Economist: Αιχμηρό δημοσίευμα κατά της Γερμανίας για Τουρκία και πώληση υποβρυχίων
Ένα αιχμηρότατο άρθρο με βολές κατά της Γερμανικής κυβέρνησης και της Άνγκελα Μέρκελ δημοσίευσε ο Economist, σχετικά με την επιμονή του Βερολίνου να εξοπλίσει την Τουρκία με υποβρύχια. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά το γνωστό περιοδικό, μια τέτοια ενέργεια ενδεχομένως να προκαλέσει στρατηγικές αναταράξεις και να υπάρξει αποσταθεροποίηση στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
Το άρθρο αναφέρεται στην ελληνοτουρκική διένεξη στη Μεσόγειο τον περασμένο χρόνο και τη σύγκρουση πολεμικών πλοίων των δύο χωρών με την Ελλάδα να στρέφεται σε συμμάχους της στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, να αγοράζει γαλλικά μαχητικά και να ανακοινώνει τον περασμένο Δεκέμβριο τον διπλασιασμό των αμυντικών της δαπανών, που παραμένουν ωστόσο κάτω του ήμισυ των αντίστοιχων της Τουρκίας, που διαθέτει μεγαλύτερη ναυτική δύναμη ενισχυόμενη και από την προσθήκη του ισπανικού σχεδιασμού ελαφρού αεροπλανοφόρου Anadolu, που βρίσκεται στα τελικά στάδια ναυπήγησής του. «Τα νέα υποβρύχια θα εντείνουν το πρόβλημα», αναφέρει ο Economist, σημειώνοντας ότι τα τύπου 214 διαθέτουν τεχνολογία που τους επιτρέπει αθόρυβη λειτουργία σε αντίθεση με τα παραδοσιακά ντιζελοκίνητα, τα ηλεκτροκίνητα ή τα πυρηνοκίνητα.
Και μολονότι η προσθήκη έξι τέτοιων υποβρυχίων στο ΠΝ της Τουρκίας είναι ένα ατού για τη νότια πτέρυγα του ΝΑΤΟ, ο Εμανουήλ Καραγιάννης του King’s College του Λονδίνου σημειώνει ότι θα «αναμορφώσουν τη ναυτική ισορροπία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας», ενώ το άρθρο επισημαίνει ότι τα υποβρύχια αυτά μπορεί να χρησιμοποιηθούν από την Άγκυρα «για τη συλλογή πληροφοριών σε διαφιλονικούμενα ύδατα, συμπεριλαμβανομένης της κατασκοπείας γύρω από τα υποθαλάσσια καλώδια που σχεδιάζει να κατασκευάσει η Ελλάδα για να φτάσει στην Κύπρο, την Αίγυπτο και το Ισραήλ. Τα υποβρύχια ενδέχεται να είναι οπλισμένα με πυραύλους μέσου βεληνεκούς που θα μπορούσαν να «εξουδετερώσουν σε μεγάλο βαθμό τις ελληνικές ανθυποβρυχιακές δυνατότητες ».
Όπως υπενθυμίζει ο Economist αρκετές χώρες της ΕΕ περιόρισαν τις εξαγωγές όπλων στην Τουρκία το 2019, μετά την εισβολή της στη Συρία, αλλά μετά την περσινή κλιμάκωση της έντασης στη Μεσόγειο, η Γερμανία μαζί με την Ιταλία, την Ισπανία κι άλλες χώρας μπλόκαραν το ελληνικό αίτημα για πλήρες εμπάργκο στις πωλήσεις οπλικών συστημάτων στην Άγκυρα, ενώ στις 13 Ιουνίου η κυβέρνηση Μέρκελ απέρριψε σχετική εισήγηση κομμάτων της αντιπολίτευσης για τερματισμό των πωλήσεων όπλων στην Τουρκία.
Η επιμονή των Γερμανών για συμφωνία
«Η αντίσταση της Γερμανίας στον τορπιλισμό της συμφωνίας για τα υποβρύχια δεν προκαλεί έκπληξη, Πιστεύεται ότι η συμφωνία έχει ύψος 3,5 δισ. δολαρίων, ένα μεγάλο ποσό σε σύγκριση με τις συνολικές εξαγωγές όπλων της Γερμανίας που έφθασαν τα 14 δισ. δολάρια την τελευταία δεκαετία. Η Γερμανία ηγείται της παγκόσμιας αγοράς υποβρυχίων έχοντας πουλήσει περισσότερα από 120 εξ’ αυτών σε πολεμικά ναυτικά 17 κρατών από τη δεκαετία του 1960», εξηγεί το άρθρο.
Προσθέτει δε ότι πέρα από τα οικονομικά κίνητρα η σχέση της Τουρκίας με την ΕΕ και η θέση της στο ΝΑΤΟ αποτελούν ακανθώδη ζητήματα, με την Γαλλία, την Ελλάδα και την Κύπρο να αντιδρούν στην επιθετική και επεκτατική, όπως τη θεωρούν, συμπεριφορά της Τουρκίας και τη Γερμανία από την άλλη, όπως και την Ιταλία, την Πολωνία και την Ιταλία, να θέλουν να αποτρέψουν μια κατάρρευση των σχέσεων της ΕΕ με την Άγκυρα. Σημειώνει δε ότι στους υπολογισμούς της η Άνγκελα Μέρκελ λαμβάνει υπόψη της και το προσφυγικό και μάλιστα στην πρόσφατη σύνοδο της ΕΕ η Γερμανίδα καγκελάριος ανακοίνωσε τη συμφωνία των κρατών μελών για ένα νέο πακέτο τριών δισ. ευρώ για πρόσφυγες στην Τουρκία.
Τέλος, συνεχίζει ο Economist, «η Γερμανία βλέπει την Τουρκία ως προπύργιο στη νότια πτέρυγα του ΝΑΤΟ» έναντι της Ρωσίας, ενώ έχει και τρία εκατ. τουρκικής καταγωγής ψηφοφόρους, λόγος για τον οποίο η σχέση της με την Τουρκία «δεν είναι μόνον ζήτημα εξωτερικής πολιτικής, αλλά και εσωτερικό», όπως σημειώνει η Σινέμ Αντάρ του Centre for Applied Turkey Studies στο Βερολίνο. Το Βερολίνο επικαλείται ως ένα πρόσθετο επιχείρημα και την ηρεμία που επικρατεί τώρα στην ανατολική Μεσόγειο, αλλά και την επανέναρξη του ελληνοτουρκικού διαλόγου, αν και η πρόοδος είναι αργή, καθώς και την πρόσφατη συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο περιθώριο της συνόδου του ΝΑΤΟ στις 14 Ιουνίου. «Αλλά ακόμη κι έτσι», καταλήγει το άρθρο. «περίπου μία εβδομάδα αργότερα η Τουρκία ανακοίνωσε στρατιωτικές ασκήσεις στο Αιαγίο, αφού προηγουμένως κατηγόρησε την Ελλάδα ότι παραβίασε παλαιότερη συμφωνία για την αποφυγή τέτοιων ασκήσεων τους θερινούς μήνες. Και τον επόμενο χρόνο στις ασκήσεις μπορεί να μετέχει και το Piri Reis [το πρώτο από τα έξι γερμανικά υποβρύχια που παραδόθηκε στην Τουρκία] να παρακολουθεί σιωπηλά από τα βάθη της θάλασσας».