Εφαρμογή ανιχνεύει αποτελεσματικότερα από τα rapid tests τον κορονοϊό
Ένας νέος τρόπος να διαγνωστεί ο κορονοϊός στους ασθενείς φαίνεται πως έχει εντοπιστεί μέσω μίας νέας εφαρμογής, η οποία μέσω ενός αλγορίθμου εντοπίζει αλλαγές στη φωνή τους.
Η συγκεκριμένη εφαρμογή θα μπορούσε να είναι μία καλή εναλλακτική για τα rapid tests, σύμφωνα με τους επιστήμονες από το πανεπιστήμιο «Maastricht» της Ολλανδίας, εφόσον οι μέχρι τώρα δοκιμές έχουν δείξει ότι μπορεί να ανιχνεύσει με ακόμα μεγαλύτερη ακρίβεια και ταχύτητα τον κορονοϊό, χωρίς την ταλαιπωρία των τεστ πλευρικής ροής.
Πώς λειτουργεί η εφαρμογή
Οι χρήστες, μόλις κατεβάσουν την εφαρμογή, θα καλούνται να συμπληρώσουν το ιατρικό τους ιστορικό, όπως επίσης και άλλα στοιχεία όπως είναι το φύλο, η ηλικία τους και το αν καπνίζουν ή όχι.
Στη συνέχεια, θα πρέπει να ηχογραφήσουν μέσω της εφαρμογής μία σειρά από ήχους, που περιλαμβάνoυν το βήχα και την ανάγνωση μίας σύντομης πρότασης. Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κορονοϊός επηρεάζει το ανώτερο αναπνευστικό σύστημα αλλά και τις φωνητικές χορδές των ασθενών, η εφαρμογή αυτή μπορεί να εντοπίσει τις αλλαγές στη φωνή και στο βήχα, μέσα από ένα μοντέλο τεχνητής νοημοσύνης.
Μέσα από αυτή την τεχνική ανάλυση, η οποία ονομάζεται σπεκτόγραμμα Μελ, η εφαρμογή μπορεί να διαχωρίσει και να αναλύσει ξεχωριστά τα διάφορα στοιχεία της φωνής των χρηστών και να εντοπίσει διαφορές σε σχέση με το αρχικό δείγμα.
Ξεπερνά τα rapid test σε ακρίβεια
Σύμφωνα με τα όσα μεταδίδει το τηλεοπτικό δίκτυο «Sky News», οι πρώτες δοκιμές με δείγμα 4.352 ανθρώπους, έδειξαν ότι η συγκεκριμένη εφαρμογή διέγνωσε τους συμμετέχοντες που ήταν θετικοί στον κορονοϊό, με ακρίβεια που άγγιξε το 89%.
Οι ειδικοί από την πλευρά τους τονίζουν ότι η συγκεκριμένη εφαρμογή μία οικονομική, γρήγορη και ανώδυνη μέθοδο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί από ασθενείς που δε βρίσκονται κοντά σε κάποιο διαγνωστικό κέντρο.
«Τα αποτελέσματα της μελέτης δείχνουν μία σημαντική βελτίωση στην ακρίβεια σε σχέση με τα rapid tests. Μπορεί τα rapid tests να έχουν ακρίβεια 99,5%, αλλά η ευαισθησία τους είναι αρκετά χαμηλή, στο 56%. Αυτό σημαίνει ότι αρκετοί άνθρωποι που βγαίνουν αρνητικοί, στην πραγματικότητα έχουν μολυνθεί από τον κορονοϊό», εξήγησε η Γουάφα Αλιχμπάουι, εκ των ερευνητών.