ΕΚΤ: Νέα μείωση των επιτοκίων της κατά 25 μονάδες βάσης - Σημάδια αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού
Χωρίς να κάνει την έκπληξη, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, αποφάσισε σήμερα να μειώσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ανακοίνωσε σήμερα, Μεγάλη Πέμπτη, νέα μείωση των βασικών επιτοκίων της κατά 25 μονάδες βάσης, ως απάντηση στις αυξανόμενες εμπορικές εντάσεις που προκαλεί η επιβολή δασμών από τις ΗΠΑ σε Ευρώπη και Κίνα.
Πιο συγκεκριμένα, από τις 23 Απριλίου 2025, το επιτόκιο διευκόλυνσης καταθέσεων διαμορφώνεται στο 2,25%, το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης στο 2,40% και το επιτόκιο της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης στο 2,65%.
Πρόκειται για την έβδομη συνεχόμενη μείωση επιτοκίων από την ΕΚΤ, από τον Ιούνιο του 2024, παρά τις προβλέψεις για προσωρινή παύση της νομισματικής χαλάρωσης. Η απόφαση της ΕΚΤ επιδιώκει να μετριάσει τις αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομική ανάπτυξη που προκαλούν οι αμερικανικοί εμπορικοί δασμοί.
Επιφυλάξεις Λαγκάρντ
Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ διατηρεί επιφυλακτική στάση και είναι απίθανο να δώσει ξεκάθαρες ενδείξεις για τις επόμενες κινήσεις, λόγω της συνεχιζόμενης αβεβαιότητας από τις εμπορικές διαπραγματεύσεις.
Σύμφωνα με την ΕΚΤ, ο πληθωρισμός εμφανίζει σημάδια σταθεροποίησης, με τον βασικό και μετρητικό πληθωρισμό να μειώνονται τον Μάρτιο του 2025. Ειδικότερα, ο πληθωρισμός στις υπηρεσίες έχει επίσης υποχωρήσει αισθητά.
Η αύξηση των μισθών επιβραδύνεται, περιορίζοντας τον αντίκτυπο στον πληθωρισμό, ενώ η οικονομία της ευρωζώνης παρουσιάζει κάποια ανθεκτικότητα απέναντι στις διεθνείς πιέσεις. Ωστόσο, οι προοπτικές ανάπτυξης επιβαρύνονται από τις εντεινόμενες εμπορικές διαμάχες, την αυξημένη αβεβαιότητα και την αστάθεια των αγορών.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ επιβεβαιώνει την προσήλωσή του στον στόχο για πληθωρισμό στο 2%, ακολουθώντας μια ευέλικτη και data-driven προσέγγιση, χωρίς δέσμευση σε συγκεκριμένη πορεία επιτοκίων. Οι μελλοντικές αποφάσεις θα βασίζονται σε νέα οικονομικά στοιχεία, την εξέλιξη του υποκείμενου πληθωρισμού και την αποτελεσματικότητα της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής.