BBC για το ναυάγιο στην Πύλο: «Πιέσεις του Λιμενικού σε επιζώντες να κατηγορήσουν επιβαίνοντες ως διακινητές»
Το βρετανικό μέσο, επικαλούμενο μαρτυρίες αποκαλύπτει πως, το Λιμενικό άσκησε πιέσεις σε δύο επιζώντες προκειμένου να κατηγορήσουν εννέα Αιγύπτιους που επέβαιναν στο μοιραίο σκάφος ως «διακινητές». Ταυτόχρονα αμφισβητούνται και οι ισχυρισμοί του Λιμενικού Σώματος από το βίντεο με το κατάμεστο πλοιάριο που βυθιζόταν καθώς, το υλικό, μαγνητοσκοπήθηκε τη στιγμή που το σκάφος υποτίθεται ότι βρισκόταν σε «σταθερή πορεία».
Το BBC Verify επιβεβαίωσε ότι το οπτικοακουστικό υλικό τραβήχτηκε όταν το Λιμενικό που ισχυρίστηκε ότι το σκάφος δε χρειαζόταν διάσωση. Επίσης, επιβεβαίωσε ότι το μεγαλύτερο πλοίο στο βάθος ήταν το πετρελαιοφόρο Faithful Warrior, από το οποίο είχε ζητηθεί να δώσει προμήθειες στο «Adriana». Ήδη, το BBC Verify είχε αμφισβητήσει την επίσημη εκδοχή του Λιμενικού για τα όσα διαδραματίστηκαν τις πρώτες ώρες της 14ης Ιουνίου. Το τελευταίο δημοσίευμα επικαλείται σήμερα δικαστικά έγγραφα, σύμφωνα με τα οποία υπάρχουν σοβαρές αποκλίσεις μεταξύ των καταθέσεων επιζώντων στο Λιμενικό και αργότερα ενώπιον των δικαστικών αρχών.
Όπως ανέφερε μεταφραστής που μίλησε στο BBC, σε περσινή υπόθεση διάσωσης μεταναστών από το Λιμενικό, κατά την έρευνα για παράνομη διακίνηση ανθρώπων, οι μάρτυρες εκφοβίστηκαν από την ελληνική ακτοφυλακή. «Η νομική υπόθεση κατέρρευσε πριν φτάσει σε δίκη», σημειώνει το μέσο και τονίζει ότι, «οι αποκαλύψεις εγείρουν νέα ερωτήματα σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι ελληνικές αρχές χειρίζονται τέτοιες τραγωδίες», επισημαίνοντας ότι, τόσο το Λιμενικό, όσο και η ελληνική κυβέρνηση, απέρριψαν τα αιτήματα του μέσου για σχολιασμό.
Σύμφωνα με το μέσο, λίγο μετά το τραγικό ναυάγιο της 14ης Ιουνίου, εννέα επιβαίνοντες στο σκάφος Αιγύπτιοι συνελήφθησαν και κατηγορήθηκαν για ανθρωποκτονία και παράνομη διακίνηση ανθρώπων. Δύο επιζώντες του ναυαγίου, όμως, ο Αχμάντ και ο Μουσαάντ, είπαν στο BBC ότι οι μετανάστες φιμώθηκαν και εκφοβίστηκαν από τις ελληνικές αρχές, και υπονόησαν ότι, για την τραγωδία, μπορεί να ευθύνεται το Λιμενικό.
Υπαρκτό τελικά το… ανύπαρκτο σκοινί
Οι ισχυρισμοί ότι, η ελληνική ακτοφυλακή, χρησιμοποίησε σκοινί για να ρυμουλκήσει το αλιευτικό σκάφος, με αποτέλεσμα, τελικά, να βυθιστεί, διατυπώνονται εδώ και ένα μήνα. Οι δύο επιζώντες που μίλησαν στο BBC επιβεβαίωσαν του ισχυρισμούς, αναφέροντας: «Έδεσαν ένα σχοινί από τα αριστερά. Όλοι μετακινήθηκαν στη δεξιά πλευρά του σκάφους μας για να το ισορροπήσουν. Το σκάφος του Λιμενικού απομακρύνθηκε γρήγορα με αποτέλεσμα η βάρκα μας να αναποδογυρίσει. Συνέχισαν να το σέρνουν για αρκετή απόσταση».
Όπως περιέγραψαν οι δύο επιζώντες, πριν τους περισυλλέξει η ακτοφυλακή, πέρασαν δύο ώρες στο νερό. Βγαίνοντας στη στεριά, στην Καλαμάτα, όπου και άρχισαν να μιλούν για το πώς οι ελληνικές αρχές προκάλεσαν την προσφυγική τραγωδία, από το Λιμενικό τούς ζητήθηκε «να το βουλώσουν».
«Μην κάνετε άλλες ερωτήσεις για το περιστατικό»
Όπως σημείωσε ο Αχμάντ, ένας εκ των επιζώντων, «όταν οι άνθρωποι απάντησαν λέγοντας ότι η ελληνική ακτοφυλακή ήταν η αιτία, ο αξιωματούχος που ήταν υπεύθυνος για την ανάκριση ζήτησε από τον διερμηνέα να πει στον ερωτώμενο να σταματήσει να μιλάει». Ο ίδιος επισήμανε στο BBC ότι, οι ελληνικές αρχές, είπαν στους διασωθέντες να είναι ευγνώμονες που δεν είχαν πεθάνει. Όπως είπε, μεταξύ άλλων, ένας άνδρας του Λιμενικού φώναζε: «Δεν ξέρω τι να πω. Επιζήσατε από τον θάνατο! Σταματήστε να μιλάτε για το περιστατικό! Μην κάνετε άλλες ερωτήσεις γι’ αυτό!». Όπως υπογράμμισαν οι διασωθέντες, διστάζουν να μιλήσουν δημόσια, καθώς φοβούνται ότι, όπως οι εννέα Αιγύπτιοι, και οι ίδιοι θα κατηγορηθούν. Ο Αχμάντ σημείωσε ότι, «αν υπήρχε ένα δίκαιο σύστημα, θα συμβάλλαμε σε αυτή την υπόθεση».
Επιπλέον, το βρετανικό μέσο επικαλείται δικαστικά έγγραφα από τα οποία και προκύπτουν ερωτήματα σχετικά με τον τρόπο που συγκεντρώνονται τα αποδεικτικά στοιχεία που θα παρουσιαστούν στο δικαστήριο. Στις αρχικές τους καταθέσεις πέντε επιζώντων δεν αναφέρθηκε η προσπάθεια, από το Λιμενικό, για τη ρυμούλκηση του μοιραίου σκάφους με σκοινί. Όλοι, όμως, ενώπιον των δικαστικών αρχών, εξήγησαν ότι υπήρξε μία αποτυχημένη προσπάθεια ρυμούλκησης.
Από μέρους του Λιμενικού, αρχικά διαψεύστηκε κατηγορηματικά ότι χρησιμοποιήθηκε σκοινί. Στην πορεία, ωστόσο, υπήρξε η παραδοχή ότι όντως χρησιμοποιήθηκε. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του Λιμενικού, η πρόσδεση έγινε τουλάχιστον δύο ώρες πριν από την ανατροπή του αλιευτικού σκάφους προκειμένου να εκτιμηθεί η κατάσταση.
Μέχρι στιγμής, από το ναυάγιο υπήρξαν 82 επιβεβαιωμένοι νεκροί. Τα Ηνωμένα Έθνη, ωστόσο, εκτιμούν ότι άλλοι 500 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους. Σύμφωνα με τις ελληνικές αρχές, οι κατηγορούμενοι Αιγύπτιοι αναγνωρίστηκαν και από τους συνεπιβάτες τους ως μέλη κυκλώματος λαθρεμπορίας. Η ποινή φυλάκισης που αντιμετωπίζουν, αν κριθούν ένοχοι, μπορεί να φτάνει και τα ισόβια.
Κάποιοι από τους επιζώντες ισχυρίζονται ότι ορισμένοι από τους εννέα υπόπτους κακομεταχειρίστηκαν τους επιβαίνοντες στο πλοίο – ενώ άλλες μαρτυρίες λένε ότι ορισμένοι προσπαθούσαν πραγματικά να βοηθήσουν. Ωστόσο, οι Αχμάντ και Μουσαάντ στο BBC ισχυρίστηκαν ότι υπήρξε εντολή του Λιμενικού προς όλους τους επιζώντες να πουν ότι οι εννέα Αιγύπτιοι έφταιγαν για τη διακίνησή τους. «Φυλακίστηκαν και κατηγορήθηκαν άδικα από τις ελληνικές αρχές σε μια προσπάθεια να καλύψουν το έγκλημά τους», υπογραμμίζει ο Μουσαάντ.
Όπως αναφέρει το BBC, η σύλληψη των εννέα ατόμων ως διακινητών προβλήθηκε ως επιτυχία των ελληνικών αρχών, ωστόσο «χτύπησε καμπανάκι» για τον Φαρζίν Χαβάντ, που φοβήθηκε ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται. Ο Φαρζίν Χαβάντ, διερμηνέας, Βρετανός πολίτης, που ζει 20 χρόνια στην Καλαμάτα, επισήμανε στο BBC ότι, το 2022, είδε το Λιμενικό να κατηγορεί ως διακινητές δύο αθώους Ιρανούς, μετά τη διάσωση 32 προσφύγων.
Τότε, όπως ανέφερε ο διερμηνέας, οι Ιρανοί είχαν κατηγορηθεί ως διακινητές, χωρίς αυτό να προκύπτει από τα όσα του είχαν δηλώσει οι διασωθέντες, οι οποίοι και υποστήριξαν ότι, εγκαταλείφθηκαν από τον οδηγό του σκάφους τους και, προκειμένου να μην βυθιστούν, προσπαθούσαν οι ίδιοι να χειριστούν τη βάρκα. Ο Χαβάντ μετέφερε στις λιμενικές αρχές τα όσα του είπαν οι διασωθέντες, ωστόσο, όπως σημειώνει, όταν είδε τα πρακτικά συνειδητοποίησε ότι, η μαρτυρία των Αφγανών είχε αλλάξει και κατονόμαζαν τους Ιρανούς ως διακινητές.
Επιπλέον, τονίζει ότι, σύμφωνα με τα όσα του είπαν οι Ιρανοί, κάποιοι από τους Αφγανούς συνεπιβάτες τους πιέστηκαν από την ακτοφυλακή να κατονομάσουν τους συλληφθέντες ως διακινητές ανθρώπων, υπό την απειλή ότι, αν δεν το έκαναν, θα αντιμετώπιζαν «δυσάρεστα», θα φυλακίζονταν και θα «επιστρέφονταν στους Ταλιμπάν». Εντέλει, το κατηγορητήριο κατέρρευσε, ενώ, όπως δήλωσε ο διερμηνέας, δεν ήταν πρόθυμος να βοηθήσει ξανά την ελληνική ακτοφυλακή. Το BBC σημειώνει ότι, οι ελληνικές αρχές δεν απάντησαν στα αιτήματά του για σχολιασμό των μαρτυριών καθώς και ότι, ζητήθηκε από τον υπουργό Ναυτιλίας συνέντευξη, αλλά προς το παρόν δεν υπάρχει απάντηση. Και στο παρελθόν, πάντως, η χώρα μας έχει κατηγορηθεί για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
«Δεν υπάρχουν επαρκείς εγγυήσεις σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο»
Στο βρετανικό μέσο και η Χρυσάνθη Καούνη, δικηγόρος από την Καλαμάτα που έχει συμμετάσχει σε περίπου 10 παρόμοιες υποθέσεις, εξέφρασε την ανησυχία της για τον τρόπο απόδοσης της δικαιοσύνης. «Οι ανησυχίες μου αφορούν τις μεταφράσεις, τον τρόπο συλλογής των αποδεικτικών στοιχείων και – αργότερα – τη δυνατότητα των κατηγορουμένων να αμφισβητήσουν αυτά τα στοιχεία», τόνισε και ανέφερε ότι, «εξαιτίας αυτών των τριών σημείων, δε νομίζω ότι υπάρχουν επαρκείς εγγυήσεις σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και τελικά δεν πιστεύω ότι αποδίδεται δικαιοσύνη».
Σύμφωνα με νέα μελέτη, πάντως, κατά μέσο όρο, μία δίκη στην Ελλάδα για μετανάστες που κατηγορούνται για διακίνηση διαρκεί μόλις 37 λεπτά. Η μέση ποινή φυλάκισης που επιβάλλεται είναι τα 46 χρόνια. Όπως τονίζεται στην ίδια μελέτη, συχνά οι ετυμηγορίες προκύπτουν με βάση τη μαρτυρία ενός και μόνο αστυνομικού ή αξιωματικού του Λιμενικού. Σε περισσότερα από τα τρία τέταρτα των περιπτώσεων, δε, οι ίδιοι μάρτυρες δεν εμφανίστηκαν στο δικαστήριο για να εξεταστούν τα στοιχεία τους.