Ατμοσφαιρική ρύπανση στην Ελλάδα: Οι περιοχές που χτυπάει κόκκινο - Η επιβάρυνση στον οργανισμό
Ατμοσφαιρική ρύπανση στην Ελλάδα: Η ατμοσφαιρική ρύπανση αποτελεί παράγοντα για αύξηση εμφάνισης παθήσεων όπως το άσθμα και η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, ενώ σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος, το 2020 οδήγησε σε πάνω από 11.000 πρώιμους θανάτους στην Ελλάδα.
Βλέποντας τις καταγραφές των σταθμών μέτρησης που διαθέτουν επαρκή διαχρονικά δεδομένα, αποτυπώνεται ότι τα μικροσωματίδια (PM10) για τα οποία καταδικάστηκε η Ελλάδα την προηγούμενη εβδομάδα, εντοπίζονται σε επικίνδυνα επίπεδα για την ανθρώπινη υγεία σε διάφορες περιοχές της χώρας και όχι μόνο στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα.
Στη Λάρισα, στο Βόλο, στη Πάτρα, ακόμα και στο Καρπενήσι, τα μηχανήματα μέτρησης αποτυπώνουν μία δύσκολη κατάσταση. Στο Καρπενήσι από το 2016 έως το 2019 καταγράφονταν παραπάνω από 35 ημέρες του έτους με μέσο όρο που ξεπερνούσε τα 50 μg ανά κυβικό μέτρο στην ατμόσφαιρα. Άλλες περιοχές όπως η Πάτρα και η Λάρισα επίσης παρουσιάζουν υψηλές καταγραφές, ενώ η τελευταία για αρκετά έτη συγκαταλέγεται ανάμεσα στα επίπεδα Αθήνας και Θεσσαλονίκης ως προς την ποιότητα του αέρα της.
Σύμφωνα με τον Δημήτρη Μελά, καθηγητή Φυσικής Περιβάλλοντος στο τμήμα Φυσικής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ο βασικός υπαίτιος για τις ιδιαίτερα υψηλές καταγραφές είναι η οικιακή θέρμανση και ειδικότερα η καύση ξύλου. «Η βιομάζα και ιδιαίτερα το ξύλο όταν το καίμε στο τζάκι, εκπέμπει, ειδικά σε σχέση με το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, ίσως και 100 φορές περισσότερα σωματίδια. Ίσως και παραπάνω, ανάλογα με το είδος τζακιού που έχουμε». Για τον καθηγητή, η εξήγηση για την περίπτωση των πιο μικρών πόλεων που έχουν τόσο υψηλές μετρήσεις αιωρούμενων μικροσωματιδίων είναι απλή. «Είναι από την οικιακή θέρμανση. Αν πάτε μάλιστα σε μικρότερα χωριά που καίνε σχεδόν αποκλειστικά ξύλο, θα το καταλάβετε πρώτα από όλα με τη μύτη σας, ενώ αν μετρήσετε θα δείτε τεράστιες συγκεντρώσεις».
Σχολιάζοντας το ζήτημα των περιπτώσεων που δεν ξεπερνούν το ανώτατο όριο αλλά είναι κοντά σε αυτό, καθώς και τις πρόσφατες ευρωκαταδίκες της Ελλάδας, ο καθηγητής αναφέρει: «Εμείς παραπεμφθήκαμε επειδή έχουμε παραβεί τις οδηγίες της ΕΕ. Παρόλα αυτά, αν θέλουμε να δούμε το θέμα της επίπτωσης στην υγεία, δεν πρέπει να πάρουμε μόνο τις οριακές τιμές της ΕΕ, αλλά πρέπει να δούμε τις τιμές που προτείνει ο ΠΟΥ. Αυτά που έχουν περάσει στη νομοθεσία είναι ένας συμβιβασμός ανάμεσα στο επιθυμητό και στο εφικτό. Ο ΠΟΥ για τα σωματίδια ορίζει ως οριακή τιμή για τη μέση τιμή του έτους την μισή τιμή σε σύγκριση με αυτή που ορίζει η οδηγία της ΕΕ. Αν θέλαμε να προστατέψουμε την υγεία θα έπρεπε να πάμε στο 20 και όχι στο 40 που είναι αυτή τη στιγμή το όριο για την ετήσια τιμή».
Υψηλές καταγραφές διοξειδίου του αζώτου στον αθηναϊκό αέρα
Το διοξείδιο του αζώτου δημιουργείται κυρίως από τις μηχανές εσωτερικής καύσης και εκλύεται στην ατμόσφαιρα σε ιδιαίτερα μεγάλες ποσότητες στα αστικά κέντρα, με τα επίπεδα διοξειδίου του αζώτου να παραβιάζουν τα ελάχιστα όρια στην πρωτεύουσα εδώ και αρκετά χρόνια, κάτι που οδήγησε και στην ευρωκαταδίκη της Ελλάδας τον Φεβρουάριο. Ταυτόχρονα, ενώ άλλες πόλεις βρίσκονται κάτω του οριακού ετήσιου ορίου, δεν μπορούν να θεωρηθούν και ένας παράδεισος καθαρού αέρα, μιας και οι καταγραφές άνω του 30μg/m3 υποδεικνύουν σημαντική υποβάθμιση της ποιότητας της ατμόσφαιρας.
Οι υψηλές καταγραφές διοξειδίου του αζώτου στον αθηναϊκό αέρα χαρακτηρίζονται ως απολύτως αναμενόμενες από τον καθηγητή. «Η Αθήνα είναι πέντε φορές μεγαλύτερη από την Θεσσαλονίκη. Το λογικό θα ήταν η ρύπανση στην Αθήνα για όλους τους ρύπους να ήταν μεγαλύτερη, άρα είναι τελείως λογικό το NO2 να είναι πιο σημαντικός ρύπος στην Αθήνα και ο ακριβής λόγος είναι ότι έχει μια πολύ σημαντική πηγή: τα αυτοκίνητα».
Επιπτώσεις στην υγεία
Ο αέρας της πόλης και της περιοχής που μένουμε συνδέεται με την υγεία των πνευμόνων μας, ειδικά για τα μικρά παιδιά. Σύμφωνα με τον Στέλιο Λουκίδη, πρόεδρο της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρίας, η ατμοσφαιρική ρύπανση «Παίζει ρόλο σε κάποιες αναπνευστικές παθήσεις, είτε σε ρόλο πρόκλησης, γιατί σίγουρα υπάρχει μία αιτιολογική σχέση με την ανάπτυξη του άσθματος, είτε σχετιζόμενη με την παρόξυνση κάποιων χρόνιων αναπνευστικών νοσημάτων, με κύριους εκπροσώπους το άσθμα και τη χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια». Άτομα με χρόνιες αναπνευστικές παθήσεις αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο πρόβλημα. «Αν κάποιος άνθρωπος που έχει χρόνια υποκείμενα αναπνευστικά νοσήματα και ζει σε μία περιοχή με έντονη ατμοσφαιρική ρύπανση, σαφώς έχει μεγαλύτερη πιθανότητα να χειροτερέψει το νόσημά του από κάποιον που είναι σε περιοχή με λιγότερη ρύπανση», ενώ τα παιδιά χαρακτηρίζονται ως ιδιαίτερα επιρρεπή στις επιπτώσεις της ρύπανσης. «Έχει βρεθεί σε μελέτες ότι παιδιά που εκτέθηκαν σε ρύπανση και είχαν προδιάθεση για την ανάπτυξη άσθματος, ανέπτυξαν άσθμα σεα αντίθεση με παιδιά που δεν εκτέθηκαν. Υπάρχει δηλαδή αιτιολογική και παροξυντική σχέση».