Αλλάζει, χωρίς να χαλαρώνει, ο έλεγχος για την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών
Αλλάζει η μεθοδολογία με την οποία οι εποπτικές αρχές θα καθορίζουν τις κεφαλαιακές απαιτήσεις των τραπεζών. Όπως ανέφερε σε ανάρτηση της η επικεφαλής του εποπτικού βραχίονα της Ευρωπαικής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) του Εποπτικού Συμβουλίου (SSM) Claudia Buch η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ επεξεργάζεται μια αναθεωρημένη μεθοδολογία για τον καθορισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων του Πυλώνα 2, η οποία θα δημοσιευθεί έως το τέλος του 2024 και θα εφαρμοστεί πλήρως στον κύκλο Eποπτικής Αξιολόγησης (SREP) του 2026. Σταθερότερες μεθοδολογίες θα επιτρέψουν στις εποπτικές αρχές να εστιάσουν το εννοιολογικό έργο σε νέα ζητήματα και αναδυόμενους κινδύνους.
Όπως εξήγησε η ίδια τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι η εποπτεία θα περιοριστεί η θα γίνει πιο χαλαρή. Αντιθέτως όπως υπογράμμισε θα γίνει πιο αποτελεσματική επιτρέποντας στην ΕΚΤ να συνεχίσει να εκπληρώνει την εντολή της διατηρώντας τις τράπεζες ασφαλείς και υγιείς.
Oι αλλαγές αυτές θα αρχίσουν να εφαρμόζονται σταδιακά από την αξιολόγηση των επιδόσεων των τραπεζών το 2025 που θα γίνει το 2026.
Γενικά οι αλλαγές αυτές θα θα βελτιώσουν την ευρωπαϊκή τραπεζική εποπτεία. Θα καταστήσουν τις εποπτικές διαδικασίες πιο στοχευμένες, αποτελεσματικές, προβλέψιμες και διαφανείς. Το SREP θα γίνει συντομότερο και θα πλησιάσει περισσότερο στην εποπτεία σε πραγματικό χρόνο. Για να αξιοποιήσει πλήρως τα οφέλη αυτών και άλλων μέτρων, η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ θα προωθήσει μια εποπτική κουλτούρα που θα επικεντρώνεται στους βασικούς κινδύνους και θα ενθαρρύνει την ανάληψη ισχυρών και έγκαιρων δράσεων.