΑΔ, ένα έτος μετά την ανανέωση της θητείας του, δεν έχει κινηθεί ακόμη η διαδικασία για την αντικατάστασή του.
Στα τρία χρόνια της λειτουργίας της, η ΕΑΔ δεν έχει αναδείξει σημαντικές υποθέσεις διαφθοράς τις οποίες να έχει διαλευκάνει, ενώ σε υποθέσεις υψηλής πολιτικής στάθμης οι ενέργειες και τα πορίσματα των ερευνών της επικρίθηκαν ως αναποτελεσματικές τόσο από φορείς στο εσωτερικό της χώρας όσο και από ευρωπαϊκούς και διεθνείς φορείς με σχετικές αρμοδιότητες.
Ωστόσο, η ανεξαρτησία μιας ελεγκτικής αρχής που καλείται να διερευνήσει υποθέσεις διαφθοράς ενίοτε διαπραττόμενης από ισχυρά συμφέροντα πρέπει να θωρακίζεται πρωτίστως από τον νόμο. Η ανάγκη άμεσης τροποποίησης της διαδικασίας επιλογής του Συμβουλίου Διοίκησης και του Διοικητή της ΕΑΔ είναι επιτακτική.
Συμπερασματικά
Η διαφθορά υπονομεύει τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου, προκαλώντας ένα φαύλο κύκλο όπου οι αδύναμοι θεσμοί καθίστανται αναποτελεσματικοί στην καταπολέμηση της διαφθοράς, με αναπόφευκτα επακόλουθα την κακοδιοίκηση, την έλλειψη λογοδοσίας, τις δομικές στρεβλώσεις και την εμπέδωση αντιλήψεων ανοχής στη διαφθορά.
Η χώρα μας οφείλει να γυρίσει σελίδα και να οικοδομήσει ακέραιους θεσμούς, θωρακισμένους έναντι στην πάσης φύσεως διαφθορά. Η Διεθνής Διαφάνεια Ελλάς παραμένει αταλάντευτος αρωγός της χώρας σε αυτή την προσπάθεια».