Απόδοση ευθυνών για τα Τέμπη και αντιμετώπιση της ακρίβειας ζητούν οι πολίτες
Ο διευθυντής ερευνών της GPO Αντώνης Παπαργύρης αναλύει τα συμπεράσματα της μεγάλης δημοσκόπησης του Flash, που θα πρέπει να λάβουν υπόψιν τους τα επιτελεία των κομμάτων.

Η πρώτη δημοσκόπηση της GPO για το Flash.gr έρχεται σε μια περίοδο έντονων πολιτικών αναταράξεων με το κομματικό σύστημα να βρίσκεται σε αναβρασμό και σε διαρκή κίνηση, καθώς οι μετατοπίσεις που καταγράφονται το τελευταίο διάστημα επηρεάζονται και επιταχύνονται υπό την επίδραση που έχει στο σύνολο της ελληνικής κοινής γνώμης η υπόθεση της τραγωδίας των Τεμπών και ο απόηχος των μεγάλων συλλαλητηρίων τον τελευταίο μήνα.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον και μετά την τριήμερη κοινοβουλευτική συζήτηση της πρότασης δυσπιστίας , η έρευνα επιχείρησε να καταγράψει τις προτεραιότητες των πολιτών, την επίδραση της υπόθεσης των Τεμπών στο συσχετισμό δυνάμεων, να αξιολογήσει τη στάση των κομμάτων, το ρόλο της αντιπολίτευσης, την προοπτική μίας πρόωρης προσφυγής στις κάλπες και να αποτυπώσει τα όρια της εκλογικής επιρροής των κομμάτων στη δεδομένη χρονική συγκυρία.
Προτεραιότητες
Η διαλεύκανση της υπόθεσης των Τεμπών κυριαρχεί στην επικαιρότητα και προτάσσεται από τους πολίτες σε ποσοστό 37,9% ως η πρώτη και άμεση προτεραιότητα για την κυβερνητική πλειοψηφία. Ακολουθεί η αντιμετώπιση της ακρίβειας με 32,7% που συνεχίζει να επηρεάζει και να δυσκολεύει την καθημερινότητα των πολιτών, ενώ σε μονοψήφια ποσοστά κινούνται τα ζητήματα της Δημόσιας Υγείας, της οικονομίας, της εξωτερικής πολιτικής και της ασφάλειας. Η χρονική συγκυρία υπαγορεύει τις κυβερνητικές προτεραιότητες και αναδεικνύει και δημοσκοπικά τον μεγάλο αντίκτυπο της σιδηροδρομικής τραγωδίας που δύο χρόνια μετά συνεχίζει να συγκλονίζει την ελληνική κοινωνία και να προκαλεί έντονες αναταράξεις στο πολιτικό σκηνικό. Αναταράξεις κυρίως για την κυβερνητική πλειοψηφία, αφού η αίσθηση ότι η κυβέρνηση επιχειρεί συγκάλυψη της υπόθεσης , συνεχίζει να είναι εδραιωμένη και πλειοψηφική σε ποσοστό 68,4% του συνόλου, άποψη που φαίνεται δύσκολο να αλλάξει, αφού μόνο το 33,3% πιστεύει ότι η Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής θα συνδράμει ουσιαστικά στην περαιτέρω αποκάλυψη πτυχών του δυστυχήματος. Περισσότερο αισιόδοξοι εμφανίζονται οι ψηφοφόροι της ΝΔ και λιγότερο αυτοί των κομμάτων της αντιπολίτευσης, ενώ ο πίνακας με την αξιολόγηση της στάσης των κομμάτων στην συγκεκριμένη υπόθεση μας δίνει μια πρώτη ερμηνεία για τις αλλαγές του συσχετισμού δυνάμεων που καταγράφονται στην πρόθεση ψήφου.
Συγκεκριμένα την πιο θετική αξιολόγηση λαμβάνει με ποσοστό 48,5% η Πλεύση Ελευθερίας, ακολουθούμενη με 36,7% από το ΠΑΣΟΚ, 35% για το ΚΚΕ και 34,6% για την Ελληνική Λύση. Η θετική αξιολόγηση για τη ΝΔ αποτυπώνεται μόλις στο 24,6%, απόδειξη των πολλών και συσσωρευμένων παραλείψεων της κυβερνητικής παράταξης στο συγκεκριμένο ζήτημα.
Είναι, όπως θα δούμε και συνέχεια, ένα από τα ευρήματα που εξηγούν τη δημοσκοπική άνοδο του κόμματος της κ. Κωνσταντοπούλου που λειτουργεί σε αυτή τη χρονική συγκυρία ως ο βασικός υποδοχέας της λαϊκής δυσαρέσκειας.
Αξιωματική Αντιπολίτευση
Το ΠΑΣΟΚ δεν συγκαταλέγεται στους κερδισμένους αυτής της περιόδου με το 71,7% του συνόλου να δηλώνει δυσαρεστημένο από την αντιπολιτευτική του τακτική για την οποία ένα αντίστοιχο ποσοστό της τάξης του 71,1% θα ήθελε να γίνει πιο σκληρή απέναντι στην κυβέρνηση. Συγκεκριμένα πιο σκληρή αντιπολίτευση ζητά το 91,6% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ και το 84,9% των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ.
Το μεγάλο πρόβλημα της σημερινής αξιωματικής αντιπολίτευσης ανιχνεύεται στο πεδίο της κυβερνησιμότητας όπου δεν έχει καταφέρει ακόμη να πείσει ως εναλλακτική κυβερνητική πρόταση, καθώς οκτώ στους δέκα πολίτες δεν πιστεύουν ότι το ΠΑΣΟΚ μπορεί να κερδίσει τη ΝΔ στις επόμενες εκλογές με το ποσοστό να είναι πλειοψηφικό με 52,3% ακόμη και μεταξύ των ίδιων των ψηφοφόρων του.
Η υπόθεση των Τεμπών δημιουργεί κλίμα πρόωρης προσφυγής στις κάλπες για το 58,1% με τους ψηφοφόρους των κομμάτων της αντιπολίτευσης και ειδικά αυτούς του ΣΥΡΙΖΑ και της Πλεύσης Ελευθερίας να τάσσονται με υψηλά ποσοστά υπέρ μιας τέτοιας προοπτικής και τους μοναδικούς που θεωρούν ότι δεν συντρέχει λόγος για μια τέτοια εξέλιξη να είναι οι ψηφοφόροι της ΝΔ που σε ποσοστό 79,1% απορρίπτουν την πρόωρη προσφυγή σε εθνικές κάλπες. Η πλειοψηφία των πολιτών που εκφράζονται υπέρ είναι μεν οριακή με ποσοστό 53,9%, είναι, ωστόσο, ένα μάλλον σπάνιο φαινόμενο για την κοινή γνώμη που στις περισσότερες περιπτώσεις δεν συναινεί στην επίσπευση των εκλογικών διαδικασιών και επιμένει στην ολοκλήρωση των εκλογικών κύκλων εκτός αν συντρέχουν δραματικά και έκτακτα γεγονότα.
Η επόμενη μέρα των εκλογών, όποτε κι αυτές γίνουν, περιγράφει ένα σκηνικό κατακερματισμένο στο οποίο δεν υπάρχει ένας σαφής και ξεκάθαρος πολιτικός προσανατολισμός, αφού το 20,7% επιθυμεί να προκύψει κυβέρνηση συνεργασίας του ΠΑΣΟΚ με κάποια από τα κόμματα της κεντροαριστεράς , 20,3% θα ήθελε να δει μια αυτοδύναμη κυβέρνηση της ΝΔ, ενώ ένα εξίσου σημαντικό ποσοστό της τάξης του 18,7% θα επιθυμούσε κυβέρνηση συνεργασίας των κομμάτων της αριστεράς. Για το 9,2% η ιδανικότερη λύση θα ήταν ένα μεγάλος συνασπισμός ΝΔ-ΠΑΣΟΚ στα γερμανικά πρότυπα, ενώ μόνο το 7,1% θα ήθελε να δει τη ΝΔ να συνεργάζεται με κάποιο από τα κόμματα στα δεξιά της. Ο εκλογικός νόμος είναι αυτός βέβαια που υπαγορεύει τις όποιες μετεκλογικές συνεργασίες και διεργασίες, οι απαντήσεις, ωστόσο, στη συγκεκριμένη ερώτηση είναι δηλωτικές των προθέσεων του εκλογικού σώματος και αποκαλυπτικές των υπόγειων ρευμάτων που αναπτύσσονται εντός του εκλογικού σώματος.
Ειδικά για το ΠΑΣΟΚ το δίλημμα μεταξύ συνεργασίας με τα κόμματα της αριστεράς και αυτόνομης πορείας παραμένει υπαρκτό και διχοτομεί όχι μόνο το σύνολο των ψηφοφόρων αλλά και τη δική του εκλογική βάση, όπου το 44,2% τάσσεται υπέρ της συνεργασίας με το 52,3% να επιλέγει την αυτόνομη πορεία.
Κεντροαριστερά
Η κ. Κωνσταντοπούλου καταγράφεται στη δεύτερη θέση των προσώπων που μπορούν δυνητικά να ενώσουν τις δυνάμεις της κεντροαριστεράς επιβεβαιώνονται και σε αυτή την ερώτηση την ανοδική της πορεία που την έχει καταστήσει στη δεδομένη χρονική στιγμή σημαντικό παράγοντα στο χώρο της προοδευτικής παράταξης. Ο Νίκος Ανδρουλάκης συγκεντρώνει τις περισσότερες προτιμήσεις των συμμετεχόντων με πρώτη απάντηση ωστόσο να είναι ο κανένας, δηλωτικό της αμηχανίας που επικρατεί σε μεγάλο κομμάτι των κεντροαριστερών ψηφοφόρων που δεν μπορούν να διακρίνουν και να ξεχωρίσουν την προσωπικότητα αυτή που θα μπορέσει να βγάλει την κεντροαριστερά από το κυβερνητικό αδιέξοδο. Ο Αλέξης Τσίπρας αποστασιοποιημένος από την καθημερινή ενεργό πολιτική κατατάσσεται τρίτος με το 45,7% του συνόλου να δηλώνει πως το πολιτικό του άμεσο μέλλον πρέπει να περιοριστεί στο ρόλο του απλού βουλευτή, το 21,5% να επιθυμεί να επιστρέψει ως αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ ενώ το 19,6% τον προτρέπει να προχωρήσει στην ίδρυση νέου κόμματος.
Όρια εκλογικής επιρροής
Η ερώτηση που καταγράφει τα δυνητικά όρια επιρροής του κάθε κόμματος εμφανίζει πάντοτε ενδιαφέροντα στοιχεία δεν πρέπει όμως σε καμία περίπτωση να συγχέεται με την πρόθεση ψήφου στην οποία οι ερωτώμενοι απαντούν και επιλέγουν ένα κόμμα σε αντίθεση με τη δεξαμενή στην οποία καλούνται να απαντήσουν για την πιθανότητα επιλογής κάθε κόμματος. Με βάση λοιπόν τα σημερινά δεδομένα τα όρια επιρροής της ΝΔ επεκτείνονται ως το 29,1% πάνω από τα ποσοστά των τελευταίων ευρωεκλογών, μακριά όμως από τα αποτέλεσμα των εθνικών του 2023. Το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται στη δεύτερη θέση με την πιθανότητα ψήφου να φτάνει στο 24,5% ενώ σίγουρα εντύπωση προκαλεί η διεύρυνση της Πλεύσης Ελευθερίας με το 18,4% των πολιτών να δηλώνουν πολύ και αρκετά πιθανό το ενδεχόμενο να την ψηφίσουν τις επόμενες εκλογές. Ακολουθεί με επίσης υψηλά όρια η Ελληνική Λύση με 16,1%, το ΚΚΕ με 13,6% και ο ΣΥΡΙΖΑ με 12,3%. Είναι προφανές ότι στις συγκεκριμένες απαντήσεις υπάρχουν αλληλοεπικαλύψεις καθώς το πολιτικό σκηνικό βρίσκεται σε μεταβατικό στάδιο και οι μετατοπίσεις του εκλογικού σώματος είναι συνεχείς. Όλα τα παραπάνω καταλήγουν στον πίνακα της πρόθεσης ψήφου που αποτυπώνει την κυβερνητική φθορά με τη ΝΔ να βρίσκεται σήμερα στο 23,4%, το ΠΑΣΟΚ στο 15,1% και μαζί στην τρίτη θέση τους δύο κερδισμένους αυτής της περιόδου την Ελληνική Λύση και την Πλεύση Ελευθερίας με 9%.