Δεξιά Αριστερά και «Η Μεγάλη Σύγχυση»
«Η Μεγάλη Σύγχυση» (La Grande Confusion), είναι ο τίτλος του τελευταίου βιβλίου του Γάλλου ακαδημαϊκού Φιλίπ Κορκούφ, που ήδη προκαλεί μεγάλη συζήτηση. Ιδιαίτερα λόγω του υποτίτλου του βιβλίου : «Πώς η ακροδεξιά κερδίζει τη μάχη των ιδεών». Ο Γάλλος ακαδημαικός υποστηρίζει μάλιστα ότι η ακροδεξιά έχει καταφέρει να επιβάλει τα μίσος και τις εμμονές της, στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης.
Στις 700 σελίδες του βιβλίου, ο Κορκούφ χαρτογραφεί ένα τεράστιο πανόραμα των πολιτικών ιδεών, που είναι στη «μόδα» σήμερα στη Γαλλία αλλά και την Ευρώπη. Η Γαλλία, πολύ περισσότερο, τυχαίνει να είναι μια χώρα στην οποία οι ιδεολογίες ανταγωνίζονταν ιστορικά, με μεγάλη αυστηρότητα, και χαρακτηρίζονταν από την αφοσίωση των οπαδών τους. Ο Κορκούφ προσπαθεί να ανατρέψει αυτή την παράδοση. Υποστηρίζει ότι «οι διάφορες πολιτικές ιδεολογίες αναμειγνύονται με περίεργους τρόπους, αν δεν αλληλο-καλύπτονται κιόλας». Αμφισβητεί μάλιστα τα σύνορα μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς. «Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν αναπτύξει τουλάχιστον ενστικτωδώς μια ολοένα και πιο ξεκάθαρη αίσθηση ότι η προσκόλληση σε ιδεολογικές έννοιες έχει μειωμένη χρήση στην αντιμετώπιση των τεράστιων σημερινών προκλήσεων», λέει ο Κορκούφ. «Το επιχείρημα αυτό δεν μπορεί φυσικά να ευχαριστήσει τους “αντιστασιακούς” και στα δύο στρατόπεδα, που ευδοκιμούν πάντα μέσα από έντονες ιδεολογικές συζητήσεις», γράφει η Le Monde. Δεν πρόκειται για το κλασσικό παραμύθι των «άκρων που ενώνονται», αλλά για «ένα πολύ ευρύτερο φαινόμενο, το αποτέλεσμα του οποίου είναι να προκαλεί παρεμβολές μεταξύ απόψεων και θεμάτων, που προηγουμένως ήταν σε αντιπαράθεση. Όπως για παράδειγμα, ανάμεσα στον διεθνισμό και την εθνική κυριαρχία, την υποδοχή και ενσωμάτωση των μεταναστών από τη μία πλευρά και του απαραβίαστου των συνόρων από την άλλη, της παγκοσμιοποίησης και της εθνικής ταυτότητας», γράφει η Γαλλική εφημερίδα. Έκρηξη μετά την πανδημία Η κρίση της πανδημίας άλλωστε, μπορεί να αποδειχθεί πιο επικίνδυνη, για την ίδια την Ευρώπη και από την κρίση χρέους του 2010, καθώς δεν αποκλείεται να διευρύνει τις ήδη εκρηκτικές ανισότητες μεταξύ Βορρά- Νότου. Η κατάσταση αυτή περιπλέκει επίσης τους ψηφοφόρους, καθώς επιχειρείται η αλλαγή πολλών πολιτικών εννοιών. Για παράδειγμα, σημειώνει η Le Monde , «η έννοια του «μετα-φασισμού» της ακροδεξιάς, που προσπαθεί σήμερα να ισχυριστεί ότι αποτελεί μέρος της δημοκρατικής κληρονομιάς, έστω και στην αυταρχική της μορφή). Όπως επίσης ο «υπερ-συντηρητισμός» και η «συνωμοσία» που κερδίζουν έδαφος παντού. Βλέπουμε ότι υπάρχει μια “σύγχυση” , με αποτέλεσμα, η κριτική της κοινωνίας και των αδικιών της να αποκτά με υποκριτικό τρόπο ,αντι-συστημικά χαρακτηριστικά ,από διάφορες πλευρές του πολιτικού φάσματος». «Η σύγχυση αυτή- γράφει ο Κορκούφ- επιτρέπει την «υπερσυντηρητική ιδεολογική ανατροπή» , που οδηγεί στην εμφάνιση και η σταθεροποίηση του «μετα-φασισμού» με μορφή κομμάτων ή και πολιτικών καθεστώτων». To αριστερό περιοδικό Marianne χαρακτηρίζει πάντως «αξιοθρήνητο» το περιεχόμενο του βιβλίου του Φιλίπ Κορκούφ. Όπως γράφει το γαλλικό περιοδικό , «το πεδίο της σύγχυσης του πολιτικού επιστήμονα επεκτείνεται», υποστηρίζοντας ότι «αποσυντίθεται το πολιτικό χάσμα , που είχε προηγουμένως σταθεροποιηθεί γύρω από την αντιπαράθεση Αριστεράς -Δεξιάς και τη δημιουργία ορίων ανάμεσα στην άκρα δεξιά, τη δεξιά, την κεντροαριστερά και την αριστερά». Ιδιαίτερα μάλιστα, καθώς διαφαίνεται η δυσκολία όλων των ρευμάτων της Αριστεράς να δώσουν συνεκτικές απαντήσεις στην κρίση, ίσως και λόγω της ανεπαρκούς προγραμματικής προετοιμασία τους για τα καίρια προβλήματα του κράτους και της πολιτικής εξουσίας. Το τέλος των -ισμών; «Μήπως φτάνουμε σε μια μετα-ιδεολογική εποχή;», είναι το ερώτημα που θέτει το αμερικανικό περιοδικό Globalist σε κύριο άρθρο του. « Με δεδομένη την πολυπλοκότητα των προβλημάτων που πρέπει να λυθούν, είτε τοπικά, είτε εθνικά, περιφερειακά ή παγκόσμια, φαίνεται παραπάνω από δικαιολογημένη η παραδοχή ότι ζούμε σε μια μετα-ιδεολογική εποχή» υποστηρίζει το περιοδικό κάνοντας λόγο για το τέλος κάθε είδους -ισμών». Το Globalist εκτιμά ότι «οι ψηφοφόροι σε πολλές χώρες έχουν καταλάβει τη ματαιότητα των ιδεολογιών εδώ και αρκετό καιρό. Οι κομματικές σχέσεις των ψηφοφόρων μετατοπίζονται πολύ πιο ενεργά από ό, τι στις προηγούμενες δεκαετίες, καθιστώντας τη σωστή πρόβλεψη των εκλογικών αποτελεσμάτων πολύ πιο δύσκολη. Επιπλέον, σε αντίθεση με το παρελθόν, όπου κόμματα από διαφορετικά πολιτικά στρατόπεδα απέρριπταν κατηγορηματικά το σχηματισμό κυβερνήσεων συνεργασίας, σήμερα υπάρχει και «άλλη» επιλογή. «Ο σχηματισμός κυβερνήσεων με όλο και περισσότερα κόμματα ενισχύει πραγματικά τη συνεργασία και τη συναντίληψη», γράφει το Globalist και προσθέτει: «Αυτές οι κυβερνήσεις μπορεί να μην είναι απαραίτητα μετα-ιδεολογικές (ακόμη), αλλά σίγουρα “διασταυρώνουν” την πολιτική τους. Οι πολιτικές προσεγγίσεις δεν φιλτράρονται απλώς είτε με μια “αριστερή” είτε “δεξιά” προσέγγιση, αλλά απλοποιεί τη διαδικασία λήψης αποφάσεων και κυρίως αποτρέπει το «άλλο μισό» ενός έθνους να αισθάνεται αποκλεισμένο για χρόνια». «Αριστερός ή δεξιός;» Τα ερωτήματα αυτά έρχονται όλο και περισσότερο στην επιφάνεια , καθώς όλοι συζητούν πλέον πώς θα είναι η μετα-πανδημική εποχή. Αλλωστε , ανθρωπότητα βιώνει την αρχή του τέλους της παγκοσμιοποίησης με τη μορφή που την ξέραμε τα τελευταία 40 χρόνια. Μεγάλες δυνάμεις αντιλαμβάνονται ότι δεν μπορούν να συνεχίσουν την εντατική φυγή βιομηχανιών προς τις χώρες χαμηλού εργατικού κόστους, με αντίτιμο να γίνονται όμηροι της Κίνας ,όταν χρειάζονται ιατρικά μέσα για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Την ίδια ώρα, οι νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις φλερτάρουν όλο και περισσότερο με τον αυταρχισμό και τον φόβο του κορονοϊού για να έχουν πιο ελεύθερα τα χέρια για να περάσουν αντι-κοινωνικά και αντιδημοκρατικά μέτρα. Όπως διερωτάται μάλιστα ο σοφός Θανάσης Καρτερός στην «Αυγή» , «μήπως εκεί έξω, στην υπαρκτή κοινωνία, η δήλωση αριστερός ή δεξιός δεν είναι τόσο σημαντική όσο άλλοτε; Ξέρουν οι άνθρωποι ποιος είναι αριστερός, ποιος δεξιός – αυτό δεν αλλάζει. Κάθε απόπειρα «αποχρωματισμού», όπως την είχε βαφτίσει κάποτε η Ασφάλεια, θα ήταν ρεζιλίκι». Ο Καρτερός λέει ότι το θέμα είναι «σε τι άλλαξες εσύ ως κόμμα και τι θα αλλάξεις στη ζωή μας. Πείσε μας ότι μπορείς. Γιατί εσύ μεν δηλώνεις ότι έχεις πείρα, όχι πάντα θετική, από διακυβέρνηση. Κι εμείς όμως έχουμε πείρα, όχι πάντα θετική, από σένα. Μήπως η απάντηση σ’ αυτά είναι πιο δύσκολη, αλλά και πολύ πιο αποτελεσματική, από τη δήλωση των πολιτικών μας φρονημάτων;». Πόσο δίκιο έχεις Θανάση…