Alexi Laiho: Πέθανε ο κιθαρίστας των Children of Bodom [pics]
Θλίψη για τον θάνατο σε ηλικία μόλις 41 ετών, του Alexi Laiho, κιθαρίστας του φιλανδικού συγκροτήματος, Children of Bodom. H είδηση του θανάτου του έγινε γνωστή μέσω της εταιρείας του συγκροτήματος με ανάρτηση στο Twitter. «Με μεγάλη λύπη πρέπει να ανακοινώσουμε τον θάνατο του Alexi Laiho. Είμαστε απόλυτα συντετριμμένοι και συγκλονισμένοι για τον ξαφνικό χαμό του καλού μας φίλου και μέλους της μπάντας. Daniel, Mitja & Waltteri», δήλωσαν οι συνεργάτες του στη μπάντα Bodom After Midnight, που συστάθηκε μόλις πέρυσι. Ο Laiho δημιούργησε το συγκρότημα Children of Bodom με την Jaska Raatikainen το 1993 και παρέμεινε μέχρι τη διάλυσή του τον Δεκέμβριο του 2019. Ο Alexi Laiho υπήρξε ένας από τους πιο σημαντικούς κιθαρίστες παγκοσμίως. Τα τελευταία χρόνια αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας.
Statement from Bodom After Midnight:
It is with heavy hearts and great sadness that we have to announce the passing of Alexi Laiho. We are absolutely devastated and heartbroken for the sudden loss of our dear friend and band member. Daniel, Mitja & Waltteri pic.twitter.com/AohWJpfnFg — Napalm Records (@NapalmRecords) January 4, 2021
Η ιστορία των Children of Bodom
Το συγκρότημα σχηματίστηκε το 1993 με την ονομασία Inearthed, ηχογραφώντας τρία ντέμο μέχρι το 1996, με τον μπασίστα Σαμούλι Μιέτινεν στην σύνθεση τους. Το 1996, τους Λάιχο και Ρατικάινεν πλαισίωσαν ο μπασίστας Χένκα Σεπάλα, ο κιθαρίστας Αλεξάντερ Κουοπάλα και ο κιμπορντίστας Γιάνι Πιρισόκι, ο οποίος την επόμενη χρονιά αντικαταστάθηκε από τον Γιάνε Βάρμαν. Μετονομάστηκαν σε Children of Bodom από την λίμνη Μπόντομ, η οποία βρίσκεται κοντά στο Έσποο και υιοθέτησαν ένα ύφος που αναμείγνυε το black metal με το κλασικό heavy metal, σε συνδυασμό με τα death metal φωνητικά. Στα τέλη του 1996, υπέγραψαν στην Spinefarm Records και κυκλοφόρησαν το ομώνυμο σινγκλ τους μαζί με τους Wizzard και Cryhavoc, το οποίο σκαρφάλωσε στο # 1 των φινλανδικών τσαρτ. Ο πρώτος τους δίσκος με τίτλο «Something Wild» κυκλοφόρησε τον Φεβρουάριο του 1997 και για την προώθηση του περιόδευσαν, ανοίγοντας και την συναυλία των Dimmu Borgir στο Ελσίνκι. Μέσω της Nuclear Blast, το άλμπουμ κυκλοφόρησε στην Ευρώπη, την Ιαπωνία και την Ταϊλάνδη. Ακολούθησε το «Hatebreeder» τον Απρίλιο του 1999, σε πιο γρήγορο και βαρύ ύφος σε σχέση με τον προκάτοχο του.Ο δίσκος σκαρφάλωσε ως το Νο 6 στην πατρίδα του συγκροτήματος και περιελάμβανε το Νο 1 σινγκλ «Downfall», που έγινε χρυσό. Το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς, οι Children of Bodom περιόδευσαν στην Ευρώπη και την Ιαπωνία, όπου εμφανίζονταν μαζί με τους Dark Tranquillity και τους Sinergy, ενώ ηχογράφησαν το ζωντανό άλμπουμ «Tokyo Warhearts», που ανέβηκε στην τρίτη θέση του φινλανδικού καταλόγου επιτυχιών. Το 2000, το σινγκλ «Hate Me!» ανέβηκε επίσης στο Νο 1 και έγινε πλατινένιο, ενώ παράλληλα ηχογράφησαν τον δίσκο «Follow the Reaper» στα Abyss Studios, ο οποίος κυκλοφόρησε στις 30 Οκτωβρίου 2000, σκαρφαλώνοντας στην τρίτη θέση ων τσαρτ της πατρίδας τους, όπου έγινε πλατινένιος. Ακολούθησε το «Hate Crew Deathroll» τον Ιανουάριο του 2003, ηχογραφημένο στο Astia Studio με τον Άνσι Κίπο στην παραγωγή. Το άλμπουμ συνοδευόταν από το Νο 1 σινγκλ «You’re Better Off Dead!», και σκαρφάλωσε στην κορυφή των φινλανδικών τσαρτ, πουλώντας περισσότερα από 24.000 αντίτυπα μόνο στην πατρίδα τους. Παρ’ όλα αυτά, ο Κουοπάλα αποχώρησε το καλοκαίρι του 2003, δίνοντας την θέση του στον Ρόπε Λατβάλα των Sinergy.Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.