Η φυτεία Μύρτιλλου στη Δράμα...και οι ελαιώνες των Λευκών Ορέων
Ο Χάρης σπούδασε διεθνείς σχέσεις στο Πανεπιστήμιο Columbia της Νέας Υόρκης αλλά σήμερα είναι βιοκαλλιεργητής στην Κρήτη. Ο Νίκος και ο Γιάννης από τη Δράμα, αντίστοιχα πρώην παλαιστής και μηχανολόγος - ηλεκτρολόγος, αντί να ακολουθήσουν την επαγγελματική πεπατημένη, επέλεξαν να καλλιεργήσουν βιολογικά, στο εύκρατο μεσογειακό κλίμα, ένα φυτό που - συνήθως - προτιμά τις πολικές θερμοκρασίες της Σιβηρίας.
Οι τρεις τους ασχολήθηκαν με τη βιοκαλλιέργεια και την παραγωγή βιολογικών προϊόντων, είτε επειδή τη βλέπουν ως όνειρο ζωής, είτε διότι είδαν την ενασχόληση αυτή - αρχικά τουλάχιστον - σαν πείραμα. Δεν ανήκουν στην ομάδα των παραγωγών, που απλά δελεάστηκαν από τις επιδοτήσεις, οι οποίες "τρέχουν" μέσω πενταετών προγραμμάτων.
Οι τελευταίοι, άλλωστε, δεν "κρατούν" πολύ στο χώρο. Κι αυτό επειδή η βιοκαλλιέργεια - όπως λένε - είναι πάνω από όλα απαιτητική, το κόστος πιστοποίησης των προϊόντων της παραμένει υψηλό, τα εργατικά αυξημένα και τα διαθέσιμα δίκτυα διανομής, βιολογικά φάρμακα, λιπάσματα και σπόροι είναι συχνά λιγοστά.
Τι δείχνουν τα επίσημα στοιχεία
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στατιστικά στοιχεία, που έθεσε στη διάθεση του ΑΠΕ-ΜΠΕ η Διεύθυνση Βιολογικής Γεωργίας, οι βιολογικά καλλιεργούμενες εκτάσεις στην Ελλάδα ανέρχονταν το 2008 στα 3,178 εκατομμύρια στρέμματα, έναντι 2,798 εκατ. το 2007, περίπου 3,02 εκατ. το 2006 και 2,88 εκατ. το 2005 (συμπεριλαμβανομένων αυτών του μεταβατικού σταδίου, καθώς και βοσκοτόπων/θαμνότοπων, έκτασης 1,3 εκατ. στρεμμάτων για το 2008).
Πάντως, αν στις καλλιεργούμενες εκτάσεις παρατηρείται - τα τελευταία χρόνια - σχετική στασιμότητα, δε συμβαίνει το ίδιο με τον αριθμό των παραγωγών και των μεταποιητών: από περίπου 9.000 το 2004, οι εγγεγραμμένοι παραγωγοί βιολογικών προϊόντων απογειώθηκαν στους 24.729 το 2007 και στους 25.098 το 2008, ενώ οι μεταποιητές έφτασαν πρόπερσι τους 23.741. Σε 314 ανέρχονταν το 2008 οι εγγεγραμμένοι παραγωγοί-μεταποιητές.
Πάντως, πολλοί παραγωγοί που ασχολήθηκαν με βιοκαλλιέργειες μόνο για να εισπράξουν επιδοτήσεις, δεν αποκλείεται να τούς γυρίσουν την πλάτη μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα, εξαιτίας της λήξης τους. Αυτό υποστήριξε ο Μπάμπης Τσοκανής, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ενώσεων Βιοκαλλιεργητών, που αριθμεί περίπου 4.000 με 5.000 μέλη, κι ενώ το σύνολο των βιοκαλλιεργητών της χώρας εκτιμάται πως κυμαίνεται μεταξύ 25.000 και 30.000 ατόμων.
Ορισμένα πωλούνται και ως συμβατικά!
Όπως δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Τσοκανής, οι "ταγμένοι" Έλληνες βιοκαλλιεργητές δεν είναι τόσο υπέρ των επιδοτήσεων καθαυτών, όσο της χρηματοδότησης της έρευνας και της μεταφοράς τεχνογνωσίας, αλλά και της στήριξης της Πολιτείας για το κόστος πιστοποίησης και την προώθηση των ελληνικών βιολογικών προϊόντων στο εξωτερικό.
Οι καλλιεργητές ζητούν η επιδότηση να συνδέεται με την παραγωγή - κι όχι να υπολογίζεται ανά στρέμμα (ώστε να είναι βέβαιο ότι ο καλλιεργητής όντως παράγει). Παράλληλα, χαρακτηρίζουν υψηλό το κόστος της πιστοποίησης. "Κυμαίνεται μεταξύ 5 και 30 ευρώ το στρέμμα, αναλόγως προϊόντος, χωρίς να συνυπολογίζεται η αμοιβή του τεχνικού συμβούλου, που θα χρειαστεί ο παραγωγός", ανέφερε ο κ. Τσοκανής.
Κατά τον ίδιο, ο κλάδος αντιμετωπίζει αρκετά προβλήματα, για τα οποία ευθύνεται τόσο η "ανοργανωσιά" των βιοκαλλιεργητών, όσο και η έλλειψη ουσιαστικής στήριξης από την Πολιτεία. Ακόμη και η διάρθρωση των καλλιεργειών είναι τέτοια, που άλλα είδη λείπουν από την ελληνική αγορά και γίνονται εισαγωγές και άλλα πλεονάζουν, με αποτέλεσμα οι αγρότες να αναγκάζονται να τα πουλήσουν ως... συμβατικά, ώστε να μην μείνουν αδιάθετα στις αποθήκες.
Ελαιώνες το 50% των καλλιεργούμενων στρεμμάτων
"Με μια πρόχειρη εκτίμηση, το 50% των βιολογικών καλλιεργειών σε στρέμματα αφορά ελαιώνες, περίπου το 20% αμπελώνες και παραγωγή κρασιού και 10% εσπεριδοειδή, ενώ υπάρχουν και τα δημητριακά/κτηνοτροφικά φυτά. Λιγότερο από το 5% των καλλιεργούμενων στρεμμάτων είναι κηπευτικά και ένα 2%-3% αρωματικά φυτά", πρόσθεσε ο κ. Τσοκανής.
Ποιο είναι το αποτέλεσμα; Τα ελληνικά κηπευτικά (για παράδειγμα, πατάτα, κρεμμύδι, τομάτα) λείπουν από τα ράφια και οι καταναλωτές τρώνε εισαγόμενα (π.χ. από νότια Αμερική). Το λάδι αντίθετα - στο οποίο στρέφεται η πλειοψηφία των βιοκαλλιεργητών - περισσεύει και συχνά καταλήγει να πωλείται ως… συμβατικό. Σύμφωνα με τον κ. Τσοκανή, ελαιώνες και αμπέλια είναι πιο "εύκολες" καλλιέργειες, ενώ αντίθετα τα κηπευτικά απαιτούν τεχνογνωσία και έχουν πολύ αυξημένα εργατικά κόστη.
Τα στοιχεία από τη Διεύθυνση Βιολογικής Γεωργίας του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης πιστοποιούν ότι ελιές και αμπέλια κυριαρχούν μεταξύ των πολυετών καλλιεργειών, καθώς το 2008 καλλιεργούνταν βιολογικά (συμπεριλαμβανομένου του μεταβατικού σταδίου) 641.362 και 50.237 στρέμματα αντίστοιχα.
Μεταξύ των αροτραίων, κυρίαρχη θέση κατέχουν τα δημητριακά, με 441.145 στρέμματα, ενώ τα βιολογικά καλλιεργούμενα ενεργειακά φυτά (από ελαιούχους σπόρους, ηλιοτρόπια, σόγια και λιναρόσπορο μέχρι βαμβάκι και καπνό), ανέρχονται σε 46.247 στρέμματα.
Από το Columbia της Νέας Υόρκης στους… ελαιώνες των Λευκών Ορέων
Στις Γούρνες του Ηρακλείου, ο παράδεισος έχει έκταση... 70 στρεμμάτων. Εκεί, ο Χάρης Λαουμτζής και η οικογένειά του ζουν ανάμεσα στις βιολογικά καλλιεργούμενες ελιές τους και τις μυρωδιές των αυτοφυών βοτάνων στα βουνά της Κρήτης: θυμάρι, φασκόμηλο, δίκταμο Λευκών Ορέων...
«Άλλος τρόπος ζωής εδώ», παρατηρεί ο Χάρης, πατέρας δύο παιδιών, που μπορεί να σπούδασε διεθνείς σχέσεις στο πανεπιστήμιο Columbia, αλλά πάντα ήθελε να επιστρέψει σ’ αυτό το κτήμα, όπου μεγάλωσε. Επόμενος στόχος του, αποκαλύπτει, είναι να κάνει το κτήμα επισκέψιμο.
«Οι επιδοτήσεις σε σχέση με άλλες χώρες είναι σίγουρα μικρές στην Ελλάδα, αλλά εγώ ξεκίνησα από την αρχή χωρίς να τις έχω στο νου μου. Άλλοι, που τις είχαν, τα παρατήσανε», ανέφερε, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Οι δυσκολίες; Πολλές. Για παράδειγμα, το κόστος πιστοποίησης φτάνει στην περίπτωση των καλλιεργειών του Χάρη στα 600 ευρώ ετησίως, κι αυτό ενώ ο ελαιώνας του - λόγω καιρού - εδώ και δύο χρόνια δεν παράγει λάδι.
Μετανιώνει πού άφησε την προοπτική μιας καριέρας στις διεθνείς σχέσεις, ώστε να ασχοληθεί με τη βιοκαλλιέργεια; «Δεν μετανιώνω καθόλου. Η οικογένειά μου ζει και μεγαλώνει σε ένα τέτοιο περιβάλλον», τόνισε, μιλώντας χαμηλόφωνα, ώστε να μην ξυπνήσει τη λίγων μηνών κορούλα του.
Δραμινή βότκα και αφέψημα από… σιβηρικά μύρτιλλα
Στους πρόποδες του Παγγαίου, στη Δράμα, ριζώνουν χιλιάδες φυτά φερμένα από τη Σιβηρία. Πρόκειται για την πρώτη και μοναδική φυτεία μύρτιλλου (blueberry) στην Ελλάδα, την οποία δημιούργησαν ο 55χρονος Νίκος Παπουτσής και ο 32χρονος γιος του, Γιάννης, σε έκταση 42 στρεμμάτων, σε Καλαμπάκι και Κουδούνια.
Το μύρτιλλο, ένας φυσικός "θησαυρός" αντιοξειδωτικών, συναντάται αυτοφυές στο Δάσος Ελατιάς, οπότε τα νεαρά φυτά δεν δυσκολεύονται να προσαρμοστούν στη Δράμα. Η οικογένεια Παπουτσή πωλεί τα μύρτιλλα νωπά, αποξηραμένα και μεταποιημένα σε μαρμελάδες και χυμούς, ενώ «φάρμακο» θεωρείται το αφέψημα των φύλλων.
Όπως δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πατέρας Παπουτσής, στόχος είναι η επέκταση της φυτείας κατά 270 στρέμματα, αρχικά στα Κύργια (Δράμας) και ακολούθως σε Νευροκόπι και Παρανέστι, αλλά και η δημιουργία μικρού εργοστασίου, με χρηματοδότηση από αναπτυξιακά προγράμματα.
Τα προϊόντα της εταιρίας διατίθενται σε 480-500 καταστήματα βιολογικών/παραδοσιακών προϊόντων πανελληνίως, ενώ η επιχείρηση βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με τρεις αλυσίδες σούπερ μάρκετ, ώστε να βάλει φέτος τα μύρτιλλα στις προθήκες τους.
"Σύντομα, πιστοποιούμε το πρώτο βιολογικό λικέρ από μύρτιλλο, ενώ στόχος είναι να φτιάξουμε και βότκα με blueberry", εξήγησε ο κ. Παπουτσής, σύμφωνα με τον οποίο η φυτεία αποδίδει περίπου έξι τόνους μύρτιλλων ετησίως και φέτος αναμένεται να "πιάσει" τους 10.
Αφετηρία του όλου εγχειρήματος ήταν μια συζήτηση με τους καθηγητές του Γιάννη, που σπούδασε μηχανολόγος-ηλεκτρολόγος στη Ρωσία. Στη συζήτηση προέκυψε ότι η Δράμα έχει ό,τι χρειάζεται το μύρτιλλο, ώστε να ευδοκιμήσει: θερμοκρασίες μείον 10 και 15 βαθμών το Νοέμβριο και το Φεβρουάριο, άφθονα νερά και ηλιοφάνεια το Μάρτιο και τον Οκτώβριο. Το καλοκαίρι, οι ρίζες του φυτού, που δεν αντέχουν τη ζέστη, σκεπάζονται με πριονίδι για προστασία.
Η βιολογική καλλιέργεια του μύρτιλλου, πάντως, δεν είναι εύκολη υπόθεση: ολόκληρη η οικογένεια Παπουτσή παλεύει «χειμώνα-καλοκαίρι». Τα ζιζάνια αφαιρούνται με το χέρι, καθώς δεν πρέπει να χρησιμοποιηθούν ζιζανιοκτόνα. Τα κουκούλια των πεταλούδων το ίδιο.
Και το κόστος πιστοποίησης; Είναι όντως δυσβάσταχτο; Ο Νίκος δεν συμφωνεί. «Είναι περίπου 250 ευρώ ετησίως/30 στρέμματα. Δεν το βρίσκω υπερβολικό. Άλλωστε, εγγυάται το προϊόν μας, που κι οι ίδιοι καταναλώνουμε», επισημαίνει και προσθέτει ότι, εκτός από τον Γιάννη, στην επιχείρηση εργάζεται η 27χρονη κόρη της οικογένειας, ενώ η μικρότερη κόρη σπουδάζει γεωπόνος, ώστε η φυτεία να αποκτήσει την εξειδικευμένη επιστήμονά της.
Πέραν των αντιοξειδωτικών, τα μύρτιλλα περιέχουν επίσης κάλιο, μαγνήσιο και φώσφορο, αλλά και elagum και φολικό οξύ, οι επιδράσεις των οποίων στην πρόληψη/επιβράδυνση της ανάπτυξης καρκινικών όγκων διερευνώνται. Θεωρούνται ευεργετικά για όσους πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη, ενώ μειώνουν τη συγκέντρωση «κακής» χοληστερόλης.
Σύμφωνα με τον κ. Παπουτσή, οι επισκέπτες είναι ευπρόσδεκτοι στο κτήμα, αρκεί να προηγηθεί τηλεφώνημα, ώστε κάποιο μέλος της οικογένειας να είναι διαθέσιμο για να τούς ξεναγήσει (25210 24469). Ο κ. Παπουτσής είναι ιδρυτής και πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Βιοκαλλιεργητών και Βιοκτηνοτρόφων νομού Δράμας, με στόχο την παραγωγή, τυποποίηση και διάθεση blueberries.