Απολείπειν ο Θεός τον Πρόεδρο Στέφανον…
Όλη αυτή η κατάσταση εάν δεν ήταν μια πολιτική τραγωδία για ένα κόμμα το οποίο καλώς ή κακώς κυβέρνησε τον τόπο για πέντε χρόνια και για άλλα τέσσερα ήταν μια αντιπολίτευση με ένα ισχυρό ποσοστό, τότε θα ήταν μια κωμωδία.
Τα όσα συμβαίνουν στον ΣΥΡΙΖΑ, δεν έχουν ιστορικό προηγούμενο. Από τη μια ο Κασσελάκης , το περιβάλλον του και οι Κασσελίστας να μένουν…οχυρωμένοι στην πλατεία Κουμουνδούρου και από την άλλη οι σύντροφοί τους να επιχειρούν την έξωσή τους από αυτήν με κάθε μέσο και τρόπο.
Όλη αυτή η κατάσταση εάν δεν ήταν μια πολιτική τραγωδία για ένα κόμμα το οποίο καλώς ή κακώς κυβέρνησε τον τόπο για πέντε χρόνια και για άλλα τέσσερα ήταν μια αντιπολίτευση με ένα ισχυρό ποσοστό, τότε θα ήταν μια κωμωδία. Μια κωμωδία όμως που δεν παράγει γέλιο, αλλά δάκρυα για όσους πίστεψαν ότι η πρώτη φορά αριστερά, θα είχε μια άλλη ποιότητα και όχι τα όσα παρατηρούμε να συμβαίνουν στον ΣΥΡΙΖΑ .
Ο Στέφανος Κασσελάκης επιχειρεί να εμφανιστεί ως «ελεύθερος πολιορκημένος» της πλατείας Κουμουνδούρου, επιχειρώντας να δείξει ότι είναι το θύμα, αλλά η πραγματικότητα είναι ότι όπως λέει και ο Καβάφης, μόνος του έχτισε τείχη γύρω του και πλέον ως έτοιμος από καιρό χάνει την «Αλεξάνδρειά» του. Και πλέον με τις επιλογές που έκανε, το χρόνο που έχασε και μένοντας επί της ουσίας μόνος πλέον μετρά αντίστροφα. Αντί να κατασκευάζει φαντάσματα και να κυνηγά ανεμόμυλους μιας υποτιθέμενης διαπλοκής η οποία τον στήριξε από την πρώτη ημέρα που εμφανίστηκε, καλό θα ήταν να εγκαταλείψει το υπερεγώ του και να δει αν μπορεί να σώσει ότι σώζεται. Διότι μπορεί να ονειρεύεται ότι είναι ελεύθερος πολιορκημένος που θα κάνει ηρωική έξοδο για να σωθεί, αλλά η πραγματικότητα είναι ότι πέτυχε να κάνει τον ΣΥΡΙΖΑ Κούγκι, μέσα σε έναν μόλις χρόνο. Ο Στέφανος Κασσελάκης θα παραμείνει στην σύγχρονη πολιτική ιστορία ως φαινόμενο, για δυο λόγους: ο πρώτος ότι κέρδισε ένα κόμμα μέσα σε λίγες μέρες από το πουθενά και ο δεύτερος ότι διέλυσε ένα κόμμα μέσα σε ένα χρόνο, καθώς λησμόνησε ότι εδώ είναι Βαλκάνια, δεν είναι παίξε γέλασε.
Το αν την επομένη ο Κασσελάκης γυρίσει στα αστακοκάραβα, ή βγάλει βιβλίο με τα όσα έζησε και δεν έζησε , αν θα έχει τίτλο το: αναπάντητες κλήσεις παντού, ελάχιστη σημασία έχει.
Το μόνο που του μένει είναι να μελετήσει ξανά το παρακάτω:
«Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ μεγάλα κι υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.
Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ. Άλλο δεν σκέπτομαι: τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη·
διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον. Α όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω.
Αλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον. Ανεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω.»
Και όταν τελειώσει με αυτό ας αναγνώσει το επόμενο βήμα του:
Απολείπεν ο Θεός Αντώνιον…
Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ', ακουσθεί
αόρατος θίασος να περνά
με μουσικές εξαίσιες, με φωνές-
την τύχη σου που ενδίδει πια, τα έργα σου
που απέτυχαν, τα σχέδια της ζωής σου
που βγήκαν όλα πλάνες, μη ανοφέλετα θρηνήσεις.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που φεύγει.
Προ πάντων να μη γελασθείς, μην πεις πως ήταν
ένα όνειρο, πως απατήθηκεν η ακοή σου·
μάταιες ελπίδες τέτοιες μην καταδεχθείς.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
σαν που ταιριάζει σε που αξιώθηκες μια τέτοια πόλι,
πλησίασε σταθερά προς το παράθυρο,
κι άκουσε με συγκίνησιν, αλλ' όχι
με των δειλών τα παρακάλια και παράπονα,
ως τελευταία απόλαυσι τους ήχους,
τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου,
κι αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που χάνεις…
Καλή ανάγνωση, σύντροφε Στέφανε…