Δίκη Λιγνάδη: Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων στηρίζει το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο
Με αφορμή την καταδίκη αλλά και την αναστολή εκτέλεσης της ποινή του Δημήτρη Λιγνάδη -κάτι που είχε ως αποτέλεσμα την αποφυλάκισή του-, η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΔΕ) με ανακοίνωσή της ουσιαστικά στηρίζει τα μέλη του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών που δίκασαν την υπόθεση, ενώ κάνει αναφορά σε τηλε- δικαστές και τηλε-εισαγγελείς που παραβιάζουν το τεκμήριο αθωότητας και προηγούνται των δικαστικών αποφάσεων, ενώ δεν παραλείπει να κάνει αναφορά σε λαϊκά δικαστήρια.
Παράλληλα, η ΕΔΕ επισημαίνει ότι «η επίκληση και αξιοποίηση του γενικού αισθήματος Δικαιοσύνης απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή, γιατί πολύ εύκολα μπορούμε να οδηγηθούμε σε εκτροπή προς τα λαϊκά δικαστήρια και την πυρά για τις ''μάγισσες'' της κάθε εποχής».
Ειδικότερα, η ανακοίνωση της ΕΔΕ έχει ως εξής:
«Το τι είναι δίκαιο και τι άδικο είναι συνήθως αντικείμενο διαφωνίας σε μία κοινωνία»: John Rawls
Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων επισημαίνει τα ακόλουθα:
Το τελευταίο χρονικό διάστημα, παρατηρείται, έντονα, το φαινόμενο της επίκλησης του κοινού περί δικαίου αισθήματος. Η επίκληση και αξιοποίηση του γενικού αισθήματος Δικαιοσύνης απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή, γιατί πολύ εύκολα μπορούμε να οδηγηθούμε σε εκτροπή προς τα λαϊκά δικαστήρια και την πυρά για τις «μάγισσες» της κάθε εποχής.
Το Σύνταγμα κατοχυρώνει το δικαίωμα των πολιτών στην ενημέρωση και παράλληλα την υποχρέωση της έγκυρης ενημέρωσης των πολιτών. Συνεπώς, οι «ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ» των τηλε- δικαστών και των τηλε-εισαγγελέων, που «εκδίδονται» με φήμες, εικασίες και σχόλια της καθημερινότητας, παραβιάζοντας κάθε έννοια του τεκμηρίου αθωότητας και προηγούνται των αποφάσεων των Δικαστηρίων είναι εξαιρετικά επικίνδυνες σε μία ευνομούμενη πολιτεία.
Μόνη σταθερή εγγύηση προστασίας έναντι των άνω φαινομένων αποτελεί το Κράτος Δικαίου και οι θεσμοί του, μεταξύ αυτών δε η Ανεξάρτητη Δικαιοσύνη, η οποία εκδίδει τις αποφάσεις της με βάση τα στοιχεία της δικογραφίας και τα νόμιμα αποδεικτικά μέσα, που αναγνωρίζουν το Σύνταγμα και οι Νόμοι και όπως επιτάσσουν οι θεμελιώδεις αρχές της Δίκαιης Δίκης και της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων».