Απολιγνιτοποίηση: Καθυστερήσεις και συνταγματικά εμπόδια για το πρότζεκτ των 5 δισ. ευρώ
Η δίκαιη αναπτυξιακή μετάβαση για τις λιγνιτικές περιοχές δεν θα είναι τελικά όπως φαίνεται μία εύκολη υπόθεση. Ένα από τα μεγαλύτερα εγχειρήματα στην ιστορία του ελληνικού κράτους αντιμετωπίζουν εμπόδια, θεμελιώδη όσο το Σύνταγμα της χώρας και ο χρόνος υλοποίησης.
Το σχέδιο είναι να μετατραπούν τα 164.000 στρέμματα γης ( λιγνιτικά πεδία σήμερα) σε Δυτική Μακεδονία και Αρκαδία από ορυχεία και εγκαταστάσεις της ΔΕΗ σε νέα επιχειρηματικά κύτταρα και νησίδες ενεργειακής τεχνολογίας.
Εύφοροι κάμποι που στο παρελθόν δεσμεύτηκαν από το κράτος με αναγκαστικές απαλλοτριώσεις και κακοποιήθηκαν με σοβαρές συνέπειες στο περιβάλλον. Αλλοίωση της μορφολογίας του εδάφους, μετακινήσεις οικισμών και δικτύων, έκλυση αέριων ρύπων και σκόνης από τις μεταφορές των άγονων υλικών της τέφρας. Το χειρότερο όμως που δημιουργήθηκε είναι η απόλυτη εξάρτηση των τοπικών κοινωνιών από την εκμετάλλευση του λιγνίτη.
Οι περιοχές αυτές εντάχθηκαν στο Ταμείο δίκαιης μετάβασης και το σχέδιο προβλέπει τα 2/3 αυτών των εκτάσεων να περάσουν στην κυριότητα ενός «οχήματος ειδικού σκοπού» (SPV) του δημοσίου δια συμψηφισμού της αξίας τους με το κόστος της αποκατάστασης.
Οι μελέτες που έγιναν προβλέπουν μετά την αποκατάσταση, ΣΔΙΤ που θα υλοποιηθούν στη βάση προεδρικών διαταγμάτων που θα καθορίζουν χρήσεις γης και όρους δόμησης. Ειδικά πολεοδομικά σχέδια θα περιγράψουν το μέλλον στις τρεις ζώνες απολιγνιτοποίησης σε Κοζάνη Φλώρινα και Μεγαλόπολη.
Στις εξαγγελίες τονίζεται ότι οι περιοχές δεν θα χάσουν τον ενεργειακό τους χαρακτήρα αλλά απλώς θα αλλάξουν το ενεργειακό τους μίγμα με την τοποθέτηση τεχνολογιών ΑΠΕ που θα συνοδεύονται από επενδύσεις σε αγροδιατροφή, υδροπονία, κυκλική οικονομία μεταλλουργία, λογισμικό κλπ.
Ο «χαρακτήρας της περιοχής» όμως είναι ένα λεπτό σημείο καθώς φορείς της αυτοδιοίκησης και εκπρόσωποι τοπικών κοινοτήτων και φορέων προ της εκ νέου αξιοποίησης των πατρογονικών τους εδαφών ετοιμάζονται να προσφύγουν στη βάση του άρθρου 18 του Συντάγματος, το οποίο τους στέρησε στο παρελθόν τα εδάφη τους αλλά τώρα τους ανοίγει ένα παράθυρο διεκδίκησης.
Και αυτό γιατί στο άρθρο 18, παράγραφος πέντε γίνεται λόγος για «άρση των απαλλοτριώσεων όταν εκλείψουν οι ιδιαίτεροι λόγοι που τις προκάλεσαν» ενώ επίσης αναφέρεται ότι αν καθυστερήσει η άρση «η υπόθεση κρίνεται κατά περίπτωση στο συμβούλιο της επικρατείας ύστερα από αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον». Λένε λοιπόν πως από την στιγμή που εγκαταλείπουμε τον λιγνίτη αίρεται και η αιτία των απαλλοτριώσεων.
Τόσο αυτή η συνταγματική «λεπτομέρεια» όσο και ο πολυπαραμετρικός χαρακτήρας της αποκατάστασης των λιγνιτικών πεδίων (minimum 300 εκατομμύρια ευρώ για αποκατάσταση βλαβών 50 ετών εξορύξεων) δύσκολα θα χωρέσουν στον χρονικό ορίζοντα του Ταμείου (2021-2027). Οι ειδικοί εκτιμούν ότι το έργο δύναται να ξεπεράσει την 15ετία κρίνοντας από την εμπειρία της αποκατάστασης εδαφών λιγνιτωρυχείων στην κεντρική Γερμανία παρά τις όποιες διαφορές ως προς τα γεωλογικά, υδρογεωλογικά και γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά που σε κάποιες περιπτώσεις είναι δυχερέστερα για την ελληνική υπόθεση.
Καθόλου τυχαία (και όχι μόνο για την απολιγνιτοποίηση ασφαλώς) ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης μιλώντας στις αρχές Ιουλίου στους Financial Times και αναφερόμενος στο ταμείο επόμενης γενιάς (next generation EU) τόνισε πως «χρειάζεται μεγαλύτερος χρονικός ορίζοντας τουλάχιστον τεσσάρων ετών για να έχει αποτέλεσμα το ταμείο αυτό» . Το θέμα τέθηκε και πιο επίσημα από την Ελληνική πλευρά και στη σύνοδο κορυφής της 17ης Ιουλίου χωρίς βέβαια να θεωρείται εξασφαλισμένη η οποία παράταση δεδομένης και της ρευστότητας που υπάρχει στην Ευρώπη. (γερμανικές εκλογές τον Σεπτέμβρη, πανδημία κλπ).
Την ίδια ώρα στην Ελλάδα οι εκπρόσωποι της Γενικής Γραμματείας ενέργειας αλλά και της επιτροπής σχεδίου δίκαιης ενεργειακής μετάβασης δηλώνουν σε κάθε ευκαιρία αισιόδοξοι και εμφανίζονται καθησυχαστικοί. Ενδεικτικά ο πρόεδρος της επιτροπής κ. Μουσουρούλης δήλωνε το Μάϊο στο Delphiforum ότι «μέσα στη χρονιά θα ξεκινήσουν οι αποκατάστασεις των εδαφών» όμως σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες στα λιγνιτικά πεδία δεν κινείται φύλλο με αποτέλεσμα να υπάρχει σοβαρός προβληματισμός χωρίς να αποκλείονται και οι αλλαγές σε όλο το πλαίσιο, προκειμένου να κερδηθεί ο χαμένος χρόνος μιας εξαιρετικά δύσκολης υπόθεσης.