Δένδιας Τσαβούσογλου: Η επόμενη μέρα της μετωπικής - Η συνέχεια του διαλόγου και οι προφανείς κίνδυνοι
«Αυτό που έγινε χθες είναι ότι ετέθη δημοσίως ότι δεν μπορεί η Τουρκία να εμφανίζεται δημοσίως ότι όλα βαίνουν καλώς, ενώ αυτό δεν συμβαίνει», σχολίασε πολύ εύστοχα για τη χθεσινή συνάντηση Δένδια - Τσαβούσογλου ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και υφυπουργός Παιδείας, Άγγελος Συρίγος.
Και παρότι ανάλογες συνεντεύξεις Τύπου είναι σχεδόν πάντα καλά ζυγισμένες η χθεσινή παρεκτροπή παρέπεμπε πολύ περισσότερο σε μια συζήτηση κεκλεισμένων των θυρών όπου οι δύο πλευρές «ανοίγουν τα χαρτιά τους» και τα λένε «έξω από τα δόντια». Και φυσικά αναδείχθηκε η πραγματικότητα που οι διεθνείς σύμμαχοί τους συχνά κάνουν ότι δεν βλέπουν: ότι δεν βαίνουν όλα καλώς και ότι ο όποιος ελληνοτουρκικός διάλογος θα είναι δύσκολος.
Η μνήμη ανακαλεί τον παλαιότερο, αντίστοιχα πρωτοφανή διάλογο Προκόπη Παυλόπουλου και Ταγίπ Ερντογάν στο προεδρικό μέγαρο των Αθηνών, όπου οι περί διεθνούς δικαίου συστάσεις του τότε αρχηγού του ελληνικού κράτους έδωσαν στον φιλοξενούμενο την ευκαιρία να ξεδιπλώσει πλήρως την τουρκική αναθεωρητική ατζέντα.
Τί αποκαλύφθηκε χθες δημοσίως; Ότι οι δυο πλευρές είναι πλήρως αποξενωμένες.
Από την πλευρά της η Τουρκία προσέρχεται επιθετικά στον διάλογο χωρίς να υποχωρεί από τις αξιώσεις και τις «προβολές ισχύος» της και επιμένοντας στη δική της ανάγνωση του Διεθνούς Δικαίου, ιδίως σε ό,τι αφορά το Δίκαιο της Θάλασσας.
Επιπλέον, προσέρχεται επιμένοντας να περιλαμβάνει στην ατζέντα των συνομιλιών και θέματα τα οποία η Ελλάδα θεωρεί ότι είναι εκτός συζήτησης. Ειδικότερα, δεν αποδέχεται την ελληνική θέση ότι τα μόνα ζητήματα που πρέπει να συζητηθούν είναι εκείνα της υφαλοκρηπίδας και της οριοθέτησης των ΑΟΖ , αλλά και αυτά που αφορούν τις «γκρίζες ζώνες», τα ζητήματα στρατιωτικοποίησης των νησιών καθώς και τα ζητήματα που αφορούν την μειονότητα της Θράκης, ενώ επιμένει να επικαλείται και τα ζητήματα που αφορούν το προσφυγικό επικαλούμενη παράνομα push backs.
Συνεπώς επιχειρεί με μία μαξιμαλιστική διάθεση να στριμώξει την Ελλάδα στο τραπέζι του «διαλόγου», με ασαφείς τους όρους και τις προϋποθέσεις της συζήτησης για να πετύχει τον σκοπό της: να μας πιέσει σε έναν συμβιβασμό στον οποίο εκείνη θα εξασφαλίσει όσα περισσότερα μπορεί.
Το θέμα είναι αν η ελληνική πλευρά έχει εκπονήσει πλήρως τη στρατηγική της κι αν έχει μετρήσει όλα τα ενδεχόμενα μέχρι τέλους. Η Αθήνα προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τη διάθεση που δείχνει -έστω και για επικοινωνιακούς λόγους -η Τουρκία για διάλογο. Στο πλαίσιο αυτό είναι ξεκάθαρο ότι «παίζει αμυντικά» καθώς δεν επιθυμεί κλιμάκωση της έντασης, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει ακόμα και σε ενδεχόμενο θερμό επεισόδιο. Ωστόσο, η επιλογή της συμμετοχής σε διάλογο κρύβει κινδύνους: Πρώτος κίνδυνος είναι η χώρα μας να μπει σε ένα ανατολίτικο παζάρι χωρίς κανόνες στο οποίο θα παλέψει να ισορροπήσει προσβλέποντας και σε στήριξη από ΕΕ και ΗΠΑ η οποία σε καμία περίπτωση δεν είναι δεδομένη. Δεύτερος κίνδυνος είναι ο διάλογος γρήγορα να αποδειχθεί ατελέσφορος και η Τουρκία που θεωρεί τον εαυτό της περιφερειακή δύναμη να σταματήσει να κρατά τα προσχήματα της καλής εικόνας που αυτήν τη στιγμή έχει επιλέξει να δείχνει στη Δύση και να επιστρέψει ακόμα πιο ανεξέλεγκτη με παράλογες διεκδικήσεις αλλά και προκλητικές κινήσεις.
Το σίγουρο είναι ότι ο διάλογος αναβαθμίζεται και περνά στο υψηλότερο δυνατό πολιτικό επίπεδο καθώς είναι πλέον ορατή μια συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ταγίπ Ερντογάν παρότι η συνέχεια προοιωνίζεται από τις χθεσινές εξελίξεις ότι θα είναι ακόμα πιο δύσκολη. Και βέβαια με ενδιαφέρον αναμένεται η αντίδραση των διεθνών συμμάχων και ιδίως της ΕΕ η οποία εκτός από τη θετική ατζέντα, έχει δηλώσει ότι είναι έτοιμη για κυρώσεις σε περίπτωση που η Τουρκία επιλέξει την τακτική των προκλήσεων.