Ακρίβεια: Κοντά στο 13% ο πληθωρισμός «καίει» τις τσέπες των καταναλωτών - Ψώνια με το κομμάτι στις λαϊκές αγορές [vid]
Αντιμέτωποι με μια πολύ δύσκολη εξίσωση που συνδυάζει υψηλό πληθωρισμός, ενεργειακή κρίση και συνεχείς ανατιμήσεις προϊόντων βρίσκονται οι καταναλωτές που βλέπουν ότι το πρόβλημα ήρθε για να μείνει.
H κατά 12% άνοδος του εναρμονισμένου δείκτη που ανακοίνωσε χθες η Eurostat παραπέμπει σε έναν εθνικό δείκτη τιμών καταναλωτή -που θα ανακοινωθεί την προσεχή εβδομάδα- κοντά στο 13%. Σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή, ο πληθωρισμός είχε διαμορφωθεί τον περασμένο Μάιο στο 11,3%.
Στην αγορά οι επιχειρήσεις έχουν έτοιμους νέους τιμοκαταλόγους με αυξήσεις σε ορισμένες περιπτώσεις έως και 20% σε πολλά βασικά είδη διατροφής, όπως είναι το γάλα, τα κρέατα, τα αυγά, τα φρέσκα λαχανικά και φρούτα, αλλά και τα δημητριακά, το αλεύρι και τα βρώσιμα έλαια, που θα επιβαρύνουν ακόμα περισσότερο του καλάθι του νοικοκυριού.
Mε την τιμή του φυσικού αερίου να έχει αυξηθεί τον Ιούνιο πάνω από 50%, τη χονδρική τιμή ρεύματος να κινείται σταθερά σε υψηλά επίπεδα και τις ανατιμήσεις στην αγορά να σαρώνουν, τα νοικοκυριά είναι αντιμέτωπα με ένα πληθωριστικό κοκτέιλ, που ροκανίζει τα εισοδήματά τους.
Καμπανάκι από το ΚΕΠΕ
Σύμφωνα με το ΚΕΠΕ, ο πληθωρισμός αποτελεί έναν από τους τρεις κινδύνους που απειλούν την οικονομία.
Όπως αναφέρει, «όσο περισσότερο διαρκεί ο πόλεμος, τόσο περισσότερο θα αυξάνεται ο πληθωρισμός. Και όσο περισσότερο παραμένει ο πληθωρισμός, τόσο περισσότερο θα ροκανίζει το εισόδημα των νοικοκυριών, θα χτυπάει ιδιαίτερα τους μισθωτούς και συνταξιούχους και θα δίνει τη δυνατότητα σε κερδοσκόπους να θησαυρίζουν σε βάρος του κοινωνικού συνόλου».
Ο πληθωρισμός δεν έχει την ίδια επίδραση σε όλα τα νοικοκυριά, ούτε είναι ίδιος. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΚΕΠΕ, τα νοικοκυριά που βρίσκονται χαμηλότερα στην εισοδηματική ή καταναλωτική κατανομή κατά κανόνα αντιμετωπίζουν υψηλότερο πληθωρισμό από τα νοικοκυριά που βρίσκονται στα υψηλότερα δεκατημόρια.
Φαίνεται λοιπόν ότι τα φτωχά νοικοκυριά αντιμετωπίζουν συστηματικά επιβαρύνσεις πληθωρισμού, οι οποίες είναι μεγαλύτερες στα χρόνια της οικονομικής ύφεσης αλλά και στα χρόνια της πανδημίας.
Επομένως, η αύξηση των τιμών θα έχει ως αποτέλεσμα τη διεύρυνση των πληθωριστικών διαφορών μεταξύ των διαφορετικών ομάδων νοικοκυριών, κάτι που, όπως σημειώνει το ΚΕΠΕ, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τη χάραξη των μέτρων στήριξης.
Σύμφωνα με μελέτη του τμήματος αναλύσεως της Τράπεζας Πειραιώς για τον μήνα Μάρτιο, όπου ο πληθωρισμός άγγιξε το 8,9%, στα εισοδήματα έως 750 ευρώ ο πληθωρισμός ήταν 10,6% και μεταξύ 751-1.100 ευρώ ήταν στο 11,1%. Στον αντίποδα, για τα μηνιαία εισοδήματα πάνω από 3.500 ευρώ διαμορφώνονταν στο 8,5%.
Αυτό συμβαίνει διότι τα ποσοστά δαπανών για διατροφή και ενέργεια στα μεν εισοδήματα έως 750 ευρώ καταλαμβάνουν το 25,4% και το 12,9% αντίστοιχα, στα 751-1.100 ευρώ το 27,1% και το 13,6% αντίστοιχα, ενώ στα εισοδήματα άνω των 3.500 ευρώ διαμορφώνονται σε 18,7% και 10,5%.
Περιορίζουν τις δαπάνες - Ψώνια με το κομμάτι
Στις καθημερινές αγορές των καταναλωτών, όπου ψωνίζουν πλέον ακόμα με τη φέτα το καρπούζι, καθώς οι τιμές φρούτων και λαχανικών έχουν εκτοξευτεί στα ύψη αποτυπώνεται στην πράξη η στατιστική απεικόνιση του προβλήματος που ακούει στο όνομα πληθωρισμός.
«Κόσμο, δόξα το Θεό, έχουμε τις πρώτες δύο βδομάδες, αλλά μόλις περνάνε οι 15 μέρες, μειώνονται τα λεφτά και ο κόσμος…» δηλώνει στην κάμερα του MEGA παραγωγός σε λαϊκή αγορά ενώ άλλη συνάδελφός του επισημαίνει τις αλλαγές που έχει επιφέρει στις συνήθειες των καταναλωτών το κύμα ακρίβειας που έχει κατακλύσει την αγορά.
«Και στη μέση τα καρπούζια, και τέταρτο πουλάμε καρπούζια. Τι να κάνεις; Ο κόσμος πλέον αντιμετωπίζει δυσκολίες» προσθέτει άλλος παραγωγός.
«Ο κόσμος εκεί που ψώνιζε ποσότητα, τώρα θα πάρει ας πούμε μισό κιλό πιπεριές, τρεις ντομάτες» τονίζει. Οι παραγωγοί υποστηρίζουν ότι αδυνατούν πλέον να σηκώσουν μόνοι τους το δυσβάσταχτο βάρος των ανατιμήσεων. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει: «Όταν ερχόμουνα εγώ στη λαϊκή με 100 ευρώ έξοδα, μεροκάματο και καύσιμα, σακούλες και να πληρώσω και τον πάγκο, τώρα θέλω 200».
Την ίδια στιγμή οι καταναλωτές δυσκολεύονται να ξεχωρίσουν αν κάποια από τα προϊόντα της λαϊκής είναι ακριβότερα από άλλα και στο σχετικό ερώτημα η απάντηση που δίνουν είναι: «Όλα ακριβά είναι».