Άμπερ ΜακΛάφλιν: Εκτελέστηκε η πρώτη ανοιχτά τρανς γυναίκα στο Μιζούρι των ΗΠΑ - Τα τελευταία λόγια της
Άμπερ ΜακΛάφλιν: Η εκτέλεση πραγματοποιήθηκε την Τρίτη 03/01.
Η 49χρονη περίμενε να της δοθεί χάρη από τον κυβερνήτη πράγμα που δεν έγινε και έτσι εκτελέστηκε στις φυλακές με ένεση πεντοβαρβιτάλης.
Η ΜακΛάφλιν καταδικάστηκε για τη δολοφονία της πρώην συντρόφου της, το πτώμα της οποίας πέταξε στη συνέχεια κοντά στον ποταμό Μισισιπή στο Σεντ Λούις.
Ο Ρεπουμπλικανός κυβερνήτης Μάικ Πάρσον απέρριψε το αίτημα επιείκειας, που είχε υποβάλει.
Όπως ανέφερε στην τελευταία της δήλωση, «Λυπάμαι για αυτό που έκανα. Είμαι άνθρωπος που αγαπάει και φροντίζει τους άλλους». Η ΜακΛάφλιν μίλησε με έναν πνευματικό σύμβουλο, που ήταν στο πλευρό της όταν της χορηγήθηκε η μοιραία δόση.
Σύμφωνα με μία βάση δεδομένων στο site του Κέντρου Πληροφοριών για τις Θανατικές Ποινές δείχνει ότι 1.558 άτομα έχουν εκτελεστεί από τότε, που επιβλήθηκε η θανατική ποινή στα μέσα της δεκαετίας του 1970.
Όλοι εκτός από 17, που εκτελέστηκαν ήταν άνδρες. Σύμφωνα με αυτά τα στοιχεία, δεν υπάρχουν γνωστές προηγούμενες περιπτώσεις εκτέλεσης ανοιχτά τρανς κρατουμένων.
Η αίτηση επιείκειας έκανε λόγο για τραύματα από την παιδική της ηλικία αλλά και ζητήματα ψυχικής υγείας, τα οποία οι ένορκοι δεν άκουσαν ποτέ κατά τη διάρκεια της δίκη της.
Ένας ανάδοχος γονιός της έτριβε περιττώματα στο πρόσωπό της όταν ήταν νήπιο και ο θετός πατέρας της χρησιμοποίησε ένα taser πάνω της, όπως αναφέρουν σχετικά έγγραφα.
Η αίτηση επιείκειας έκανε λόγο για σοβαρή κατάθλιψη που οδήγησε σε πολλαπλές απόπειρες αυτοκτονίας, τόσο ως παιδί όσο και ως ενήλικας.
Η ΜακΛάφλιν ξεκίνησε τη φυλομετάβαση πριν από περίπου τρία χρόνια στην κρατική φυλακή στο Ποτόσι. Η αίτησή της περιελάμβανε επίσης αναφορές που έκαναν λόγο για διάγνωση δυσφορίας φύλου, μια κατάσταση που προκαλεί στρες και άλλα συμπτώματα ως αποτέλεσμα της διαφοράς μεταξύ της ταυτότητας φύλου ενός ατόμου και του φύλου που έχει γεννηθεί.
Ωστόσο, διευκρινίζεται ότι η σεξουαλική ταυτότητα της ΜακΛάφλιν «δεν ήταν το επίκεντρο» του αιτήματος επιείκειας, όπως είπε ο δικηγόρος της, Λάρι Κομπ.
Το 2003, πολύ πριν από τη φυλομετάβασή της η 49χρονη είχε σχέση με την Μπέβερλι Γκίντερ. Όταν χώρισαν εκείνη συνέχιζε να την ενοχλεί και η πρώην σύντροφός της ζήτησε ασφαλιστικά μέτρα.
Οι αστυνομικοί κατά καιρούς τη συνόδευαν στο αυτοκίνητό της μετά τη δουλειά όμως οι γείτονες της Γκίντερ κάλεσαν την αστυνομία το βράδυ της 20ης Νοεμβρίου 2003, όταν εκείνη δεν επέστρεψε σπίτι.
Οι αστυνομικοί πήγαν στο γραφείο της Γκίντερ, όπου συχνά κρυβόταν η ΜακΛάφλιν, και βρήκαν μια σπασμένη λαβή μαχαιριού κοντά στο αυτοκίνητό της Γκίντερ και ίχνος αίματος.
Την επομένη η ΜακΛάφλιν οδήγησε την αστυνομία σε μια περιοχή κοντά στον ποταμό Μισισιπή στο Σεντ Λούις, όπου είχε πετάξει το πτώμα. Οι αρχές είπαν ότι την είχε βάσει και την είχε μαχαιρώσει επανειλημμένα.
Η ΜακΛάφλιν καταδικάστηκε για φόνο πρώτου βαθμού το 2006. Ένας δικαστής την καταδίκασε σε θάνατο. Μόνο το Μιζούρι και η Ιντιάνα επιτρέπουν σε δικαστή να καταδικάσει κάποιον σε θάνατο.
Δικαστήριο το 2016 διέταξε νέα ακρόαση για την καταδικαστική απόφαση, αλλά ένα ομοσπονδιακό εφετείο επανέφερε τη θανατική ποινή το 2021.
«Η ΜακΛάφλιν τρομοκρατούσε την κ. Γκίντερ στα τελευταία χρόνια της ζωής της, αλλά ελπίζουμε ότι η οικογένειά της και τα αγαπημένα της πρόσωπα μπορούν επιτέλους να βρουν λίγη γαλήνη», ανέφερε ο δικηγόρος του θύματος σε γραπτή δήλωση μετά την εκτέλεση.